Το Netflix έχει περισσότερες εκπομπές από όσες θα προλάβω να δω ποτέ στη ζωή μου, η βιβλιοθήκη είναι γεμάτη βιβλία που θέλω να διαβάσω, το σπίτι είναι άνετο, έχει ζέστη, οδοντόκρεμα, φαγητό, ζεστό νερό για μπάνιο και πάνω από όλα είμαι υγιής.
Έχω επίσης υπολογιστή, κινητό τηλέφωνο, πρόσβαση σε ευρυζωνικό δίκτυο, Playstation και μία ιδιαίτερα αναπαυτική πολυθρόνα για να μπορώ να απολαμβάνω όλα τα παραπάνω με εξαίρεση την οδοντόκρεμα (δεν βουρτσίζω δόντια καθιστός) και το ζεστό μπάνιο (δε χωρά η πολυθρόνα στην μπανιέρα). Όλα αυτά είναι συστατικά της κατάστασης στην οποία βρίσκομαι τελευταία και αν εξαιρέσεις ότι πρέπει να φοράω πλαστικά γάντια συχνότερα και να τηρώ κάποιες αποστάσεις από τους συμπολίτες μου όταν βρίσκομαι έξω, όλα είναι όπως θα ήταν αν είχα φρεσκοχωρίσει και ήθελα να περάσω λίγο χρόνο με τον εαυτό μου. Φυσικά, δεν εννοώ πως αυτή είναι μία κατάσταση την οποία θα διάλεγα ποτέ για τον εαυτό μου (πάντα με χώριζαν), αλλά νομίζω γκρινιάζουμε περισσότερο από όσο χρειάζεται και το κάνουμε για τα λάθος ζητήματα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της -ο θεός να την κάνει- καραντίνας, είναι το τσουνάμι της οικονομικής ύφεσης που κάθε μέρα γιγαντώνεται και λιγότερο το ότι φέτος δε θα πάμε στο χωριό για Πάσχα.
Αυτήν την κουβέντα είχα προ ολίγων ημερών βαριεστημένα θρονιασμένος στη La-Z-Boy μου με ένα φίλο, μέσω video-κλήσης από τα τελευταίας τεχνολογίας κινητά που έχουμε και οι δύο και όποιος δε βλέπει το παράδοξο στην παραπάνω πρόταση, αποβάλλεται από την τάξη μέχρι νεωτέρας. Θυμήθηκα λοιπόν και του είπα, την ιστορία του Bond, του James Bond. Όχι του κορυφαίου πράκτορα και γυναικοκατακτητή που ξέρουμε όλοι από τον Ian Fleming, αλλά του Αμερικανού αληθινού ήρωα James Bond Stockdale.