«Για τη Δαλιδά, δεν υπήρχαν αποχρώσεις», έλεγε για κείνη η Μπριζίτ Μπαρντό. «Mόνο κόκκινο ή μαύρο». Κι όταν ερωτευόταν, ήταν πάντα «κόκκινη». Καιγόταν ολόκληρη.
To 1979, η Δαλιδά διανύει την περίοδο όπου μεταμορφώνεται από τη «φωνή του Olympia» σε show woman και στρας ιέρεια της ντίσκο -όλη η Ευρώπη τραγουδάει «Salma ya salama», έχει μόλις κατακτήσει την Αμερική, έχει τραγουδήσει στο Carnegie Hall, ο Τύπος σέρνεται πίσω από τα τακούνια της, την αποκαλούν «η Γαλλίδα ντίβα», «η υπέρτατη ντίβα». Η σκηνή την τρέφει, αλλά κάτω απ’αυτή ζει μια ζωή μισερή.
Έχει ήδη στο «ενεργητικό» της ένα γάμο-ναυάγιο, κάμποσα ξεθυμασμένα πάθη, έναν εραστή αυτόχειρα, μια δική της απόπειρα αυτοκτονίας. Eίναι 46 χρονών και μόνη της -η θλίψη την σκεπάζει σαν ψιλή ομίχλη. Κάνει ψυχανάλυση και εξακολουθεί να εκπλήσσεται από την προδοσία. O Φρανσουά Μιτεράν στα 63 του, ηγέτης των Σοσιαλιστών και στο κατώφλι της πρώτης θητείας του στην προεδρία της Δημοκρατίας, είναι το είδος του άντρα που ψάχνει σε όλη της τη ζωή: έξυπνος, σκληρός, δυνατός, παθιασμένος, η τυπική γαλλική «αλεπού». Ένας «πατερούλης», στη θέση του πατέρα που έχει χάσει στα 12 της χρόνια.