Το πόσταρω άρα υπάρχω πιο επίκαιρο από ποτέ.
Το έξυπνο κινητό μου, με ενημέρωσε από τα στατιστικά που κρατάει, ότι έμεινα μπροστά από την οθόνη έξι ολόκληρες ώρες και δέκα λεπτά.
Έξι ώρες και δέκα λεπτά;
Νομίζω η έκπληξή μου ήταν τόσο μεγάλη που ασυναίσθητα εκσφενδόνισα το κινητό στον διπλανό καναπέ, σε μια κίνηση «απεταξάμην» και έφτυσα τρεις φορές τον κόρφο μου.
Σαν να με έπιασε ψυχική ναυτία. -Τι μου συμβαίνει; Έξι ώρες τη μέρα με το κινητό στο χέρι; Πώς είναι δυνατόν;
Μ΄έχει γραπώσει έτσι η τεχνολογία και με χορεύει τον τρελό χορό της, χτυπώντας μου επιδεικτικά το ντέφι.
Ένιωσα σαν πειραματόζωο των σόσιαλ, σαν να είμαι μέρος ενός εκκεντρικού πειράματος που σαν στόχο έχει να εξοντώσει τον άνθρωπο.
Είναι δυνατόν στις 16 ώρες που είμαι ξύπνια μέσα στη μέρα, οι έξι ώρες να' ναι αφιερωμένες στο κινητό; Τι τυφλή εξάρτηση είναι αυτή;
Πώς μας έχει γραπώσει έτσι ο σκύλος των σόσιαλ και δεν μας αφήνει περιθώρια βούλησης;
Τις επόμενες μέρες είπα «νισάφι» και αποφάσισα συνειδητά να απέχω.
Έβγαλα την εφαρμογή του Instagram (κράτησα ωστόσο τους κωδικούς) και κατήργησα το Facebook.
Είπα: «Mέχρι εδώ, είμαι πιο δυνατή από όλη αυτή την κατάσταση».
Αίφνης ένιωσα μια καταλυτική ελευθερία. Ήρθε η στιγμή σκέφτηκα να ξαναπιάσω τα σκονισμένα μου βιβλία. Εγώ η βιβλιοφάγος από τότε που με κατέκλυσαν τα σόσιαλ, δεν προλαβαίνω να διαβάσω σελίδα.
Είναι βραδιές που ξαπλώνω στο κρεβάτι στις δέκα με σκοπό να διαβάσω το βιβλίο μου και, όταν αφήνω το κινητό, έχει πάει δωδεκάμισι.
Περνούν δυόμιση ώρες σκρολάροντας, χωρίς να το καταλάβω. Καταστροφή.