Στις τελευταίες φωτιές κάποιοι εθελοντές φάνηκαν σαν σύγχρονοι ήρωες. Με περίσσια αυταπάρνηση και αλτρουισμό μπήκαν μπροστά για να σώσουν τη γη, τα σπίτια και τις περιουσίες των συνανθρώπων τους. Είναι απορίας άξιο πώς ένας άνθρωπος αφήνει τη βολή του και χωρίς κανένα εμφανή κίνητρο μπαίνει στην πύρινη κόλαση. Ο Μιχάλης Βιτζηλαίος, εθελοντής από το 2000, με μεγάλη σεμνότητα μας εξηγεί πώς είναι να μπαίνεις στη φωτιά αψηφώντας τον κίνδυνο.
Γιατί έγινες εθελοντής-πυροσβέστης; Ποίο είναι το δικό σου κίνητρο;
Είμαι άνθρωπος που αψηφά τον κίνδυνο, ίσως γιατί βλέπω την πιο μεγάλη εικόνα. Τόσο στη θητεία μου στο στρατό, όπως και τώρα, θέλω να μαι στην πρώτη γραμμή. Το κίνητρο ήταν και είναι πάντα ένα: η Ελλάδα.
Ποια είναι η μεγαλύτερη αξία στον εθελοντισμό;
Για μένα η μεγαλύτερη αξία δεν είναι τόσο να έρθει ένας ακόμη στον εθελοντισμό, αλλά όποιος έρθει να παραμείνει. Τώρα με τις φωτιές γράφτηκαν διακόσιοι άνθρωποι, όμως την κρίσιμη ώρα θα τους ψάχνουμε. Σημασία έχει να παραμείνεις και να παράγεις έργο.
Δεν καίγεται όμως το σπίτι σου, θέλω να πώς ένας άνθρωπος αφήνει τις διακοπές του, τις ανέσεις του, για να σβήσει ξαίνεις φωτιές;
Ήμουν πράγματι σε κάμπινγκ, σε περίοδο διακοπών και χαλάρωσης, όταν άκουσα για τις φωτιές και έφυγα την ίδια ώρα.
Όμως, δεν σκέφτομαι τη βολή μου. Όπως και στον πόλεμο πηγαίνεις για την χώρα σου, έτσι και στις φωτιές πας για τον τόπο, τον συνάνθρωπο, να βοηθήσεις με τα μέσα που ξέρεις και μπορείς. Έχει για μένα τεράστια σημασία να είμαι χρήσιμος. Άλλωστε, σήμερα είναι τι σπίτι του γείτονα, αύριο το δικό σου. Δεν υπάρχει το σπίτι μου και το σπίτι σου, είναι το σπίτι του τόπου που ζεις. Και ο τόπος είναι σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Η βοήθεια προκύπτει μέσα μου με τρόπο φυσικό. Μόνο αυτό έχει σημασία. Δεν είναι κάτι που το σκέφτομαι με τη λογική. Η καρδιά σε πηγαίνει. Η ανάγκη σου για δράση. Να μην κάθεσαι με σταυρωμένα χέρια και να τα βλέπεις από την τηλεόραση.
Έχω ακούσει ότι με τους πυροσβέστες, ειδικά τις δύσκολες ώρες, υπάρχουν εντάσεις. Γιατί;
Τα πρώτα χρόνια υπήρχαν πράγματι εντάσεις. Δεν μας θεωρούσαν άξιους και ισότιμους. Μοιάζαμε σαν κάτι γραφικοί τύποι που εμπλέκονταν στα πόδια τους. Τα δυο τελευταία, όμως, χρόνια κάτι άλλαξε, σαν να κατανόησαν επιτέλους ότι μας χρειάζονται και είδαν την αξία μας στην πράξη.