O Νάρκισσος, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ερωτεύθηκε τον εαυτό του όταν αντίκρισε το είδωλό του στα νερά μιας πηγής. Η αγάπη αυτή μετατράπηκε σε ένα ανικανοποίητο πάθος, που τον οδήγησε τελικά στον θάνατο.
Κάθε φορά που συναντούμε κάποιον εκπέμπουμε μία σειρά από μηνύματα -λεκτικά και μη- που δίνουν σημαντικά στοιχεία για το άτομό μας και τα οποία ο άλλος αντιλαμβάνεται άμεσα. Η στάση του σώματός μας, το αν ή πόσο σφίγγουμε το χέρι του άλλου, ο τρόπος που χαμογελάμε, ο τόνος και η ένταση της φωνής μας, το ντύσιμό μας, εάν κοιτούμε τον άλλον στα μάτια ή όχι κ.τ.λ., όλα αυτά και άλλα πολλά εκπέμπουν μηνύματα για την αυτοεκτίμησή μας και για το είδος του ατόμου που είμαστε, κάτι που καθορίζει και τον τρόπο που θα εξελιχθεί, στη συνέχεια, η επικοινωνία μας με τον άλλον.
Ενας νάρκισσος είναι κάποιος πολύ γοητευτικός που μπορεί να μας κερδίσει μέσα σε μερικά λεπτά και έπειτα, θα μας προκαλέσει εκνευρισμό επίσης μέσα σε μερικά λεπτά, με το ύφος «μου ανήκουν και πρέπει να μου ανήκουν τα πάντα, είμαι ο καλύτερος». Ο νάρκισσος κυριαρχεί στις συζητήσεις. Αισθάνεται υποχρεωμένος να μιλά για τον εαυτό του και υπερβάλλει σχετικά με τα κατορθώματά του. Μπορεί να βελτιώσει την εικόνα των ιστοριών του προσπαθώντας να εντυπωσιάσει το κοινό. Εστιάζει έντονα στον εαυτό του, επιζητώντας συνεχή επιβεβαίωση για τη μοναδικότητά του. Θεωρεί ότι έχει αναφαίρετα δικαιώματα γενικώς. Προσδοκά παράλογη ή ιδιαίτερη μεταχείριση. Δεν έχει ενσυναίσθηση, δηλαδή συναισθήματα κατανόησης προς τους άλλους και εκνευρίζεται όταν του κάνουν κριτική.