Αρης Μπινιάρης: Ο σκηνοθέτης που ξεκίνησε ως ζογκλέρ αφηγείται την απίθανη πορεία του  | 0 bovary.gr
Αρης Μπινιάρης: Ο σκηνοθέτης που ξεκίνησε ως ζογκλέρ αφηγείται την απίθανη πορεία του | 0 bovary.gr
ΑΡΗΣ ΜΠΙΝΙΑΡΗΣ

Αρης Μπινιάρης: Ο σκηνοθέτης που ξεκίνησε ως ζογκλέρ αφηγείται την απίθανη πορεία του


Για τους περισσότερους ο Αρης Μπινιάρης είναι εκείνος που σκηνοθέτησε τους «Πέρσες» με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη. Και είναι αλήθεια ότι αυτή η παράσταση τού άλλαξε κατηγορία.

Ωστόσο ο γιος του ηθοποιού Γιώργου Μπινιάρη με την εμμονή στη μουσική και το μέτρο, ξεκίνησε την πορεία του από το θέατρο δρόμου -ζογκλέρ, ξυλοπόδαρος και είναι αυτοδίδακτος. 

«Ως γιος ηθοποιού είναι ένας λόγος να μην ασχοληθείς με το θέατρο και από αντίδραση και μόνον να περάσεις στο άλλο άκρο. Στη δική μου περίπτωση λειτούργησε αλλιώς. Πέρασα μια φάση που δεν ήθελα να ακούω για θέατρο. Αλλά μετά το λύκειο θέλησα να ασχοληθώ -δεν έλεγα από μικρός ότι εγώ θα γίνω ηθοποιός.

Ναι όλα ήταν επικίνδυνα και οι φωτιές, και οι ξυλοπόδαροι. Αλλά πιτσιρικάς στα 19 δεν το σκέφτεσαι, απλά γοητεύεσαι

Από νωρίς με γοήτευε η διαδικασία των προβών, οι περιοδείες και πήγαινα μαζί με τον πατέρα μου. Από νωρίς όμως ήρθα σε επαφή με αυτή την κοινωνική ματιά που δεν θέλει να κατατάξει τον καλλιτέχνη σε ένα κανονικό επάγγελμα. Το "τι δουλειά κάνει ο μπαμπάς σου" το αντιμετώπισα αρκετά και ως παιδί και ως ενήλικας. Από τις παραστάσεις του πατέρα μου κρατάω μια αίσθηση και πολλές εικόνες -όπως από το «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας» που ήταν σε εξωτερικούς χώρους, τον «Κύκλο με την κιμωλία», τον «Ηχο του όπλου»… 

«Το θέατρο μου άρεσε σαν παιχνίδι, αν και αισθανόμουν ότι υπήρχε ένα βάρος σε όλο αυτό. Ειλικρινά δεν ξέρω γιατί ξεκίνησα με το θέατρο δρόμου. Στην πορεία ενός ανθρώπου παίζουν ρόλο πολλά πράγματα, αλλά σίγουρα ένα από αυτά που βοήθησε ήταν οι αναφορές σε σχέση με τη δουλειά του πατέρα μου. Περνώντας τα χρόνια, συνειδητοποιώ ότι οι πρόγονοι επηρεάζουν κατά πολύ τις επιλογές μας ασυνείδητα. Σαν παζλ. Νομίζω ότι είναι μια πιο σύνθετη διαδικασία και πορεία που με φέρνει σ΄αυτή την επιλογή. Είχα κάποιους προγόνους μουσικούς, από την πλευρά της μητέρας μου.

Τελειώνοντας το σχολείο ήμουν σίγουρος για ένα μόνο πράγμα: Οτι δεν ξέρω τι θέλω να κάνω. Είχα αποφασίσει ότι θα δώσω χρόνο στον εαυτό μου να καταλάβει τι συμβαίνει. Ημουν στη γενιά του νόμου του Αρσένη που άλλαζε όλο το σύστημα, το ΄98, με τις καταλήψεις. Ολα ήταν έντονα και με μεγάλη αστάθεια. Με είχε γοητεύσει όλο αυτό, το παρακολουθούσα, αλλά δυσκολεύτηκα να αποφασίσω. 

Είχα όμως ήδη ξεκινήσει από το λύκειο να ασχολούμαι με τα ζογκλερικά. Οπως άλλα παιδιά έκαναν skate, ποδήλατο, εμείς, ήταν κι η μόδα τότε, βγαίναμε στις πλατείες και κάναμε ζογκλερικά, ξυλοπόδαρους, σαν ένα χόμπι εφήβων… 

Έμενα στον Πειραιά. Πηγαίναμε μπροστά στο Δημοτικό Θέατρο και τα κάναμε όλα αυτά. Ετσι ήρθα σε επαφή με ανθρώπους του χώρου και κάποια στιγμή όλο αυτό πήρε μορφή, δομή και πλαίσιο και μας δήγησε να φτιάξουμε τις δικές μας παραστάσεις, πάντα στην λογική του θεάτρου δρόμου. Ηταν γύρω στο ΄99 -2000, τα πράγματα ήταν πιο απλά. Ημασταν οργανωμένοι, συνεργαζόμασταν με δήμους που μας προσελάμβαναν, πηγαίναμε στην Κύπρο. Τρία χρόνια κράτησε όλο αυτό και για μένα ήταν η σχολή μου….» 

Από την παράσταση «Το θείο τραγί»
Από την παράσταση «Το θείο τραγί»

«Γράφαμε κείμενα και μουσικές, κάναμε πρόβες, ασκούμασταν καθημερινά, τρέχαμε για την προώθηση της δουλειάς. Εγώ ερχόμουν και σε επαφή με κείμενα, αναγκάστηκα να στιχουργήσω γιατί δεν είχαμε λεφτά για στιχουργό… Για μένα αυτό ήταν το πιο δυνατό απ΄όλα: Για να πραγματοποιήσουμε το όνειρό μας βρίσκαμε τους τρόπους και αναπτύσσαμε τις δυνατότητές μας στο έπακρον. Η ανάγκη μας οδηγούσε να μάθουμε καινούργια πράγματα. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να πάω μετά σε κανονική σχολή. 

Το «Θείο Τραγί» του Σκαρίμπα το είχα διαβάσει στα 18 μου. Πέρασαν δώδεκα χρόνια για να το ανεβάσω στη σκηνή

Το ίδιο έκανα και τώρα. Η ανάγκη για το «Ξύπνα Βασίλη» με οδήγησε στο να μάθω την σταθερή κάμερα (steady camera). Κι αυτή η λογική μου έχει μείνει από τότε. 

Ναι όλα ήταν επικίνδυνα και οι φωτιές, και οι ξυλοπόδαροι. Αλλά πιτσιρικάς στα 19 δεν το σκέφτεσαι, απλά γοητεύεσαι. Αλλωστε η αίσθηση της ανεβασμένης αδρεναλίνης εξακολουθεί να με ακολουθεί, με διαφορετικούς τρόπους. 

Είχα μεγάλο έρωτα με το τσίρκο. Αν θυμάμαι κάτι έντονα από την παιδική μου ηλικία, είναι οι εικόνες από το τσίρκο. Οι γονείς μου με πήγαιναν πολύ και θυμάμαι εικόνες και από τα παρασκήνια, εκεί όπου ερχόταν η απομυθοποίηση. Ακόμα στο τσίρκο παθαίνω πλάκα με τους ταχυδακτυλουργούς, τους ακροβάτες. Εχει αυτό το πολύ σκοτεινό κομμάτι πλάι στο αστραφτερό».

ο Άρης Μπινιάρης. Φωτογραφία: SGT
ο Άρης Μπινιάρης. Φωτογραφία: SGT

«Μετά από αυτή την τριετία, ένοιωσα ότι ο κύκλος αυτός έκλεισε. Μου είχε δημιουργηθεί η ανάγκη να ασχοληθώ με την αρχαία τραγωδία και ειδικότερα με την αρχαία μετρική. Είχα ακούσει τον Αρη Ρέτσο και μου είχε αρέσει η δουλειά του, πάρα πολύ. Είχα γνωριστεί με μια μουσικό και μαζί προσεγγίσαμε σεμιναριακά όλο αυτό. Εγώ ήθελα να το κάνω παράσταση. Ετσι έφτασα στην «Αντιγόνη», το 2006, στο θέατρο Χυτήριο. Μια πειραματική δουλειά σε σχέση με τη μουσικότητα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, με διαφορετικό τρόπο από εκείνον του Ρέτσου. Ακολούθησαν οι Βάκχες στο Βios, το ΄10, που δοκιμάσαμε το άνοιγμα με περισσότερο κόσμο. 

Να σκηνοθετήσω το «Ξύπνα Βασίλη» του Ψαθά; Ταράχτηκα, έχασα τον ύπνο μου για μια εβδομάδα, σκεφτόμουν πώς θα ανέβει

Εμένα η σπουδή μου ήταν το θέατρο δρόμου κι αυτή η σπουδή με έμαθε ότι ο δρόμος δεν υπάρχει, εσύ τον χαράζεις. Αν θες εσύ, θα βρεις τα μονοπάτια και θα φτιάξεις τους βηματισμούς. Η δουλειά σε μαθαίνει. 

Η ενασχόλησή μου με τα κείμενα και την ποίηση είχε αρχίσει από πολύ νωρίς -μου ασκούσαν γοητεία. Λόγω της μουσικής είχα έρθει σε επαφή με την ποίηση. Η ποίηση με πήγε στην λογοτεχνία. Θαύμαζα κείμενα πριν αποφασίσω να ασχοληθώ με το θέατρο. Το «Θείο Τραγί» του Σκαρίμπα το είχα διαβάσει στα 18 μου. Πέρασαν δώδεκα χρόνια για να το ανεβάσω στη σκηνή. Αυτή η επιλογή μου ήταν θέμα δουλειάς και μόνον, θέμα εργατοωρών». 

«Ετσι έμαθα και μουσική. Είχα κάνει κάποια μαθήματα, αλλά κυρίως μέσα από την πρακτική. Η πρώτη τέχνη που με συγκίνησε ήταν η μουσική. Αναπόφευκτα κάθε πράγμα με το οποίο καταπιανόμουνα είχα την ανάγκη να το ακούω πρωτίστως, να βιώνω τον ρυθμό και τον παλμό του. Αυτός ήταν και ο λόγος που ήθελα να ασχοληθώ με το αρχαίο δράμα. Οι θεατές ήταν μάρτυρες ενός θεάματος και παραλήπτες του εσωτερικού παλμού που συμβαίνει επί σκηνής. Κι έτσι πήγα προς το μέτρο και την αρχαία μετρική. Μπορεί μια παράσταση να επικοινωνήσει με τις αισθήσεις του θεατή πέρα από το να είναι μια διανοητική πληροφορία και μόνο; 

Με προβληματίζει η μόνωση και ο δογματισμός, αυτό το αμετάκλητο και το αμετακίνητο

Το «Θείο Τραγί» είναι το κέντρο μου, είμαι εγώ μέσα σ΄αυτή την παράσταση. Με τους «Πέρσες» αισθάνθηκα ότι μπορώ να δοκιμάσω όλο αυτό που κάνω με μεγαλύτερο θίασο. Θυμάμαι είχα καλέσει ηθοποιούς να δουν την δουλειά μου στο «1821», ανάμεσά τους και την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη. Μετά την παράσταση μοιράστηκα μαζί της την σκέψη μου για τις «Βάκχες» -άλλο αν μετά προηγήθηκαν οι «Πέρσες». Πήγα την πρότασή μου με τους «Πέρσες» στο Φεστιβάλ για την Επίδαυρο και ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος μου πρότεινε τη συνεργασία με τον ΘΟΚ. Μια ευτυχής στιγμή αυτή η συνεργασία. Εξαιρετικοί οι κύπριοι καλλιτέχνες και η πλαισίωση από την πλευρά τους. 

Επιτυχία; Ναι, ένοιωσα ότι οι «Πέρσες» πέτυχαν υπό την έννοια ότι ήθελα να φτιάξω μια παράσταση που να διατηρεί τα αισθητικά στάνταρ που έχω εγώ και παράλληλα να απευθύνεται στο ευρύ κοινό. Οπότε αυτό αισθάνθηκα ότι πέτυχε. Οπως πέτυχε και η συνεργασία μεταξύ μας, με την Κύπρο. Υπήρξε συλλογικά μια στόχευση από όλους και επί δύο χρόνια ήμασταν όλοι συντονισμένοι σε έναν στόχο. Στο τέλος ήταν βαθειά συγκινητικό όλο αυτό». 

O Γιώργος Μπινιάρης.
O Γιώργος Μπινιάρης.

«Από την πρόταση του Στάθη Λιβαθινού αιφνιδιάστηκα ευχάριστα. Να σκηνοθετήσω το «Ξύπνα Βασίλη» του Ψαθά; Ταράχτηκα, έχασα τον ύπνο μου για μια εβδομάδα, σκεφτόμουν πώς θα ανέβει. Πήρα τον χρόνο μου, είδα την ταινία, διάβασα το θεατρικό κι έπαθα πλάκα. Με διαβεβαίωσαν και για την διασκευή και προχώρησα. Ηξερα από την αρχή ότι θέλω να χρησιμοποιήσω αυτό που μου έδωσε κυρίως η ταινία: Με μια αισθητική του ΄60 να μιλήσεις για πράγματα του σήμερα. Ηθελα να βάλω μέσα στην παράσταση και το γεγονός ότι στην συλλογική μας μνήμη το «Ξύπνα Βασίλη» έχει καταγραφεί κυρίως ως ταινία. 

Παρακολουθώ καθημερινά ειδήσεις. Θέλω να είμαι ενημερωμένος. Με προβληματίζει η μόνωση και ο δογματισμός, αυτό το αμετάκλητο και το αμετακίνητο. Διακρίνω πια ότι χρειάζεται όλο και περισσότερη αυτοκριτική, να σπάσουν τα στεγανά, να δούμε λίγο που τα πράγματα αρχίζουν να επικοινωνούν, διατηρώντας πάντα την οριοθέτηση. Για μένα είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει οριοθέτηση αλλά και παράλληλα να αναπνέουμε μέσα σ΄αυτό. Το ίδιο συμβαίνει και στις σχέσεις των ανθρώπων. Για να γνωριστούμε πρέπει να βάλουμε κάποια όρια, αν δεν τα βάλουμε δεν μπορούμε να γνωριστούμε, θα γίνει μια σούπα, μια φαινομενική συνύπαρξη χωρίς τίποτα το ουσιαστικό. Αυτή η αίσθηση της σούπας, στην οποία το διαδίκτυο παίζει ρόλο, κάνει κακό και με τρομάζει… 

Αισθάμομαι ότι είμαστε σε μια μεταβατική φάση, αλλά είμαι αισιόδοξος…. 
 
Με συγκινεί η Ιστορία -διαβάζω όσο περισσότερο μπορώ. Διαβάζω γύρω από τις παραστάσεις μου. Με συγκινεί και το υπαρξιακό κομμάτι μέσα στην ιστορία. Πιστεύω ότι η Ιστορία υπάρχει εάν εσύ θες να αναπτύξεις μια σχέση μαζί της. Η εξιδανίκευση και η αγιοποίηση των ηρώων σε απομακρύνει από το να αποκτήσεις σχέση μαζί τους, οπότε δεν σου αφήνει καμία προοπτική να κάνεις εσύ κάτι όπως έκαναν εκείνοι… 

Μεγάλωσα στον Πειραιά -γεννήθηκα στην Αθήνα. Και τώρα που δεν μένω πια εκεί, πηγαίνω συχνά βόλτα στο λιμάνι, και μόνος μου. Μου αρέσουν οι συναυλίες -μια καλή συναυλία μπορεί να με κρατήσει για έναν μήνα, να βγαίνω με φίλους. Σε μια ιδανική έξοδο θα ήθελα να συναντήσω τον Λέμι των Motorhead και τον Γκροτόφσκι…

Πιστεύω ότι η μεθόδευση της δουλειάς είναι απαραίτητη και όλο το παιχνίδι είναι στην διαχείριση του χρόνου. Αυτό που με τρομάζει πάντα είναι η πολυτέλεια του χρόνου.  Να έχουμε μια αίσθηση ότι μας δωρίζεται κάτι. Το γεγονός ότι μου δίνεται ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα να ετοιμάσω μια παράσταση, για μένα είναι πολύ θετικό. Η έλλειψη χρόνου ίσως λειτουργήσει θετικά ως προς την κίνηση του πράγματος. Ο χρόνος, ο χώρος και μετά το χρήμα, τα τρία Χ δηλαδή, πρέπει να είναι ορισμένα, καθορισμένα για να μπορεί να γίνει κάτι. Μετά το πράγμα μπατάρει». 


«Ξύπνα Βασίλη» του Δημήτρη Ψαθά, στην σκηνή Νίκος Κούρκουλος του Εθνικού Θεάτρου.
Σκηνοθεσία Αρης Μπινιάρης
Παίζουν: Γιώργος Γάλλος, Ηρώ Μπέζου, Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, Γιώργος Παπαγεωργίου, Ελενα Τοπαλίδου κ.ά. 
Παραστάσεις: Τετάρτη & Κυριακή στις 19.00, Πέμπτη-Παρασκευή-Σάββατο στις 21.00.