Maria Grazia Chiuri

Η Maria Grazia Chiuri αποχωρεί από τον οίκο Dior, μετά από εννέα χρόνια

Μετά από εννέα χρόνια δημιουργικής διεύθυνσης των γυναικείων συλλογών του οίκου Dior, η Maria Grazia Chiuri αποχωρεί, αφήνοντας πίσω της μια σπουδαία κληρονομιά.

Η Ιταλίδα σχεδιάστρια, η πρώτη γυναίκα που ανέλαβε ποτέ τη θέση αυτή στον ιστορικό γαλλικό οίκο, όχι μόνο ανέδειξε το brand εμπορικά αλλά το μετέτρεψε σε παγκόσμια πλατφόρμα φεμινιστικού διαλόγου και καλλιτεχνικής σύνδεσης. Ύστερα από το πρόσφατο show της στη Ρώμη, όπου παρουσίασε τη νέα Cruise συλλογή για τον οίκο Dior, ανακοινώθηκε ότι αφήνει το τιμόνι του.

Η αποχώρησή της ανακοινώθηκε χωρίς να κατονομάζεται ακόμα ο διάδοχός της, αν και τα βλέμματα στρέφονται ήδη στον Jonathan Anderson -έναν ταλαντούχο Βρετανό σχεδιαστή που ανέλαβε πρόσφατα την ανδρική γραμμή του Dior και φημολογείται έντονα πως θα αναλάβει και τη γυναικεία.

«Ο οίκος Dior επιθυμεί να εκφράσει την βαθιά του ευγνωμοσύνη στη Maria Grazia Chiuri μετά από μια υπέροχη συνεργασία ως δημιουργική διευθύντρια των γυναικείων συλλογών από το 2016», ανέφερε η επίσημη ανακοίνωση του οίκου. Η Delphine Arnault, CEO της Christian Dior Couture και κόρη του Bernard Arnault (του ισχυρού άνδρα της LVMH), εξήρε τη συμβολή της Chiuri, τονίζοντας την «έμπνευση, δημιουργικότητα και φεμινιστική οπτική» με την οποία η σχεδιάστρια τίμησε την κληρονομιά του Monsieur Dior.

Από τη μεριά της, η Chiuri ευχαρίστησε θερμά τον Bernard Arnault και την Delphine Arnault, αναφερόμενη στα δημιουργικά της ταξίδια, στην ομάδα της και στους συνεργάτες της σε όλο τον κόσμο. «Μαζί, γράψαμε ένα κεφάλαιο με νόημα για το οποίο είμαι ιδιαίτερα περήφανη», δήλωσε.

Όταν η Maria Grazia Chiuri ανέλαβε τα ηνία του Dior το 2016, προερχόμενη από τον Valentino, λίγοι φαντάζονταν πόσο ριζικά θα άλλαζε την εικόνα του οίκου. Από την πρώτη της συλλογή, έκανε σαφές πως ο στόχος της δεν ήταν απλώς η κομψότητα, αλλά η κοινωνική πρόταση -με το διάσημο πλέον T-shirt «We Should All Be Feminists», εμπνευσμένο από το δοκίμιο της Chimamanda Ngozi Adichie.

Η Maria Grazia Chiuri χρησιμοποίησε την πλατφόρμα της μόδας για να δώσει φωνή σε γυναίκες καλλιτέχνες, χορογράφους, φωτογράφους και συγγραφείς, δημιουργώντας έναν πολιτιστικό διάλογο ανάμεσα στη μόδα και τη σύγχρονη κοινωνία. Συνεργάστηκε με ονόματα όπως η Judy Chicago, η Eva Jospin, η Joana Vasconcelos και πολλές άλλες.

Η ίδια θεωρεί τον εαυτό της περισσότερο «μαέστρο» παρά «σόλο δημιουργό», όπως δήλωσε ο Ιταλός καλλιτέχνης Pietro Ruffo, μακροχρόνιος συνεργάτης της. «Καταφέρνει να δημιουργεί μια ολόκληρη συμφωνία, παραμένοντας στο παρασκήνιο και βγάζοντας το καλύτερο από τον καθένα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Αυτό το πνεύμα συνεργασίας ήταν εμφανές σε δεκάδες πασαρέλες του Dior σε παγκόσμιους προορισμούς όπως η Αθήνα, το Μαρακές, το Τόκιο, η Σεούλ και η Βομβάη, όπου η Maria Grazia Chiuri τίμησε τους τοπικούς τεχνίτες, αναδεικνύοντας την παγκόσμια κληρονομιά της μόδας.

Παρά την επιτυχία, η Maria Grazia Chiuri δεν έπαψε ποτέ να δέχεται κριτική. Πολλοί σχολίασαν αρνητικά τον φεμινιστικό της λόγο, τον χαρακτήρισαν εμπορικό ή επιφανειακό, και απέδωσαν τη δημοτικότητα των συλλογών της σε «ασφαλείς» σχεδιαστικές επιλογές. Η ίδια αντέδρασε λέγοντας πως υπάρχει ακόμη ισχυρή προκατάληψη κατά των γυναικών δημιουργών: «Το στερεότυπο του “ιδιοφυούς άνδρα καλλιτέχνη” παραμένει πολύ ισχυρό», σημείωσε.

Και όμως, κάτω από την ηγεσία της, ο οίκος Dior είδε τις πωλήσεις του να εκτοξεύονται. Από 2,2 δισ. ευρώ το 2017, έφτασαν τα 8,7 δισ. ευρώ το 2024, σύμφωνα με εκτιμήσεις της HSBC. Η Book Tote bag, οι πλισέ φούστες από τούλι, οι goddess gowns και οι slingback γόβες έγιναν best sellers και αναγνωρίσιμα σημεία του σύγχρονου DNA του Dior.

Η Chiuri κατάφερε να συνδέσει τις ρίζες του οίκου -τον ρομαντισμό και την αρχιτεκτονική προσέγγιση του Christian Dior- με ένα μοντέρνο, κοινωνικά φορτισμένο αφήγημα. Δεν δίστασε να τοποθετήσει τον Bernard Arnault μπροστά από νέον πινακίδες που έγραφαν «Patriarchy=Repression», ούτε να φέρει στην πασαρέλα την ιστορία και την τέχνη γυναικών απ’ όλο τον κόσμο.

Όμως, δεν έλειψαν και οι σκιές. Δέχτηκε κριτική για την έλλειψη plus-size μοντέλων και για την απουσία φυλετικής ποικιλομορφίας σε κάποιες δημιουργίες, όπως η ταινία της με τον Matteo Garrone το 2020. Παράλληλα, η LVMH κλήθηκε να δώσει εξηγήσεις για πιθανή εκμετάλλευση εργατών σε ιταλικά εργοστάσια, αν και τελικά ο οίκος απαλλάχθηκε από κάθε κατηγορία.

Αν και η επόμενη κίνηση της Chiuri δεν έχει ανακοινωθεί, φήμες τη θέλουν να βρίσκεται σε συνομιλίες με τον ιταλικό οίκο Fendi -έναν οίκο όπου εργάστηκε στο ξεκίνημα της καριέρας της, μαζί με τις πέντε αδελφές Fendi και τη Silvia Venturini Fendi.

Η Maria Grazia Chiuri φεύγει από τον Dior αφήνοντας πίσω της όχι μόνο επιτυχημένες συλλογές, αλλά και ένα παράδειγμα για το πώς η μόδα μπορεί να γίνει φορέας κοινωνικού μηνύματος και γυναικείας ενδυνάμωσης. «Το όνειρο κάθε σχεδιαστή είναι να δημιουργήσει διαχρονικά κομμάτια που να γίνουν σύμβολα -όχι απλώς λόγω του λογοτύπου, αλλά γιατί πραγματικά μιλάνε στη γυναίκα που τα φορά», είχε πει σε πρόσφατη συνέντευξή της. Και όπως φαίνεται, αυτό το όνειρο, για εκείνη, έγινε πραγματικότητα...