Αυτή την εβδομάδα ο Σπάικ Λι ίσως στην καλύτερη ταινία της καριέρας του τα βάζει με τον Ντόναλντ Τραμπ και καταγγέλλει με βιτριολικό χιούμορ τον ρατσισμό, ο Λοράν Καντέ από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού βάζει στο στόχαστρο την ακροδεξιά, ενώ ένα ιδιαίτερο αστυνομικό θρίλερ λαμβάνει χώρα αποκλειστικά στον ψηφιακό κόσμο.
Tι θα πει ο κόσμος
(Hva Vil Folk Si/ What will people say)
Σκηνοθεσία: Ιράμ Χακ
Παίζουν: Μαρία Μοζχντάχ, Αντίλ Χουσεΐν, Εκαβαλί Κάνα
Περίληψη: H δεκαεξάχρονη Nίσα ζει διπλή ζωή. Στο σπίτι, με την οικογένειά της, είναι η τέλεια Πακιστανή κόρη. Έξω, παρέα με τους φίλους της, είναι μια συνηθισμένη Νορβηγή έφηβος. Όταν ο πατέρας της την ανακαλύπτει στο κρεβάτι με τον φίλο της, οι δύο κόσμοι της Nίσα συγκρούονται βίαια. Οι γονείς της αποφασίζουν να την τιμωρήσουν για παραδειγματισμό: την απαγάγουν και την πάνε στο Πακιστάν για να μείνει εκεί με συγγενείς της οικογένειας. Σε μια χώρα που της είναι τελείως ξένη, η νεαρή κοπέλα αναγκάζεται να προσαρμοστεί στην κουλτούρα των γονιών της.
Η Πακιστανή αλλά μεγαλωμένη στη Νορβηγία, Ιράμ Χακ -της οποίας το επιτυχημένο σκηνοθετικό ντεμπούτο « I Am Yours» ήταν η επίσημη πρόταση της Νορβηγίας για Ξενόγλωσσο Όσκαρ- επιστρέφει με μία αυτοβιογραφική ιστορία ενηλικίωσης.
Μία νεαρή κοπέλα από το Πακιστάν, η Νίσα, συγκρούεται με τις παραδοσιακές αξίες των μεταναστών γονιών της. Εκείνη, έχοντας μεγαλώσει στην Νορβηγία, θέλει να ζει όπως οι φίλοι και οι συμμαθητές της, όμως η οικογένειά της έχει αντίθετη άποψη. Όταν λοιπόν ο πατέρας της την πιάνει στο δωμάτιό της με ένα αγόρι, τη μεταφέρει με τη βία στο Πακιστάν για να τη τιμωρήσει. Εκεί όμως η Νίσα γίνεται το θύμα μιας σκληρής νοοτροπίας, που θεωρεί τις γυναίκες υποχείρια και τους στερεί το δικαίωμα να ζουν με βάση τις δικές του επιλογές.
Η Χακ, που η ίδια είχε απαχθεί από τους γονείς της και είχε εξαναγκαστεί να μείνει στο Πακιστάν,εστιάζει κυρίως στη σχέση πατέρα και κόρης, αλλά και στις συγκρούσεις ανάμεσα σε δυο διαφορετικούς κόσμους, με την πλάστιγγα όμως να γέρνει σαφώς προς τον δυτικό τρόπο ζωής. Αν και η δημιουργός με ευαισθησία προσπαθεί να εξισορροπήσει τις καταστάσεις και να μην παρουσιάσει τους γονείς ως θύτες, τελικά ο προσωπικός τόνος της ταινίας δημιουργεί ένα μελοδραματικό ύφος που δεν την γλιτώνει από μια μονομερή αντιμετώπιση της όλης κατάστασης. Για παράδειγμα, η Χακ δεν εκμεταλλεύεται καθόλου την ιστορία της για να μιλήσει γενικότερα για τη θέση των γυναικών, γι’ αυτό άλλωστε και όλες οι υπόλοιπες γυναίκες της ταινίας παρουσιάζονται σχηματικά, ως άτεγκτοι υποστηρικτές της όλης κατάστασης, χωρίς ποτέ να εμβαθύνει στα πραγματικά αίτια αυτής της συμπεριφοράς τους.