Ο Δημήτρης Πιατάς μεγάλωσε στην Αθήνα και ξεκίνησε να κάνει θέατρο χωρίς να ξέρει αν κάνει γι΄αυτή την δουλειά. Με το χιούμορ που είχε πάντα έγινε κωμικός και συνεχίζει ακάθεκτος, κόντρα στους ωραίους δίμετρους...
«Είμαι παιδί μιας μικρο-μεσοαστικής, συντηρητικής οικογένειας, χωρίς καταβολές επαρχίας. Ο πατέρας μου, λογιστής, ο αδελφός μου, οικονομολόγος. Μεγάλωσα στον Λυκαβηττό. Ημουν μέτριος μαθητής -πρώτα στο 14ο του Πικιώνη και μετά στο 8ο, Νικοπόλεως. Συμμαθητές και φίλοι, ο Γιάννης Ζουγανέλης, ο Αντώνης Καφετζόπουλος, ο Γιώργος Κοσκωτάς, ο Χρήστος Παπουτσής και ο Αλέκος Λειβαδάς, γιος του Βαγγέλη Λειβαδά (σ.σ. θεατρικός παραγωγός). Ετσι το θέατρο υπήρχε με την έννοια της εικόνας, του ονείρου. Εβλεπα παραστάσεις. Ο πατέρας μου, ως λογιστής, έπαιρνε τα εισιτήρια της εργατικής εστίας που περίσσευαν.
Αναζητώντας έναν τρόπο εκτόνωσης μιας άθλιας παιδείας, ο μόνος τρόπος να ξεφύγουμε ήταν τα θεατρικά παιχνίδια
Τότε θεωρούσα ότι δεν θα μπορούσα να είμαι σ΄αυτόν τον χώρο. Ενα παιδί δειλό, ευγενικό και συνεσταλμένο, χωρίς ιδιαίτερα προσόντα, χωρίς αυτοπεποίθηση, θεωρούσα ότι μάλλον δεν θα έκανα γι΄ αυτήν την δουλειά. Το θέατρο ήταν το κρυφό παιδικό μου όνειρο, αλλά όχι κάτι παραπάνω. Εκανα πολύ Καραγκιόζη μικρός, ήμουν αρκετά χαριτωμένος, γλυκός, είχα χιούμορ. Εκανα τον Τσάρλι Τσάπλιν. Αρα η αίσθηση του θεάτρου υπήρχε χωρίς να είναι ομολογημένη. Είμαι για ψυχαναλυτή και για ντιβάνι, το ξέρω».