Δύο γυναίκες κρατούν έναν άνδρα με τη βία στο κρεβάτι. Η μία του πιέζει με το ένα χέρι το κεφάλι ώστε να μην μπορεί να το σηκώσει από το στρώμα, ενώ η δεύτερη προσπαθεί να κρατήσει τα χέρια και τον κορμό του ακινητοποιημένα.
Είναι γυναίκες με δυνατά χέρια, αλλά ακόμα και έτσι χρειάζονται και οι δύο για να κρατήσουν το θύμα τους καθώς η μία από αυτές θα του κόβει το λαιμό με ένα λαμπερό σπαθί. Το αίμα πετάγεται σαν πίδακας. Στα ορθάνοιχτα μάτια του καθρεφτίζεται η απόγνωση. Ξέρει ακριβώς τι του συμβαίνει.
Ο νεκρός είναι ο Ολοφέρνης, εχθρός των Ισραηλιτών στην Παλαιά Διαθήκη, και η νεαρή γυναίκα που τον κατακρεουργεί, είναι η Ιουδήθ. Η δολοφόνος του. Στην πραγματιοκότητα, το θύμα είναι ο Ιταλός ζωγράφος Αγκοστίνο Τάσσι, ενώ η γυναίκα με το σπαθί είναι η Αρτεμισία Τζεντιλέσκι, η οποία ζωγράφισε τον πίνακα. Πρόκειται ουσιαστικά, για μία αυτοπροσωπογραφία.
Μόνο δύο -γεμάτοι αίμα- πίνακες της Ιουδήθ και του Ολοφέρνη, ζωγραφισμένοι από την Αρτεμισία Τζεντιλέσκι έχουν σωθεί. Ο ένας βρίσκεται στο Καποντιμόντε στη Νάπολη και ο άλλος στο Ουφίτσι της Φλωρεντίας. Είναι σχεδόν πανομοιότυποι, εκτός από τις μικρές λεπτομέρειες -στη Νάπολη το φόρεμα της Ιουδήθ είναι μπλε, στην Φλωρεντία κίτρινο- σαν να ήταν αυτή η εικόνα ένας εφιάλτης, η τελική πράξη μιας τραγωδίας που αναπαρήγαγε μέσα στο μυαλό της.