«Τι γίνεται αν χάνω κάτι καλύτερο;» -Η παγίδα σκέψης που φθείρει τις σχέσεις
Η αμφιβολία «μήπως υπάρχει κάτι καλύτερο εκεί έξω;» υπονομεύει την αγάπη και προκαλεί ανασφάλεια που φθείρει τις σχέσεις. Η αναζήτηση της τελειότητας μάς απομακρύνει από την ουσία της σχέσης, σύμφωνα με ψυχολόγο.
Η πίεση για τέλεια σχέση και τέλειο σύντροφο έχει γίνει σημάδι των καιρών μας. Η ιδέα ότι πρέπει να είμαστε πάντα ευτυχισμένοι και ότι ο έρωτας πρέπει να λάμπει ασταμάτητα, δημιουργεί ένα αβάσταχτο βάρος.
Η ψυχολόγος Αλίσια Γκονζάλες αναφέρει στο ισπανικό Telva ότι «έχουμε ξεχάσει να εκτιμάμε το καλό γιατί κυνηγάμε την τελειότητα. Ζητάμε από τους εαυτούς μας και από τους συντρόφους να είμαστε πάντα χαρούμενοι και να μην υποφέρουμε, περιμένοντας να μας συμπληρώσουν, να μας κάνουν να νιώθουμε ζωντανοί, και να έχουμε έναν τέλειο δεσμό».
Αυτή η νοοτροπία απομακρύνει από την πραγματική αξία της αγάπης και της καθημερινής συνύπαρξης.
Πότε η αναζήτηση του ιδανικού αρχίζει να υπονομεύει τη σχέση;
Το πρόβλημα ξεκινά όταν η αναζήτηση του ιδανικού γίνεται εμμονή. Όταν το μυαλό γεμίζει με την αμφιβολία «τι γίνεται αν χάνω κάτι καλύτερο;» η σχέση τίθεται σε δοκιμασία.

Αυτό το ερώτημα δεν είναι απλά ένα στιγμιαίο αίσθημα αλλά μια χρόνια πηγή άγχους και ανικανοποίητου που δυσκολεύει την απόλαυση των απλών στιγμών. Η αδιάκοπη επιδίωξη του τέλειου εμποδίζει να εκτιμήσουμε τον σύντροφο και την ιστορία που μοιραζόμαστε.
Αυτή η προσδοκία της τελειότητας μάς παγιδεύει σε έναν φαύλο κύκλο προσδοκιών που σπάνια εκπληρώνονται. Το αποτέλεσμα είναι η απογοήτευση και η απομάκρυνση από τη συντροφικότητα που βασίζεται στην αποδοχή και την κατανόηση.
Η ψυχολόγος τονίζει πως η ομορφιά της αγάπης βρίσκεται στην ατέλειά της, στα καθημερινά μικρά πράγματα που γίνονται συνήθεια και παρέχουν ασφάλεια και ζεστασιά. «Η κανονικότητα είναι πολύ όμορφη», επισημαίνει, «και ενώ περιμένουμε το τέλειο, το καλό μας ξεφεύγει».
Ένα ακόμα κομβικό σημείο είναι η διάκριση ανάμεσα στη φάση του έρωτα και στη σταθερή σχέση που ακολουθεί. Ο ενθουσιασμός και το πάθος δεν μπορούν να διαρκέσουν για πάντα, καθώς σταδιακά δίνουν τη θέση τους σε μια βαθύτερη σύνδεση που χαρακτηρίζεται από εμπιστοσύνη και αμοιβαία υποστήριξη.
Η ψυχολόγος εξηγεί πως «ο έρωτας δεν είναι πάντα μια φωτιά που καίει ασταμάτητα. Μερικές φορές απλώς υπάρχει, και αυτό είναι ένα θαύμα από μόνο του». Η πρόκληση είναι να αναγνωρίζουμε αυτές τις φάσεις και να μην τις εκλαμβάνουμε ως σημάδια παραίτησης ή πλήξης.
Προκειμένου να κρατηθεί ζωντανή η σχέση, είναι σημαντικό να προσθέτουμε στιγμές έκπληξης και να ανανεώνουμε τη συντροφικότητα. Μικρές κινήσεις, όπως μια απρόσμενη έξοδος, ένα μήνυμα αγάπης ή μια κοινή δραστηριότητα, λειτουργούν σαν «αναζωογονητικοί παλμοί» που δίνουν φρεσκάδα και δυναμώνουν τον δεσμό. Η καθημερινότητα που συχνά μοιάζει μονότονη, μπορεί να γίνει το έδαφος όπου ανθίζει η αγάπη.
Η ψυχολόγος καλεί επίσης σε ειλικρινή αυτοανάλυση και επικοινωνία. Πώς να καταλάβουμε αν η αγάπη έχει σβήσει ή αν απλώς έχουμε περάσει σε μια πιο ήρεμη φάση; Η διαύγεια προέρχεται από ερωτήματα όπως «νιώθω σεβασμό και τρυφερότητα;», «είμαι ευτυχισμένος με αυτό που έχω;», «τι θα άλλαζα πραγματικά;». Μόνο μέσα από τον διάλογο με τον σύντροφο και την ειλικρίνεια μπορούμε να βρούμε τις απαντήσεις που θα καθοδηγήσουν το μέλλον της σχέσης.
Η αποδοχή ότι ο έρωτας δεν είναι μια συνεχής συναισθηματική κορυφή αλλά μια πορεία με σκαμπανεβάσματα είναι απαραίτητη για την ψυχική ισορροπία.
«Δεν πρόκειται για συμβιβασμό, αλλά για να μάθουμε να εκτιμούμε την ομορφιά του απλού και να σταματήσουμε να κυνηγάμε έναν ιδανικό έρωτα που δεν υπάρχει», τονίζει η Γκονζάλες. Η αγάπη που χτίζεται μέσα στην καθημερινότητα, στις απλές πράξεις φροντίδας και στο μοίρασμα της ζωής, έχει την πιο βαθιά και αληθινή αξία.
Η προτροπή είναι να αλλάξουμε την ερώτηση «μήπως χάνω κάτι καλύτερο;» και να την αντικαταστήσουμε με «τι μπορώ να κάνω σήμερα για να κάνω αυτό που έχω καλύτερο;». Με αυτόν τον τρόπο, η σχέση αποκτά νόημα και δύναμη, και η αγάπη γίνεται ένα σταθερό καταφύγιο μέσα στη ζωή.