Ηρώ: «Από πολύ μικρή ήθελα να γίνω ηθοποιός. Το είχα σαν δεδομένο στο μυαλό μου, μου άρεσε πάρα πολύ, το ήθελα. Δεν ήταν απόφαση μιας συγκεκριμένης στιγμής. Μου άρεσε και η ζωή του ηθοποιού. Ηταν και ο περίγυρός μας χρωματισμένος από αυτό, δεν είχαμε πολλούς φίλους που δεν ήταν ηθοποιοί. Δεν είχα την ανάγκη να αποστασιοποιηθώ από αυτό. Δεν υπήρχε καμία αποστροφή, δεν μπούκωσα.
»Πήγαινα συνέχεια στα παρασκήνια, μου άρεσε πολύ. Και σήμερα, όταν δουλεύω, έχω μια λειτουργία του παρασκηνίου, να παρατηρώ τα πράγματα.
»Η εποχή που εγώ βγήκα στο θέατρο ενθάρρυνε πολύ το να μην φωταγωγείται ένας, ίσως γιατί ως τότε ήταν πολύ ισχυρό αυτό -ήταν έντονη η έννοια της προσωπικότητας, της διασημότητας. Αλλοι δουλεύουν ομαδικά και το κάνουν μιμητικά ή από αδυναμία και άλλοι από ουσιαστική περιέργεια και αγάπη για το αντικείμενο.
»Το μόνο που μπορώ να πω σε σχέση με το παρελθόν είναι ότι υπήρχε πιο έντονη η έννοια του ανταγωνισμού, μέσα στην ίδια παράσταση.
Γιάννης: Εχω δει σχεδόν όλες τις δουλειές της, αλλά δεν θέλω να τις κρίνω. Η Ηρώ είναι πάντα από καλή και πάνω
Γιάννης: «Εγώ πιστεύω ότι σήμερα στις ομαδικές δουλειές αυτό ισχύει περισσότερο. Εγώ που έχω σαράντα χρόνια σ΄αυτή τη δουλειά, το διακρίνω. Η γενιά της Ηρώς δεν μετράει τα πράγματα με τα δικά μου μάτια, κι ούτε πρέπει. Η ομαδικότητα δεν έχει καμία σχέση με το ποιος θα φωτιστεί. Αυτός που είναι να φωτιστεί θα φωτιστεί, ο κόσμος να χαλάσει. Είναι θέμα προσωπικότητας και προσωπικής περιπέτειας.
»Ακόμα και στις δουλειές του λεγόμενου εμπορικού θεάτρου, η ομαδικότητα είναι πιο ισχυρή από την ομάδα. Στο Θέατρο Τέχνης, που κι αυτό ένα είδος ομάδας ήταν, ο Κουν ήταν η μεγαλύτερη βεντέτα, η μεγαλύτερη που έβγαλε το ελληνικό θέατρο -πιο πολύ κι από την Βουγιουκλάκη. Χωρίς αυτό να μειώνει την αξία του. Ηταν ένας μεγαλοφυής σκηνοθέτης, ένας μεγαλοφυής άνθρωπος, αλλά βεντέτα. Και πολύ καλά έκανε. Το πάθος του δεν είχε προηγούμενο.
»Μερικές φορές, όχι πάντα, με ξενίζουν παραστάσεις στις οποίες παίζει η Ηρώ. Μπορώ να διακρίνω το πάθος των παιδιών όπως και την τάση να διαφοροποιηθούν. Αυτό είναι μια ανάγκη τους, άλλοτε αποκαλυπτική άλλοτε δεν οδηγεί πουθενά. Η δουλειά που κάνουν οι νεώτεροι, και δεν μιλάω μόνον για τις παραστάσεις της Ηρούς, με ενδιαφέρουν πολύ. Πάω και πληρώνω εισιτήριο και θεωρώ υποχρέωσή μου και να πάω και να πληρώσω.
»Εχω μια επαφή με τη νεώτερη γενιά, πάντα είχα. Τα παιδιά έχουν έναν ενθουσιασμό που εμείς δεν έχουμε πια τόσο πολύ. Τα παιδιά έχουν το μέλλον μπροστά, κάνουν όνειρα μεγάλα, ενώ εμείς κάνουμε μόνον σχέδια. Είναι γοητευτικό να βλέπεις στα μάτια των παιδιών τη μεγάλη απορία, το άλμα στο κενό, που εμείς δεν το έχουμε. Εγώ αισθάνομαι πια σίγουρος, κι αυτό δεν είναι καλό. Θεωρώ σίγουρο ότι μόλις βγω στη σκηνή ο κόσμος θα γελάσει ακόμα κι αν πω τον Εθνικό Υμνο. Αλλά αυτό δεν είναι καλό για να πας παρακάτω».