Όχι, δεν πρόκειται για κρασί από πορτοκάλι, αλλά για μια ιδιαίτερη κατηγορία που τελευταία φαίνεται πως έχει κατακτήσει τους απαιτητικούς γευσιγνώστες και κερδίζει ολοένα έδαφος.
Η γεύση του είναι καπνιστή και ελαφρώς ξινή λόγω της ζύμωσης – θυμίζει κάπως τις μπύρες με φρούτα - και στο τέλος γίνεται στυφή από την οξείδωση, γι΄ αυτό και κάποιοι δυσκολεύονται στην αρχή. Όταν το δοκιμάσετε για πρώτη φορά, καλύτερα να κάθεστε, γιατί είναι αρκετά δυνατό και μπορεί να σας ζαλίσει. Όμως όσοι κατέχουν τα μυστικά του οίνου, καθώς και διακεκριμένοι sommelier το προτιμούν εμφανώς, καθώς παράγεται από μια εντελώς φυσική διαδικασία ωρίμανσης, χωρίς καθόλου προσθετικές ουσίες ή μαγιά, γι΄ αυτό και δεν έχει την φρουτώδη αίσθηση άλλων ποικιλιών.
Φτιάχνεται ως επί το πλείστον από λευκά σταφύλια, αν και κάποιες ποικιλίες χρησιμοποιούν και τα ερυθρά, τα οποία πολτοποιούνται και τοποθετούνται σε μεγάλα τσιμεντένια ή κεραμικά αγγεία. Οι καρποί μένουν εκεί για να παλαιώσουν, μαζί με τις φλούδες και τα κουκούτσια (από 4 ημέρες το λιγότερο μέχρι ένα χρόνο).
Η ονομασία του προέρχεται από το χρώμα του, που δεν είναι όμως ακριβώς πορτοκαλί- μην περιμένετε δηλαδή πορτοκαλάδα- κι επινοήθηκε από τον Βρετανό εισαγωγέα κρασιού David Harvey στο Raeburn Fine Wine για να περιγράψει ένα μη παρεμβατικό είδος λευκής οινοποίησης. Μπορείτε επίσης να το συναντήσετε με τον όρο «Ramato» που σημαίνει «Πυρόξανθο» στα ιταλικά και τυπικά αναφέρεται σε ένα ιταλικό orange στυλ Pinot Grigio. Πατέρας όμως του πορτοκαλί κρασιού σήμερα θεωρείται ο Γιόσκο Γκράβνερ, ένας οινοποιός από το Φρίουλι της Ιταλίας, που απογοητευμένος από τις πρακτικές της σύγχρονης οινοποίησης, στράφηκε στα βάθη του παρελθόντος, αναζητώντας παραδοσιακές τεχνικές. Αμέσως τον ακολούθησαν και άλλοι οινοποιοί από την Ιταλία και τη Σλοβενία. Μέσα σε λιγότερο από μια δεκαετία δημιούργησαν μια τάση που έχει ήδη αρχίσει να κατακτά όλο τον κόσμο και τα κρασιά τους εμφανίστηκαν αμέσως στις λίστες high end εστιατορίων και wine bars του πλανήτη.
Αν και τα τελευταία χρόνια αρχίζει να γίνεται της μόδας, στην ουσία πρόκειται για μια πανάρχαια μέθοδο παραγωγής, που ξεκινάει στο 6000 π.Χ. πίσω και ξεκίνησε από τον Καύκασο , τη σύγχρονη Γεωργία, η οποία κρατά και τα ηνία στην παραγωγή του πορτοκαλί κρασιού . Τα κρασιά τότε ζυμώνονταν σε μεγάλα σκεύη που θάβονταν στο χώμα , τα οποία ονομάζονταν Qvevri, και σφραγίζονταν με πέτρες και κερί μέλισσας. Αυτά θάβονταν κάτω από το έδαφος, όπου η θερμοκρασία παραμένει ίδια καθ’ όλη διάρκεια του χρόνου, επιτρέποντας στα κρασιά να ζυμώσουν με τη φυσική δροσιά της γης.
Τα περισσότερα πάντως orange wines προέρχονται σήμερα από τη βορειοανατολική Ιταλία, κυρίως από τη περιοχή που βρίσκεται κατά μήκος των συνόρων της Σλοβενίας, στο Friuli-Venezia Giulia. Επίσης η Σλοβενία είναι μια χώρα που έχει μικρά ιστορία στην λευκή οινοποίηση. Από τις αυτές τις περιοχές προέρχεται ένα παράξενο κρασί, το Motnik, το οποίο παρασκευάζεται με μια φυσική μέθοδο μέσα σε βαρέλια που απολυμαίνονται με το κάπνισμα βοτάνων, όπως δενδρολίβανο, δάφνη και φασκόμηλο.