Γιατί τίποτα δεν μας συγκινεί όπως παλιά; Ίσως αυτός είναι ο λόγος
Όλο και πιο συχνά εμφανίζεται ένα περίεργο φαινόμενο που προκαλεί την αίσθηση ενός συναισθηματικού κενού και μίας κατάστασης απάθειας, που όμως η επιστήμη ερμηνεύει.
Μπορούμε για αρχή να παρουσιάσουμε κάποια σενάρια που πολύ πιθανόν να έχουν συμβεί και να φαίνονται γνώριμα. Για παράδειγμα, ας πούμε ότι έχεις κανονίσει να βγεις με την παρέα. Έχετε καιρό να βρεθείτε, αλλά όταν κάθεστε στο τραπέζι, όλα μοιάζουν προβλέψιμα. Τα κινητά πάνω στο τραπέζι να τρεμοπαίζουν ασταμάτητα κι εσύ συνειδητοποιείς ότι τα stories, τα μηνύματα και οι ειδοποιήσεις είναι εκείνα που πρωταγωνιστούν τελικά στην συνάντηση. Γιατί πια δεν αρκεί να διηγηθείς κάτι. Πρέπει να δείξεις κάποια απόδειξη είτε αυτό είναι screenshot, reel ή φωνητικό μήνυμα και διαπιστώνεις λοιπόν, ότι η αφήγηση σκέτη δεν αρκεί, αλλά χρειάζεται κάποιο τεκμήριο για να θεωρηθεί «πραγματική».
Επίσης, μπορεί κοιτώντας βιτρίνες και δελεαστικές ταμπέλες με έξυπνα και δημιουργικά σλόγκαν να παρατηρείς πως πλέον δεν σε αγγίζουν και τελικά σε αφήνουν αδιάφορη. Δεν σε ταρακουνούν, δεν σε ενεργοποιούν και ύστερα αναρωτιέσαι τον λόγο που τίποτα δε σε συγκινεί όπως κάποτε.
Δεν έχει να κάνει με την ηλικία
Να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν φταίει η ηλικία, καθώς αυτό το φαινόμενο δεν είναι αποτέλεσμα γήρανσης, ούτε «ωρίμανσης». Σκέφτεσαι ότι τα έχεις όλα, την υγεία σου, άτομα δίπλα σου, κάτι σταθερό και παράλληλα δεν έχεις τίποτα, καθώς το εσωτερικό κενό είναι τόσο έντονο που προκαλεί ένα μούδιασμα.
Η ιστορικός Μπελέν Μπρίθιο αναλύει αυτό το συναίσθημα μέσα από τη θεωρία του Gilles Lipovetsky, όπως την περιγράφει στο έργο του «Η εποχή του κενού: Δοκίμια για τον σύγχρονο ατομικισμό» και εξηγεί τον λόγο που αισθανόμαστε ότι παρόλο που έχουμε τα πάντα νιώθουμε πως δεν έχουμε τίποτα.
Ο Γάλλος στοχαστής περιέγραψε ήδη από το 1983 την είσοδο στην μεταμοντέρνα εποχή, όπου τα μεγάλα υπαρξιακά ζητήματα (θρησκεία, πολιτική, πρόοδος) χάνουν τον προσανατολισμό τους. Σύμφωνα με τον ίδιο ζούμε σε μια κοινωνία του «αυτόνομου ατομικισμού» και του «στοχαστικού ηδονισμού»όπου ο καθένας αναζητά την προσωπική του ευημερία, την εικόνα του, το συναίσθημά του.
«Για αιώνες, ο κόσμος έβρισκε νόημα στο συλλογικό. Ο 20ός αιώνας τα ανατρέπει όλα. Η θρησκεία χάνει την εξουσία της, η πολιτική γεμίζει διαφθορά, η βιομηχανική πρόοδος φέρνει ρύπανση, ανισότητες, στρες. Η ζωή γίνεται πιο άνετη, αλλά ταυτόχρονα πιο μοναχική», λέει η Μπρίθιο.
Και μετά ήρθε η νέα αφήγηση: «Μην αλλάζεις τον κόσμο, άλλαξε εσύ τον εαυτό σου». Γεννήθηκε η κουλτούρα της αυτοβελτίωσης, της προσωπικής εξέλιξης, του «αν θέλεις, μπορείς». Ο άνθρωπος έγινε το δικό του project, αλλά όταν ο εαυτός σου είναι στο επίκεντρο και την ευθύνη την έχεις εσύ, τότε γεμίζεις και με ένα φορτίο.
Ο Gilles Lipovetsky προειδοποιούσε για την εμφάνιση ενός «συλλογικού ναρκισσισμού» και μιας μόνιμης, πανταχού παρούσας συγκεκαλυμμένης γοητείας. Τόνισε πως πλέον δεν καταναλώνουμε μόνο προϊόντα, αλλά συναισθήματα, εικόνες και ταυτότητες και όλα αυτά δημιουργούν ένα τεράστιο κενό, γιατί μπροστά σε τόσα ερεθίσματα, η βαθύτερη συγκίνηση εξαφανίζεται.
Η ιδέα αυτή συνδέεται με την φράση του Φρίντριχ Νίτσε «ο θεός είναι νεκρός». Κατά τον Γερμανό φιλόσοφο, το κενό δεν προκύπτει μόνο από τη θρησκευτική λήθη, αλλά και από την εξαφάνιση των μεγάλων ιδεολογικών και ηθικών αφηγημάτων που καθοδηγούσαν τον άνθρωπο από την αρχή του κόσμου. Χωρίς αυτά τα μεγάλα «μετα-αφηγήματα», η αίσθηση του τίποτα κυριαρχεί κι έτσι προκύπτει ο λεγόμενος νιχιλισμός.
Η κόπωση και η απογοήτευση από την συνεχή αναζήτηση συγκινήσεων δεν είναι τυχαίες καθώς πρόκειται για προειδοποιήσεις ότι αυτά που σκέφτεσαι και κάνεις δεν συνδέονται με αυτά που πραγματικά νιώθεις. Πρέπει να ελέγχουμε τα συναισθήματά μας και να αναρωτιόμαστε κάθε φορά που αισθανόμαστε αυτό το κενό, αν βρισκόμαστε στο σωστό σημείο. Το νόημα είναι να αναζητήσουμε την πραγματική ευημερία, να ζούμε αυθεντικά χωρίς να υποκρινόμαστε και να πιεζόμαστε και κυρίως χωρίς να είναι αναγκαίο να εκφράζουμε πάντα πολλά και έντονα συναισθήματα.