Πέτρος Κωστόπουλος: «Θέλω να ξαναέχω μια κανονική ζωή» | 0 bovary.gr
Πέτρος Κωστόπουλος: «Θέλω να ξαναέχω μια κανονική ζωή» | 0 bovary.gr
Π. ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

Πέτρος Κωστόπουλος: «Θέλω να ξαναέχω μια κανονική ζωή»


Εκ βαθέων: Λίγο πριν τα καινούργια επαγγελματικά του βήματα, ο Πέτρος Κωστόπουλος κάνει την αυτοκριτική του. Παραδέχεται πως δεν έχει προσαρμοστεί στη νέα κατάσταση της ζωής του και πως πλήρωσε ακριβά τα δικά του, μεγάλα, λάθη. Σ΄αυτό το νέο ξεκίνημα, έχοντας χάσει «οικογένεια, δουλειά, σπίτια, λεφτά», στηρίζεται στον εαυτό του, σε όσους τον εμπιστεύονται και, πάνω απ΄όλα, στην αγάπη που μοιράζεται με τα παιδιά του.  

 

-Θέατρο, μουσική και ένα νέο μαγαζί: Κύριε Κωστόπουλε, ποια είναι τα νέα επαγγελματικά σας σχέδια;

«Το θέατρο προέκυψε ξαφνικά. Ο παραγωγός του Grease, ο Γιώργος Ισαάκ, μου πρότεινε να παίξω τον ρόλο ενός dj - τηλεοπτικού παρουσιαστή και αφηγητή. “Σαν να κάνεις τον εαυτό σου σε μια άλλη εποχή, το ΄59”, μου είπε. Μου άρεσε η ιδέα. Εχω κάνει πολλά στη ζωή μου ως τώρα, αλλά όχι θέατρο. Ηταν μια μεγάλη πρόκληση και μου αρέσει που ο θίασος είναι όλο νέα παιδιά.

Το πρώτο που έκανα ήταν να πάρω τις κόρες μου τηλέφωνο και να τις ρωτήσω αν πιστεύουν θα γίνουμε ρεζίλι! Αν και δεν μου φαίνεται είμαι ένας άνθρωπος που ντρέπεται. Και οι δύο συμφώνησαν και με προέτρεψαν να το κάνω. Το ίδιο και ο γιος μου. Φοβάμαι μήπως μόλις δω κόσμο από κάτω, ξεχάσω τα λόγια μου. Πραγματικά απορώ πώς καταφέρνουν οι ηθοποιοί και μαθαίνουν τα λόγια τους.

Η αναγνωρισιμότητα φέρνει κακά πράγματα. Μπορεί να θέλαμε, όταν ήμασταν παιδιά, να μας μάθει ο θυρωρός μας, αλλά τελικά με τα χρόνια κατάλαβα ότι είναι κατάρα

 

Κι έτσι απέκτησα ένα καθημερινό πρόγραμμα. Γιατί όταν δεν έχεις δουλειά, δεν έχεις και πρόγραμμα. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να ξυπνάς και να βλέπεις το ταβάνι, γιατί για μεγάλο χρονικό διάστημα αυτό έκανα.
Παράλληλα, αυτή την εποχή ετοιμάζεται ένα καινούργιο σαντουιτσάδικο, το Street Deli στην οδό Καψάλη στο Κολωνάκι. Δεν είναι σάντουιτς σαν κι αυτά που ξέρουμε. Εχω μαζέψει συνταγές από τη Νέα Υόρκη και το Λος Αντζελες και θέλω να κάνω κάτι καινούργιο.

 Αυτό είναι κάτι που με ενδιαφέρει πολύ, κάτι σοβαρό και σταθερό. Δεν έχω μετοχές στην επιχείρηση, αλλά ασχολούμαι με όλα, με την κουζίνα, με το στήσιμο του μαγαζιού. Και θα πηγαίνω εκεί πολύ συχνά.

Το τρίτο που θα κάνω είναι να βάζω μουσική, κάθε Σάββατο βράδυ, στο Tier, στο Νέο Ψυχικό, ενώ συζητάω και για ένα ακόμα μπαρ στο Κολωνάκι».

Φωτογραφία: NDP
Φωτογραφία: NDP

-Κι έτσι βρήκατε τρόπους να αντιμετωπίσετε την κρίση...

«Η κρίση μας έχει αλλοτριώσει σε μεγάλο βαθμό. Εχει αλλοτριώσει τις σχέσεις μας, τα όνειρά μας, έχει αλλοτριώσει το σύμπαν. Σου΄χει κόψει το όνειρο. Σήμερα όλα σταματάνε σε έναν τοίχο. Οι σχέσεις πάντα είχαν δυσκολίες, φιλικές, ερωτικές, συζυγικές -τώρα πέφτουν πάνω σε έναν τοίχο. Γιατί στόχος πια είναι να επιζήσεις και όχι να ζήσεις».

Προσωπικά υπέστην ένα πολύ χοντρό bullying. Εγραψαν μέχρι ότι εγώ ήμουν υπεύθυνος για την οικονομική καταστροφή της χώρας



-Δεν το βάζετε κάτω, πάντως...

«Μα δεν γίνεται να το βάλεις κάτω. Γιατί αν το κάνεις, το μόνο που σου μένει είναι αυτοκτονήσεις με κάποιον τρόπο -κάτι που μπορεί να σημαίνει να κλειστείς στο σπίτι σου και να μην βγαίνεις. Είναι άνθρωποι που μετά από ένα τέτοιο πατατράκ, που έχασαν τα πάντα, δεν κατάφεραν να ξανασηκωθούν. Κι άλλοι που το ξαναπροσπαθούν. Το τι θα καταφέρεις, θα δείξει ο χρόνος».

-Τι θα πει «χάνω τα πάντα»;

«Θα πει χάνω σπίτια, δουλειά, λεφτά, οικογένεια. Και για τον άνδρα το εργασιακό θέμα είναι καθοριστικό. Σίγουρα και οι γυναίκες έχουν διεκδικήσει κι έχουν κερδίσει πολλά στα επαγγελματικά τους, αλλά για εμάς τους άνδρες η δουλειά είναι όλη μας η ζωή. Η ύπαρξή μας, η υπερηφάνεια μας.

Το βλέπω παντού. Χωρίς λεφτά αλλάζουν οι σχέσεις, αλλάζεις και εσύ και η ζωή σου. Οταν χρειαστεί να συμπιέσεις τη ζωή σου θα το κάνεις, αλλά ως ένα σημείο, έχεις ένα όριο. Πόσο να συμπιεστείς; Οι ψυχίατροι σου λένε ότι η κρίση έχει διαλύσει τα πάντα, παρέες, οικογένειες, όχι μόνον επιχειρήσεις. Κι όποιος λέει ότι τα λεφτά δεν παίζουν ρόλο στις σχέσεις των ανθρώπων, λέει ψέματα».

-Στην περίπτωσή σας το οικονομικό καθόρισε τις εξελίξεις στη ζωή σας; 

«Οχι. Η κρίση παίζει ρόλο. Η κρίση επιβαρύνει και λειτουργεί καταλυτικά πάνω στη σχέση των ανθρώπων. Θα μπορούσε να έχει συμβεί και υπό άλλες συνθήκες.

Γιατί εμείς δεν ξεκινήσαμε έτσι. Ηταν μια τεράστια κρίση. Εγώ, όταν ξεκινήσαμε, ήμουν ένας υπάλληλος στον Τερζόπουλο όπως κάθε διευθυντής περιοδικού ή τηλεοπτικού σταθμού. Πέρασα πολλά χρόνια πολύ καλά και είμαι πολύ ευχαριστημένος. Απλώς ο ίδιος αποδιαρθρώθηκα από την κρίση. Δεν μπορούσα να έχω καλή σχέση με το περιβάλλον. Είχα θυμό, τρομακτικό θυμό, κυρίως με τον εαυτό μου. Μ΄έπιασε κατάθλιψη για το σύμπαν που χάνεται -όχι μόνο το σπίτι ή τα λεφτά. Δέχτηκα κι ένα bullying, το οποίο δέχονται συνήθως οι άνθρωποι που έχουν μια αναγνωρισιμότητα, ειδικά όταν δουλεύουν στα media. Κι αυτή η αναγνωρισιμότητα φέρνει κακά πράγματα. Μπορεί να θέλαμε, όταν ήμασταν παιδιά, να μας μάθει ο θυρωρός μας, αλλά τελικά με τα χρόνια κατάλαβα ότι είναι κατάρα. Γιατί μπορεί, όπως μου έτυχε τώρα εμένα, να σε βοηθήσει να βρεις μια δουλειά στο θέατρο, ή να σου δώσουν καλό τραπέζι σε ένα εστιατόριο, αλλά από την άλλη ακούς και δέχεσαι τέρατα. Είναι ανθρωποφαγικό. Κι αυτό με πείραξε πιο πολύ από όλα».

Αν είχα κάνει τα λάθη που έκαναν άλλοι εκδότες, και τότε και εκ των υστέρων, θα με είχαν κρεμάσει στο Σύνταγμα



-Την ίδια στιγμή όμως εσείς ο ίδιος ζούσατε μια ζωή στη δημοσιότητα...

«Οχι, δεν είναι έτσι. Το 1987 που άρχισα να γίνομαι γνωστός, δεν υπήρχε ως τότε άλλος γνωστός διευθυντής περιοδικού ή γνωστός dj στο ραδιόφωνο. Τότε θεά στα περιοδικά ήταν η Ρούλα Μητροπούλου στον Ταχυδρόμο, στον ΔΟΛ, αλλά δεν την ήξερε κανείς. Με την πρώτη φορά που με κάλεσαν στην τηλεόραση, η Λιάνα Κανέλλη συγκεκριμένα, την επομένη άρχισαν να με γνωρίζουν όλοι. Εγινα γνωστός για αυτά που έγραφα, για τα περιοδικά που έβγαζα και ακόμα χειρότερα για τις γυναίκες που είχα. Ηταν η αρχή των κουτσομπολίστικων περιοδικών. Πολλές φορές ένας άντρας πληρώνει πιο πολύ και από τα λεφτά που έβγαλε, τις γυναίκες που είχε. Ο πιο επιτυχημένος έμπορος πλαστικών να είσαι, δεν θα ασχοληθούν μαζί σου. Γιατί είναι που ο κόσμος θεοποιεί τα media, αλλά κάνει λάθος. Τα media τίποτα δεν μπορούν να κάνουν, παρά να σου χαλάσουν τη διάθεση. Ούτε κυβέρνηση ανεβάζουν ούτε κατεβάζουν.

Προσωπικά υπέστην ένα πολύ χοντρό bullying. Εγραψαν μέχρι ότι εγώ ήμουν υπεύθυνος για την οικονομική καταστροφή της χώρας. Μόνον σχιζοφρενής, φθονερός ή εμπαθής μπορεί να σκεφθεί κάτι τέτοιο».

-Παίξατε όμως κι εσείς σ΄αυτό το παιχνίδι της εικόνας;

«Οχι δεν έπαιξα. Τη δουλειά μου έκανα, με τη γυναίκα μου έβγαινα, οικογένεια είχα, ούτε τηλεόραση έκανα τότε. Ούτε σκάφη είχα, παρά ένα φουσκωτό, ούτε αεροπλάνα ούτε ελικόπτερα. Και τσαμπουκάδες με φωτογράφους έκανα για να μην μας τραβάνε συνέχεια. Μας θεωρούσαν μαζί με την Τζένη λαμπερά πρόσωπα και μας κυνηγούσαν. Και στην τηλεόραση όταν έβγαινα, εκείνη την εποχή, ήταν για πολιτικές εκπομπές».

-Θεωρείτε δηλαδή ότι σας αδίκησαν; Οτι αδικηθήκατε;

«Ετσι πιστεύω. Εγώ δεν είπα σε κανέναν να πάει να αγοράσει ούτε χρυσά ρολόγια ούτε πόρσε. Ολα τα περιοδικά στην Ελλάδα, όπως και σ΄ όλο τον κόσμο είναι γεμάτα με ακριβά αντικείμενα το πόθου. Ρούχα αξεσουάρ, αυτοκίνητα. Ακόμα και σήμερα τα βλέπεις. Σιγά μην πιστέψω ότι όλη η Ελλάδα κοίταζε τι έκανα εγώ. Βγάζαμε πολλά και διαφορετικά περιοδικά, δεν ήταν όλα life style, σαν κι αυτά που έβγαζαν όλοι οι εκδοτικοί οίκοι».

-Είχατε την αίσθηση ότι σαν αντιγράφουν;

 «Δεν ξέρω ποιοι με αντέγραφαν. Και τι αντέγραφαν; Να έχουν κι αυτοί την Τζένη; Επρεπε δηλαδή να έχω άσχημη γυναίκα; Αλλά και τώρα μπορούν να με αντιγράφουν».

Αν ο χρόνος ξαναγύριζε πίσω, στο 1995, θα παντρευόμουν ξανά την ίδια γυναίκα

 

-Αρα ποια είναι η δική σας εξήγηση;

«Δεν θέλω να ξαναγυρίσω πίσω. Τι να λέω και να ξαναλέω... Φθόνος, υπάρχει φθόνος. Είναι μια ελληνική λέξη, δεν τη βρίσκεις παντού».

-Δηλαδή πληρώσατε την προσωπικότητά σας;

«Σαφώς είναι θέμα προσωπικότητας. Αν είχα κάνει τα λάθη που έκαναν άλλοι εκδότες, και τότε και εκ των υστέρων, θα με είχαν κρεμάσει στο Σύνταγμα. Εμείς όταν σταματήσαμε να δουλεύουμε, χρωστούσαμε ενάμισι μισθό. Από τότε πόσους μισθούς ακούς ότι χρωστάνε; Πόσοι από τους υπόλοιπους έχασαν όλη τους την περιουσία;».

-Η δημοσιοποίηση της κατάστασής σας, μέσω ανοιχτής επιστολής στα media, γιατί έγινε;

«Νομίζω ότι έτσι πρέπει να κάνεις. Είσαι υποχρεωμένος όταν κάτι είναι δημόσιο να μιλήσεις, να δώσεις απαντήσεις. Υπέστην όμως ένα τέτοιο bullying, χωρίς κανένα νόημα. Μου χρέωσαν τόσα πολλά. Σε μένα επιτέθηκαν τελικά, όχι στη δουλειά μου. Εγώ τους ενοχλούσα, παρ΄ ότι ουτε διαπλεκόμενος  ήμουν ούτε από τους ζάμπλουτους αυτού του τόπου».

-Μετανιώσατε;

«Γι΄αυτά που έζησα δεν μετάνιωσα καθόλου. Μετάνιωσα μόνο για τον τρόπο που τελείωσε το μαγαζί. Χαίρομαι για όλα όσα έκανα στη ζωή μου. Φιγούρα δεν έκανα -έφτανα από μόνος μου. Εκανα ταξίδια σε συνδυασμό με τη δουλειά μου, έτρωγα καλά, μου άρεσε να μαγειρεύω, ψώνιζα ρούχα. Αυτά θα τα ξαναέκανα πάλι από την αρχή. Και την εταιρεία θα την ξαναέκανα.
Αυτή η εταιρεία, όπως διάβασα πρόσφατα σε ένα άρθρο της Αλεξάνδρας Τσόλκα, ήταν ίσως η πιο χαρούμενη εταιρεία που έγινε ποτέ και η πιο καλά πληρωμένη. Το λένε και το γράφουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Σε βαθμό βλακείας είχα πάρα πολλούς υψηλά αμειβόμενους. Κι αυτό σήμαινε τρία με τέσσερα εκατομμύρια παραπάνω σε μισθούς κάθε χρόνο που αλλιώς θα έμπαιναν στην τσέπη μου ή στα κέρδη της εταιρείας. Είχαμε πολλή χαρά σ΄αυτό το μαγαζί, όμως. Ναι, όλα αυτά θα τα ξαναέκανα».

Μου έλεγαν “εσύ δεν μασάς”. Ψευδές. Μασάς και κλαις τις νύχτες, και είσαι κάτω στα πατώματα, και δεν σηκώνεσαι για μέρες, μήνες, ή και χρόνια



-Και στην προσωπική σας ζωή;

«Ναι. Αν ο χρόνος ξαναγύριζε πίσω, στο 1995, θα παντρευόμουν ξανά την ίδια γυναίκα, γιατί μεγάλωσε πολύ καλά τα παιδιά της και πέρασα κι εγώ πολύ καλά μαζί της αυτά τα δέκα πέντε χρόνια από τα δεκαεπτά -δεκαοκτώ, που μείναμε μαζί.
Δεν έκανα κανένα έγκλημα. Εκ των υστέρων κατάλαβα ότι όταν πας να πτωχεύσεις, πτωχεύεις γρήγορα και δεν βάζεις ό,τι έχεις και δεν έχεις μέσα στην τρέλα ότι “εγώ θα το σώσω”. Κρατάς μια καβάτζα, μικρή, για τα παιδιά σου, για σένα, για να μην πεθάνεις στην ψάθα. Επρεπε να κλείσει η εταιρεία νωρίτερα για να μας μείνει κάτι...
Τώρα βλέπουμε ότι τα διάφορα δάνεια που είχαν δοθεί σε επιχειρηματίες είχαν δοθεί ακόμα και χωρίς  κάλυψη. Κι εγώ πήγα κι έβαλα τα σπίτια μου. Πάνε και τα λεφτά πάνε και τα σπίτια, πάνε όλα. Κι έτσι δεν θα είχαν μείνει εκκρεμότητες ούτε με κανέναν ούτε με εργαζόμενους. Σχεδόν όλα τα λεφτά έφυγαν τον τελευταίο χρόνο για αμοιβές. Αν το είχα κλείσει νωρίτερα θα ήμασταν όλοι μια χαρά. Σήμερα τα συγκροτήματα του τύπου χρωστάνε από έξι μήνες ως δύο χρόνια κι εγώ κλείνοντας χρωστούσα ενάμιση μήνα».

- Το life style τελείωσε;

«Αυτή είναι η μεγαλύτερη βλακεία που έχει γραφτεί. Πάντα υπάρχει ένα life style. Δεν τελείωσε το life style, τελείωσε ο έντυπος τύπος. Αυτό το έλεγα στους φίλους μου που δούλευαν σε πολιτικά έντυπα, ότι θα έρθει η ώρα τους. Οταν καταρρέει η οικονομία, το πρώτο που καταρρέει είναι η διαφήμιση. Γιατί πέθανε η διαφήμιση. Life style δεν είναι οι κουτσομπολίστικες εκπομπές στην τηλεόραση, όπως έχει καταντήσει σήμερα.

Αλλά το ωραίο ντύσιμο, το ωραίο φαγητό, τα ταξίδια πάντα τα θέλουμε. Τα λεφτά πια δεν υπάρχουν. Το έχει έμφυτο μέσα του ο άνθρωπος. Για να πούμε μια αλήθεια τα περιοδικά έχουν φτιαχτεί παντού για να διασκεδάζουν τον κόσμο. Αλλο πράγμα ο πολιτικός τύπος».

-Θα ξαναβγάζατε περιοδικά;

 «Οχι, όχι. Μου πρότειναν να μου δώσουν λεφτά για περιοδικά και τους είπα μια και είναι να τα χάσουμε να τα χάσουμε περνώντας ωραία, κάνοντας ταξίδια, χωρίς να αφήσουμε και χρέη πίσω μας».

-Πώς προσαρμοστήκατε στην επόμενη φάση;

 «Δεν έχω προσαρμοστεί. Αλλά δεν έκανα ψυχανάλυση. Δεν είχα πρόβλημα πριν την κρίση. Αλλωστε πάντα είχα μια light μανιοκατάθλιψη, που μου έλεγαν ότι με βοηθάει να είμαι δημιουργικός. Ξέρω τι έχω. Στη ζωή ο άνθρωπος στηρίζεται σε τρεις πυλώνες. Στην οικογένειά του, στη δουλειά και τα χρήματά του και στη φιλία, με την έννοια του πως σε αντιμετωπίζει το κοινωνικό σου περιβάλλον. Εμένα κόπηκαν και τα τρία. Το ερώτημα είναι πώς δεν πήδηξα και πώς δεν πήγα στο Δαφνί».

-Σκεφτήκατε σοβαρά την αυτοκτονία;

«Ολα πέρασαν από το μυαλό μου, αλλά όχι πραγματικά. Πολλοί άνθρωποι στη ζωή τους περνάνε από αυτή τη φάση... Μετά σου έρχονται οι δεύτερες σκέψεις, όχι τόσο για τον εαυτό σου, αλλά κυρίως για τα παιδιά σου, τους φίλους σου, την οικογένειά σου».

-Και τον εαυτό σου...

«Ναι, και αυτό. Μου έλεγαν “εσύ δεν μασάς”. Ψευδές. Μασάς και κλαις τις νύχτες, και είσαι κάτω στα πατώματα, και δεν σηκώνεσαι για μέρες, μήνες, ή και χρόνια».

Δεν περίμενα ότι θα χώριζα. Είχα πει ότι στη ζωή μου μια φορά θα παντρευτώ. Δεν νομίζω άλλωστε ότι ο γάμος είναι και για χόρταση

 

-Τι σας έκανε να σηκωθείτε;

«Τα παιδιά μου και ο εγωισμός μου, ο οποίος έχει δεχτεί πολλά στραπάτσα. Ετσι βέβαια έγινε πιο υγιής. Και για να πω την αλήθεια δεν έχω κανέναν θυμό. Μόνο με μένα έχω θυμό για αυτά που έκανα, για τις βλακείες και τα λάθη. Κάποια στιγμή πρέπει να σφραγίζεις το παρελθόν και να πηγαίνεις παρακάτω. Πιστεύω ότι αν μου βγουν λιγάκι τα πράγματα που προσπαθώ τώρα, θα το ξεπεράσω. Αλλα όταν έχασα αυτούς τους τρεις πυλώνες ήμουν σαν σεισμός στην Τουρκία, ισοπεδωμένος».
 

-Πώς το διαχειριστήκατε όλο αυτό με τα παιδιά σας;

«Πιστεύω ότι με την Τζένη τα διαχειριστήκαμε με σωστό τρόπο. Η ευτυχία μέσα σ΄αυτό ήταν ότι και η Τζένη δούλευε, πούλησε την εταιρεία της για αρκετά λεφτά, στον Γερολυμάτο, πράγμα που είναι γνωστό. Τα παιδιά πιστεύω δεν είναι τραυματισμένα. Αλλωστε δεν τα μάθαμε ποτέ να κοκορεύονται, ούτε εμείς κοκορευόμασταν. Το πιο σημαντικό που συνέβη μέσα σ΄ αυτόν τον κατακλυσμό είναι ότι οι μεγάλες μου οι κόρες, ζώντας τη χειρότερη περίοδο της ζωής τους, βγήκαν αριστούχες. Αρα και δυνατά παιδιά ήταν και όλα έγιναν με έναν τρόπο που έκανε απόσβεση των κραδασμών.
Είμαι υπερήφανος για τα παιδιά μου αλλά ίσως πρέπει να είμαι υπερήφανος και για την Τζένη και για μένα».

-Τελικά είναι δύσκολο πράγμα ένας χωρισμός;

«Νομίζω ότι εσείς οι γυναίκες το βλέπετε αλλιώς. Οσο μεγάλωνα έβλεπα τους άντρες να αφήνουν τις γυναίκες τους, κυρίως μόλις έβγαζαν λεφτά, με έναν απαράδεκτο τρόπο. Τώρα βλέπω τις γυναίκες, μετά τα σαράντα -συναναστρέφομαι έναν «σύλλογο» χωρισμένων αντρών, να παίρνουν εκείνες απόφαση να χωρίσουν. Εχει γίνει κάτι σαν τσουνάμι. Βέβαια όλο αυτό έχει να κάνει με την οικονομική ανεξαρτησία των γυναικών αλλά όχι μόνο. Οι γυναίκες, μετά τα σαράντα, κάτι παθαίνετε. Ειδικά όσες έκαναν παιδιά... Πιστεύω ότι κάνουν λάθος, αλλά για να το κάνουν τόσες πολλές, τι να πω... ».

-Περιμένατε ότι θα χωρίσετε;

«Δεν περίμενα ότι θα χώριζα. Είχα πει ότι στη ζωή μου μια φορά θα παντρευτώ. Δεν νομίζω άλλωστε ότι ο γάμος είναι και για χόρταση. Μια φορά παντρεύεσαι, μια φορά κάνεις παιδιά και τέλειωσε. Βέβαια μιλάω μόνο για μένα. Και δεν καταλαβαίνω γιατί πια, αφού έχω τα παιδιά μου, να ξαναπαντρευτώ. Να συζήσω, ναι. Αλλά δεν έχω ανάγκη να “νομιμοποιήσω” πλέον κάτι».

Λέω πάντα ότι τα λεφτά δεν φέρνουν την ευτυχία αλλά φέρνουν την καλύτερη προσομοίωση της

 

-Ερωτεύεται κανείς ξανά;

«Ναι, βέβαια. Είμαι άλλωστε επιρρεπής από μικρός. Ερωτευόμουν με τον τρόπο του Βοσκόπουλου. Καθόμουν έξω από σπίτια, βρεχόμουν και το έδειχνα. Εννοείται ότι ξαναερωτεύεσαι. Μου έχει συμβεί κι αυτό. Αλλά παιδιά δεν θα ήθελα να κάνω. Εχω μεγαλώσει. Και με τον γιο μου, που πάει πέμπτη δημοτικού κάνω ό,τι περισσότερο μπορώ».

-Το γεγονός ότι παίρνει δημοσιότητα η προσωπική ζωή της πρώην γυναίκας σας, σας ενοχλεί;

«Ναι, μ΄ενοχλεί μερικές φορές, για τα ψέματα. Γράφουν διάφοροι ό,τι θέλουν και ερμηνεύουν όπως θέλουν τα πράγματα. Η δημοσιότητα με ενοχλεί όταν παρερμηνεύεται η πραγματικότητα. Αλλωστε ήξερα αυτά που αφορούν την Τζένη, τα συζητάμε. Μετά από τέσσερα χρόνια χωρισμού τα πράγματα αλλάζουν. Το παράλογο δεν είναι ότι η Τζένη είναι με κάποιον, αλλά ότι εγώ δεν μένω με κάποια. Εμένα με νοιάζει να είμαστε καλοί γονείς. Τα υπόλοιπα δεν με αφορούν. Τα βρίσκω πολύ φυσικά. Και με το πέρασμα του χρόνου μένει μια γλυκύτητα ανάμεσα στους ανθρώπους που έκαναν παιδιά μαζί. Τα άλλα αμβλύνονται».

-Πώς είναι τώρα η σχέση σας με τις κόρες και τον γιο σας;

«Εχω τον Μάξιμο όλα τα σαββατοκύριακα. Περνάμε πενήντα ώρες μαζί, πράγμα που δεν συνέβαινε όταν ήμουν παντρεμένος. Κι έτσι όλα τα σαββατοκύριακα είναι πια παιδικά για μένα. Μέχρι να μεγαλώσει ο γιος μου, βέβαια, γιατί τότε δεν θα θέλει να περνάει τον χρόνο του μαζί μου. Ομολογώ ότι τον χρόνο που περνάω τώρα μαζί του δεν τον πέρασα με τις κόρες μου, γιατί ζούσαμε στο ίδιο σπίτι, και ήταν αλλιώς.
Με τις κόρες μου έχω μια υπέροχη σχέση. Οι συζητήσεις μας είναι πλέον συζητήσεις ενηλίκων. Νομίζω ότι συζητάμε τα πάντα. Εκείνες είναι περήφανες για μένα κι εγώ είμαι περήφανος για εκείνες.
Η μεγάλη τελειώνει φέτος το πανεπιστήμιο, σε τρία χρόνια αντί για τέσσερα. Θα αρχίσει να δουλεύει στα είκοσι ένα. Και η μικρή συνεχίζει. Δεν θέλω να γυρίσουν πίσω σ΄αυτή την Ελλάδα που δεν δίνει ούτε προοπτική ούτε όραμα. Βέβαια είναι μια σκληρή κοινωνία η αμερικάνικη, αλλά αναγνωρίζει όποιον είναι καλός.
Χαίρομαι πολύ γιατί οι δυο τους τα πάνε πολύ καλά μεταξύ τους και είναι και οι δύο “ερωτευμένες” με τον αδελφό τους».

-Τι ονειρεύεστε για εσάς από εδώ και πέρα;

«Δεν είναι πολλά τα όνειρά μου. Να κάνω μια καλή δουλειά θέλω πάλι, να αποκτήσω μια ασφάλεια, να προσπαθήσω να κάνω κάτι για το οποίο να μου πουν μπράβο τα παιδιά μου. Είναι το μόνο μπράβο που θέλω στη ζωή μου -από κανέναν άλλον. Και να μπορώ να περνάω μια ζωή όχι μίζερη. Θέλω να περάσω καλά τα υπόλοιπα χρόνια και όσο πιο ήρεμα γίνεται. Αν και είμαι σαν χαρακτήρας της ανακατοσούρας. Και το οικονομικό με απασχολεί. Λέω πάντα ότι τα λεφτά δεν φέρνουν την ευτυχία αλλά φέρνουν την καλύτερη προσομοίωση της. Είναι γραφικό να λες, δεν πειράζει ας είμαι φτωχός. Και θέλω να φύγει ο θυμός που έχω για μένα. Για τους άλλους, πάει, έφυγε. Ακόμα και γι΄ αυτούς που με αδίκησαν. Θέλω να ξανακάνω ταξίδια, που μου λείπει πιο πολύ απ΄όλα».

-Εσείς δεν αδικήσατε κάποιους;

«Δεν ξέρω ίσως. Στη δουλειά μου όμως δεν αισθάνθηκα ότι αδίκησα κανέναν, ούτε με σφαίρες. Κι αν εγώ χρωστάω σε κάποιους, κάποιοι άλλοι μου χρωστάνε, στην Imako, δηλαδή πολύ περισσότερα. Αλλά αυτό δεν το βλέπει ούτε το λέει κανείς. Αν τα είχα πάρει αυτά τα λεφτά, τώρα δεν θα χρώσταγα σε κανέναν και θα ήμουν με τις κόρες μου στην μία και στην άλλη άκρη της Αμερικής. Και θα άνοιγα ένα ελληνικό εστιατόριο ή στο Λος Αντζελες που έχει πολύ ήλιο ή στη Νέα Υόρκη που είναι η πόλη που αγαπάω. Τόσο απλά. Δεν έχω πει μόνο στα παιδιά μου να φύγουν, το έχω πει και σε μένα».

-Θα φεύγατε;

«Αύριο το πρωί...».

Grease

Πρεμιέρα 22 Δεκεμβρίου 
Passport Κεραμεικός
Παίζουν: Νάντια Μπουλέ, Δήμος Αναστασιάδης κ.ά.
Guest: Πέτρος Κωστόπουλος
Φιλική συμμετοχή: Μάρω Κοντού

Street Deli - American style sandwiches 
Καψάλη 10 - Κολωνάκι
Τα εγκαίνια προγραμματίζονται για τις 20 Δεκεμβρίου

Tier - Νέο Ψυχικό
dj κάθε Σάββατο 00.00-04.00