Cold War (Ψυχρός Πόλεμος)
Cold War (Ψυχρός Πόλεμος)
25|10|2018 15:00
SHARE
ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Νέες ταινίες: Ένας μεγάλος έρωτας στα χρόνια του Ψυχρού Πόλεμου στις επιλογές της εβδομάδας


Ενας μεγάλος έρωτας στα χρόνια του Ψυχρού Πόλεμου, η σκληρή ενηλικίωση της Κάμερον Ποστ κι ένα ψυχεδελικό θρίλερ πρωταγωνιστούν στις επιλογές της εβδομάδας.

Ψυχρός Πόλεμος (Zimna Wojna / Cold War)

Σκηνοθεσία: Πάβελ Παβλικόφσκι

Παίζουν: Τζοάνα Κούλιγκ, Τομάς Κοτ, Άγκατα Κουλέσα

Περίληψη: Η φλογερή σχέση ενός μαέστρου και μιας ελκυστικής τραγουδίστριας γεννιέται μέσα από τις στάχτες της μεταπολεμικής Πολωνίας, για να δοκιμάσει τις αντοχές της, περιπλανώμενη στην ψυχροπολεμική Ευρώπη.

Ο βραβευμένος στις Κάννες Πάβελ Παβλικόφσκι, ένας από τους πιο σημαντικούς σκηνοθέτες της Πολωνίας, αφηγείται την ιστορία των γονιών του, που ερωτεύτηκαν παράφορα στη σκιά του Ψυχρού Πολέμου.

Ένας εσωστρεφής μαέστρος και μία μπριόζα τραγουδίστρια, που δουλεύουν σε μία ορχήστρα παραδοσιακής μουσικής, ερωτεύονται με πάθος. Όταν το Κόμμα επιλέγει το μουσικό σχήμα τους για να εκφράσει τις σοσιαλιστικές ιδέες, εκείνος φεύγει για το Παρίσι. Εκείνη όμως την τελευταία στιγμή δειλιάζει και δεν τον ακολουθεί. Αργότερα θα ξανασυναντηθούν και πάλι, όμως ο καταραμένος τους έρωτας δεν μπορεί να ανθίσει ούτε στη φιλελεύθερη Γαλλία. Ακολουθώντας την πορεία των δύο κεντρικών ηρώων του στην Ευρώπη, άλλοτε μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια του Κομμουνισμού και άλλοτε στην πίεση της ζωής στην καπιταλιστική δύση ο Παβλικόφσκι, χρησιμοποιώντας τα ασπρόμαυρα κάδρα του που τον καθιέρωσαν από την «Ida» και υπό τους ήχους φολκ και τζαζ μουσικής εξιστορεί ένα μεγάλο πάθος σε ένα ταραγμένο πολιτικό σκηνικό.

 

Με ελλειπτική αφήγηση που αφήνει απέξω λεπτομέρειες και γεγονότα και χωρίς πολιτικές κορώνες αλλά έμμεσους υπαινιγμούς, ο Πολωνός δημιουργός με άφταστη ποίηση δημιουργεί το δικό του Ευρωπαϊκό «La La Land», που κολλάει στο μυαλό σαν εκείνο το τραγούδι που συνεχώς μουρμουρίζεις. Με δύο συγκλονιστικούς ηθοποιούς, την εκρηκτική Τζοάνα Κούλιγκ και τον εσωτερικό Τόμας Κότ αποτείνει φόρο τιμής όχι μόνο στους γονείς του- στους οποίους έχει αφιερώσει και την ταινία- αλλά σε όλους τους μεγάλους έρωτες που δεν χωράνε πουθενά.

Η διαπαιδαγώγηση της Κάμερον Ποστ (The Miseducation of Cameron Post)

Σκηνοθεσία: Ντέζιρε Άκαβαν

Παίζουν: Κλόι Γκρέις Μορέτς, Τζον Γκάλαγκερ Τζ., Σάσα Λέιν, Φόρεστ Γκούντλακ, Τζένιφερ Ίλι

Περίληψη: Η Κάμερον Ποστ είναι το πρότυπο της μαθήτριας λυκείου. Όταν όμως την πιάνουν στα πράσα με μία συμμαθήτριά της στο πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου τη βραδιά του σχολικού χορού, τη στέλνουν σε ένα κέντρο επαναπροσδιορισμού και θεραπείας για έφηβους, που «πάσχουν» από ερωτική έλξη για άτομα του ίδιου φύλου. Αυτό το παράδοξο μέρος, προσφέρει τη δυνατότητα στην Κάμερον να συμμετέχει σε μια γκέι κοινότητα. Έτσι για πρώτη φορά, έρχεται σε επαφή με άτομα που της μοιάζουν και καταφέρνει να βρει τη δική της θέση ανάμεσα σε άλλους «απόβλητους».

Η Ντέζιρε Άκαβαν («Appropriate Behavior») διασκευάζει το νεανικό μυθιστόρημα «The Miseducation of Cameron Post» της Έμιλι Ντάνφορτ, υπογράφοντας μία αιχμηρή ιστορία ενηλικίωσης, που απέσπασε το μεγάλο βραβείο της επιτροπής στο Φεστιβάλ Σάντανς.

Η Κάμερον ζει στη Μοντάνα μέσα στους κόλπους μιας αυστηρής οικογένειας Ευαγγελιστών. Τη βραδιά του ετήσιου χορού του σχολείου της και ενώ συνοδεύεται από ένα αγόρι, θα την πιάσουν να φιλιέται με μία συμμαθήτριά της στο πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου. Έτσι, η νεαρή στέλνεται σε ένα θρησκευτικό σχολείο, όπου διά της προσευχής καλείται να ξεπεράσει την ομοφυλοφιλία της. Εκεί όμως θα γνωρίσει και άλλα παιδιά της ηλικίας της με την ίδια σεξουαλικότητα και για πρώτη φορά θα αισθανθεί ότι είναι μέρος μιας κοινότητας.

Η Άκαβαν, αξιοποιώντας την προσωπική της εμπειρία από την περίοδο που πέρασε έγκλειστη σε ένα ίδρυμα απεξάρτησης για διατροφικές διαταραχές, καταφέρνει να μεταδώσει μία άλλη πραγματικότητα από αυτή που φανταζόμαστε για τέτοιου είδους κέντρα, εστιάζοντας στην έννοια του συνόλου και της ομάδας. Ταυτόχρονα, με πικρό χιούμορ παρουσιάζει πως ο κοινωνικός περίγυρος αντιμετωπίζει το θέμα της ομοφυλοφιλίας, χωρίς όμως να γίνεται επικριτική. Ίσως μερικές φορές η ατμόσφαιρα εντός του σχολείου παραείναι ευτυχισμένη, παρόλα αυτά η Άκαβαν καταφέρνει να δημιουργήσει μία τρυφερή ιστορία ενηλικίωσης που παρά το αναμενόμενο φινάλε της, κρύβει μικρές εκπλήξεις. Μία από αυτές και η ερμηνεία της ταλαντούχας Κλόι Γκρέις Μορέτς που δίνει στην Κάμερον ευαισθησία και δυναμική.

Mandy

Σκηνοθεσία: Πάνος Κοσμάτος

Παίζουν: Νίκολας Κέιτζ, Άντρεα Ράιζμπορο, Λάινους Ρόουτς

Περίληψη: 1983. Ο Ρεντ και η Μάντι, ένα περιθωριακό και αγαπημένο ζευγάρι, ζουν γαλήνια στο δάσος, μέχρι που το καταφύγιό τους δέχεται ανελέητη επίθεση από μία παρανοϊκή θρησκευτική σέκτα, με επικεφαλής τον σαδιστή Τζερεμάια. Ο Ρεντ όμως επιβιώνει και εξαπολύει ένα μανιασμένο ανθρωποκυνηγητό, που κορυφώνεται σε αιματοκύλισμα.

Ο ελληνικής καταγωγής Πάνος Κοσμάτος («Beyond the Black Rainbow) καταθέτει, μόλις με τη δεύτερη ταινία του, ένα ψυχεδελικό θρίλερ, που δίνει την ευκαιρία επιτέλους στο Νίκολας Κέιτζ να παίξει έναν καλό ρόλο.

Ένα ερωτευμένο ζευγάρι, ο Ρεντ και η Μάντι, έχει επιλέξει έναν εναλλακτικό ίσως και περιθωριακό τρόπο ζωής. Μια σέκτα όμως σατανιστών βάζουν στο μάτι τη Μάντι, γιατί ο σαδιστής και έκφυλος αρχηγός της έχει αποφασίσει να την κάνει γυναίκα του. Έτσι θα συλλάβουν το ζευγάρι και θα το υποβάλλουν σε βασανιστήρια. Η Μάντι θα πεθάνει μπροστά στα μάτια του Ρεντ, ενώ εκείνος θα γλιτώσει και θα εξαπολύσει ένα άγριο αιματοκύλισμα για να εκδικηθεί τον θάνατό της.

Ο Κοσμάτος (γιος του σκηνοθέτη Τζορτζ Κοσμάτος) είναι γνώστης των ταινιών τρόμου και άριστος τεχνίτης γι' αυτό με σαφείς αναφορές σε κλασικά δημιουργήματα, στήνει ένα αλλόκοτο αλλά σε κάθε περίπτωση μαγνητιστικό σύμπαν, που κινείται ανάμεσα στον ζοφερό ρεαλισμό και σε σουρεαλιστικά πλάνα στις αποχρώσεις του κόκκινου και του μπλε δημιουργώντας ένα τρελό b-movie που σίγουρα θα θεωρηθεί cult .

Η μεγάλη του διάρκεια δεν συγκαταλέγεται σίγουρα στα δυνατά του σημεία, όμως το «Mandy» έχει κάτι τόσο απόκοσμο και εφιαλτικό που ξεφεύγει από τα τυπικά πλαίσια ενός revenge story και σίγουρα κεντρίζει το ενδιαφέρον ακόμα και όσων δεν είναι φαν του είδους.

Η πολύ καλή μουσική του αδικοχαμένου προσφάτως Γιόχαν Γιόχανσον- αυτή είναι η προτελευταία ταινία του- δημιουργεί ένα εξαιρετικό ηχητικό περιβάλλον που ανατριχιάζει, ενώ ο Νίκολας Κέιτζ που τα τελευταία χρόνια για να ξεχρεώσει έχει παίξει κυριολεκτικά σε κάθε σκουπίδι του Χόλιγουντ, κάνει ένα εντυπωσιακό comeback, υπενθυμίζοντας ότι είναι καλός ηθοποιός.

Εντιμότατοι Κλέφτες (King of Thieves)

Σκηνοθεσία: Τζέιμς Μαρς

Παίζουν: Μάικλ Κέιν, Τζιμ Μπρόουντμπεντ, Τομ Κόρτνεϊ, Τσάρλι Κοξ, Πολ Γουάιτχαουζ, Μάικλ Γκαμπόν, Ρέι Γουίνστοουν

Περίληψη: Ο Μπράιαν Ρίντερ υπήρξε διάσημος κλέφτης στα νιάτα του. Τώρα στα 77 του , συγκροτεί μια συμμορία από αλλοπρόσαλλους εγκληματίες με σκοπό να διαπράξουν μια πρωτοφανή ληστεία στο θησαυροφυλάκιο του Hatton Garden. Οι κλέφτες, όλοι μεταξύ 60 και 70 ετών, εκτός από έναν, επιστρατεύουν τις παλιομοδίτικές μεθόδους τους και σχεδιάζουν τη ληστεία για το Σαββατοκύριακο του Πάσχα.

Μια διάσημη ληστεία εμπνέει τον βραβευμένο με Όσκαρ Τζέιμς Μαρς («Σε Τεντωμένο Σκοινί», «Η Θεωρία των Πάντων»), που συγκεντρώνει ένα καστ αποτελούμενο από μεγάλα ονόματα της βρετανικής σκηνής και του σινεμά, υπογράφοντας ένα heist movie με φλέγμα και old fashioned κομψότητα.

Μια σπείρα ηλικιωμένων ανδρών, με τη βοήθεια ενός κατά πολύ νεότερου τους άνδρα, ειδικού στους συναγερμούς, αποφασίζουν ληστέψουν το θησαυροφυλάκιο του Hatton Garden. Αρχηγός της συμμορίας ο Μπράιαν Ρίντερ, ο οποίος έχει συγκεντρώσει συνεταίρους από τα παλιά για το παράτολμο σχέδιό του.

Παριστάνοντας τους εργάτες, η ομάδα μπαίνει στο θησαυροφυλάκιο, εξουδετερώνει τον συναγερμό και σκάβει μία τρύπα στον τοίχο του. Δύο μέρες αργότερα, οι ληστές καταφέρνουν να το σκάσουν με λεία που ξεπερνάει τα 14 εκατομμύρια λίρες Αγγλίας, σε κοσμήματα και μετρητά. Καθώς η αστυνομία φτάνει στον χώρο του εγκλήματος και η ανάκριση ξεκινάει, ρωγμές αρχίζουν να διαφαίνονται μεταξύ των μελών της ιδιόμορφης συμμορίας, καθώς αδυνατούν να μοιράσουν δίκαια μεταξύ τους τη λεία.

Αν και συνήθως οι ταινίες που αφορούν ηλικιωμένους και δη παράνομους διακατέχονται από μία τάση εξωραϊσμού της πραγματικότητας, ο Μαρς χωρίς να χάνει το χιούμορ του- αρκετά φλεγματικό και υποδόριο είναι η αλήθεια- παρουσιάζει και τα τρωτά σημεία αυτής της αλλόκοτης σπείρας, αποδεικνύοντας τελικά ότι ο χρόνος δεν προσδίδει πάντα σοφία. Έτσι η συμπαθητική του ομάδα, όπως αρχικά μοιάζει, ουσιαστικά αποτελείται από ένα μάτσο αδίστακτων και χωρίς καμία ηθική απατεώνων, που καταδυναστεύουν και κατακλέβουν το νεότερο συνέταιρό τους.

Ο Μαρς, αξιοποιώντας τους έμπειρους και ικανούς πρωτοκλασάτους του ηθοποιούς δημιουργεί ενδιαφέροντες και σύνθετους χαρακτήρες, σχολιάζοντας την απληστία, ενώ υπογραμμίζει το χάσμα των γενεών μέσα από τις διαφορετικές μεθόδους των ηλικιωμένων ληστών και του νεαρού συνεργάτη τους, και ακροθιγώς αναφέρεται στον φόβο του θανάτου, διαφοροποιώντας έτσι την ταινία του από την κλασική σπιντάτη λογική των heist movies.

Η Νύχτα με τις Μάσκες (Halloween)

Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν

Παίζουν: Τζέιμι Λι Κέρτις, Τζούντι Γκριρ, Αντι Μάτιτσακ, Γουιλ Πάτον, Νικ Καστλ

Περίληψη: Σαράντα χρόνια μετά από τη νύχτα που ο Μάικλ Μάγιερς σκόρπισε τον τρόμο και ενώ βρίσκεται πλέον φυλακισμένος ισόβια σε μια ψυχιατρική κλινική, ένα γύρισμα της τύχης θα τον φέρει ξανά στο κατόπι της Λόρι Στρόουντ, της κοπέλας που γλίτωσε τέσσερις δεκαετίες πριν και από τότε ζει μόνο για να ξεπεράσει τον εφιάλτη της.

Ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν συνεχίζει την ιστορία από εκεί που τη σταμάτησε ο Τζον Κάρπεντερ το 1978 σε ένα ανατριχιαστικό sequel.

Σαράντα χρόνια μετά λοιπόν από τη νύχτα που ο Μάγιερς προσπάθησε να σκοτώσει τη Λόρι, όλα μοιάζουν ήρεμα καθώς εκείνος βρίσκεται έγκλειστος σε μία κλινική. Βέβαια, η Λόρι ζει με τον φόβο, πράγμα όμως που δεν συμμερίζεται η οικογένειά της. Όταν όμως από τύχη ο Μάγιερς βρεθεί και πάλι στον δρόμο τους, τότε ο εφιάλτης θα ζωντανέψει ξανά.

Ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν μένει πιστός στο αριστούργημα του Κάρπεντερ και δίνει στην ταινία του μία αισθητική που παραπέμπει σε ανάλογες δημιουργίες των '80ς. Χρησιμοποιεί το διάσημο soundtrack και τις τεχνικές του προκατόχου του, επιμένοντας περισσότερο στην ατμόσφαιρα, παρά στα jump scares, δημιουργώντας έτσι στιγμές ανατριχίλας. Η ιστορία του είναι απλή και λειτουργική, κάποιοι χαρακτήρες ίσως πλεονάζουν, όμως παρόλα αυτά ο Γκριν πετυχαίνει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων με μία ταινία που σίγουρα δεν θα απογοητεύσει τους φαν του πρώτου «Halloween».

Τυφλό Σημείο (Blindspotting)

Σκηνοθεσία: Κάρλος Λοπέζ Εστράδα

Παίζουν: Ραφαέλ Καζάλ, Νταβίντ Ντιγκς, Τζανίνα Γκαβανκάρ

Περίληψη: O Κόλιν προσπαθεί να περάσει τις τελευταίες τρεις ημέρες της αστυνομικής του επιτήρησης όσο πιο ομαλά γίνεται στην ύστατη προσπάθειά του να κάνει ένα νέο ξεκίνημα. Ωστόσο, ο παιδικός του φίλος, Μάιλς, μονο μπελάδες προκαλεί. Οι δύο κολλητοί επιστρέφουν στην παλιά τους γειτονιά, όπου η νοσταλγία δίνει τη θέση της σε μία αναποδιά που αρκεί ώστε να βάλει τον Κόλιν σε νέες περιπέτειες και να κάνει τα πράγματα να σοβαρέψουν.

Ο Ραφαέλ Καζάλ και ο Νταβίντ Ντιγκς γράφουν και πρωταγωνιστούν σε μια ιστορία που ξεκίνησε για να τιμήσει το Όκλαντ και έφτασε μετά από πολλές δυσκολίες και αναποδιές στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ του Σάντανς.

Δυο παιδικοί φίλοι, ο Κόλιν και ο Μάιλς, επιστρέφουν στη πλαι τους γειτονιά. Ο Κόλιν έχει αποφυλακιστεί, αλλά βρίσκεται υπό καθεστώς τριήμερης επιτήρησης. Τίποτα δεν πρέπει να πάει στραβά, όμως ο Μάιλς και η γειτονιά του δημιουργούν συνεχώς εμπόδια.

Ο Κόλιν είναι μαύρος και ο Μάιλς λευκός, όπως ακριβώς και ο Καζάλ με τον Ντιγκς που είναι φίλοι και στη ζωή. Ο ένας ποιητής και συγγραφέας, ο άλλος ράπερ και ηθοποιός, με κοινές καταβολές κι οι δύο διαπίστωσαν πόσα τους ενώνουν και έτσι μέσα από την ημι-αυτοβιογραφική ιστορία δύο φίλων που ζουν στο Όκλαντ εμβαθύνουν στη συχνά αόρατη πραγματικότητα των φυλετικών διαφορών.

Το Όκλαντ είναι μία ιδιαίτερη περιοχή της Αμερικής, ένα μωσαϊκό λευκών, μαύρων, Ισπανών και Ασιατών που έχει συνδεθεί με το κίνημα των Μαύρων Πανθήρων, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της αστυνομικής βίας αλλά και της ραπ μουσικής.

Οι δύο σεναριογράφοι και ηθοποιοί με αυτή την ταινία στέλνουν ένα πολύ προσωπικό γράμμα στην πόλη που τους ανέθρεψε, αλλά ταυτόχρονα αξιοποιώντας τις διαφορετικές δυναμικές της, δίνουν μία εικόνα ολόκληρης της Αμερικής, εστιάζοντας σε θέματα ρατσισμού και αναλογίζονται πως θα μπορούσαν τα πράγματα να είναι.

Ο Κάρλος Λόπες Εστράδα κινηματογραφεί το πρωταγωνιστικό του δίδυμο με ένταση και μία ντοκιουμαντερίστικη διάθεση, περιγράφοντας την πραγματικότητα που θα συναντήσει κανείς στους δρόμους της πόλης, χωρίς όμως να στερεί από τους ήρωές του και τους θεατές μία ελπίδα σωτηρίας, που στηρίζεται στην ανάγκη για επικοινωνία και ουσιαστική επαφή.

Hunter Killer

Σκηνοθεσία: Ντόνοβαν Μαρς

Παίζουν: Τζέραρντ Μπάτλερ, Γκάρι Ολντμαν, Μάικλ Νίκβιστ

Περίληψη: Ο κυβερνήτης ενός αμερικάνικου υποβρυχίου αποστέλλεται στα ρωσικά ύδατα για να σώσει τον εκλεγμένο Ρώσο πρόεδρο εν μέσω ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος. Ό,τι θα ακολουθήσει είναι κάτι περισσότερο από ένας αγώνας επιβίωσης.

Μία στρατιωτική περιπέτεια, βασισμένη στο βιβλίο των Ντον Κιθ και Τζωρτζ Γουάλας «Firing Point» με τους καλούς Αμερικανούς να σώζουν τον κόσμο και να υπερασπίζονται την ειρήνη.

Εν μέσω μιας κρίσης ανάμεσα σε Ρωσία και Αμερική, ένα στρατιωτικό πραξικόπημα ανατρέπει τον Ρώσο Πρόεδρο κι ένας πολεμοκάπηλος υπουργός Αμύνης αναλαμβάνει με τη βία τα ηνία του κράτους, απειλώντας την παγκόσμια ειρήνη. Ταυτόχρονα ένα αμερικανικό υποβρύχιο που έχει συλλάβει Ρώσους αιχμαλώτους πρέπει να περάσει τα εχθρικά χωρικά ύδατα και να σώσει τον Πρόεδρο, ενώ την ίδια στιγμή μία επιχείρηση Αμερικανών κομάντο παλεύουν στην ξηρά.

Ο Ντόνοβαν Μαρς μέσα στο εντελώς ρεαλιστικό σκηνικό ενός υποβρυχίου, που πραγματικά δεν μοιάζει με τα όσα έχουμε δει ως τώρα σε ανάλογες ταινίες, κινηματογραφεί με ένταση την ιστορία του. Όμως δεν αποφεύγει καθόλου τον προπαγανδιστικό τόνο που θέλει τους Αμερικανούς να επεμβαίνουν μόνο για χάρη της παγκόσμιας τάξης, ως απόλυτοι υπέρμαχοι της δημοκρατίας και της ειρήνης σε έναν κόσμο που όλοι οι άνθρωποι είναι ήρωες, εκτός από κάποιους διεφθαρμένους αξιωματικούς.

Ο Τζέραρντ Μπάτλερ έχει πια εμπειρία στους σκληροτράχηλους πλην όμως ηθικούς ήρωες και ακολουθεί την πεπατημένη, ο Γκάρι Όλντμαν διεκπεραιώνει το ρόλο του, ενώ μία ιδιαίτερη παρουσία έχει ο Σουηδός Μάικλ Νίκβιστ που έχασε τη ζωή του το 2017.

Ο τελευταίος Παρτιζάνος (Ντοκιμαντέρ)

Σενάριο-σκηνοθεσία: Ανδρέας Χατζηπατέρας

Περίληψη: Ο Μανώλης Γλέζος αφηγείται τη ζωή του και τον αγώνα δεκαετιών, καθώς η κάμερα τον ακολουθεί παντού στην καθημερινότητά του, από το σπίτι του μέχρι την Ευρωβουλή.

Ένας νέος σκηνοθέτης συναντά τον μύθο του Μανώλη Γλέζου σε ένα ακόμη ντοκιμαντέρ με ειλικρίνεια και χιούμορ, που όμως μοιάζει με τηλεοπτική συνέντευξη.

Ο γεννημένος στο Λονδίνο Ανδρέας Χατζηπατέρας άκουσε για πρώτη φορά για τον Μανώλη Γλέζο, όταν σπούδαζε κινηματογράφο στη Νέα Υόρκη. Η περίπτωση του αειθαλούς πολιτικού άνδρα με την εκπληκτική διαύγεια τον συνάρπασε σε τέτοιο βαθμό που αποφάσισε να του αφιερώσει το πρώτο μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ του.

Ο Χατζηπατέρας παρακολουθεί τον Γλέζο στην καθημερινότητά του, καταγράφει λεπτομερώς το πρόγραμμά του, την πορεία του στο Ευρωκοινοβούλιο, αλλά και σε μικρές στιγμές της ζωής του. Ακούει με θαυμασμό τις ιστορίες του καταγράφει τη γνώμη του κόσμου για αυτόν, ενώ δεν αποφεύγει να συμπεριλάβει στην ταινία του ακόμα και τις μικρές τους αντιπαραθέσεις αλλά και τις χαριτωμένες εκπλήξεις του.

Έτσι αν και ο Χατζηπατέρας δεν αποκαλύπτει καινούργιες πτυχές του πρωταγωνιστή του, έχει όμως ένα χιούμορ που του επιτρέπει να καταγράψει στην ουσία το πώς μία νεότερη γενιά αντιμετωπίζει τον θρύλο του Γλέζου.

Έτσι ο Χατζηπατέρας με ακομπλεξάριστο τρόπο δείχνει το διάστημα ανάμεσα στη δική του εποχή και σ 'αυτή που γαλουχήθηκε ο Γλέζος, γεγονός που κάνει αυτό το ντοκιμαντέρ ενδιαφέρον από μία άλλη οπτική.

Παίζονται επίσης:

Ταξιδεύοντας με τον Μίκη

Σκηνοθεσία: Αστέρης Κούτουλας

Συντελεστές/Ηθοποιοί (επιλογή): Μίκης Θεοδωράκης, Sandra von Ruffin, Στάθης Παπαδόπουλος, Carlos Rodriguez, , Rafika Chawishe, Katharina Hein κ.ά.

Περίληψη: Μια ταινία docufiction για το έργο και τη ζωή του Μίκη Θεοδωράκη.

Ο Αστέρης Κούτουλας χρησιμοποιεί υλικό τριάντα χρόνων για να παρουσιάσει την πολυμορφία του έργου του Μϊκη Θεοδωράκη. Αναμειγνύοντας μυθοπλασία και ντοκιμαντέρ εξερευνά μια διαχρονική προσωπικότητα που συνεχίζει να εμπνέει.

Από το γεµάτο εναλλαγή ιστορικό και ακατέργαστο οπτικό υλικό των περίπου 600 ωρών που γύρισε σε διάστηµα τριάντα ετών, ο Κούτουλας συµπυκνώνει µέσα σε µιάµιση ώρα στιγµές που παρουσιάζουν την αυθεντική εικόνα του «πνευµατικού αναρχικού» Μίκη Θεοδωράκη. Ο δηµιουργός παντρεύει στην ταινία του πολλές προσωπικές στιγµές του καλλιτέχνη µε ιστορικό υλικό, πλάνα τεκµηρίωσης µε µυθοπλασία και τη µουσική του δημιουργού, αποδεικνύοντας τον αντίκτυπό της σε νέους καλλιτέχνες της κλασικής µουσικής, της τζαζ, της electro ή της rap.

Μια ταινία-δοκίµιο, που δεν ακολουθεί µια χρονολογική σειρά, αλλά παρουσιάζεται σε µια ιδιόµορφη χρονική µίξη επιτρέποντας στον θεατή να ζήσει συναρπαστικές, αλλά και πολύ χαρακτηριστικές στιγµές από την «on the road» ζωή ενός µοναδικού και χαρισµατικού καλλιτέχνη.

Ο Γκρινιάρης (Here Comes the Grump)

Σκηνοθεσία: Αντρές Κουτουριέρ

Με τις φωνές των ( στα ελληνικά): Τίνου Σούτη, Παναγιώτη Αποστολόπουλου, Στεφανίας Φιλιάδη, Ιφιγένειας Στάικου, Γιάννη Υφαντή

Περίληψη: Ένα «ξόρκι απαισιοδοξίας» ενός σκοτεινού μάγου εξαφανίζει το γέλιο και την ευτυχία, οπότε ο νεαρός Τέρι αναλαμβάνει να λύσει τα μάγια και να ξανακάνει τον κόσμο χαρούμενο.

Παιδική περιπέτεια, μεξικανοβρετανικής παραγωγής, βασισμένη στη διάσημη σειρά κινουμένων σχεδίων «Here Comes the Grump», που προβλήθηκε τα χρόνια 1969, 1970 στο NBC.

Ένα νεαρό αγόρι, ο Τέρι, βρίσκεται ξαφνικά στον πολύχρωμο κόσμο του Γκρούβιναμ. Εκεί, ο δόλιος μάγος Γκρινιάρης έχει ρίξει ολόγυρα το ξόρκι του, που έχει εξαφανίσει το γέλιο. Ο Τέρι πρέπει να ταξιδέψει σε όλο το βασίλειο για να βρει ένα νέο ξόρκι που θα επαναφέρει τη χαρά.

Ταυτόχρονα, πρέπει να βοηθήσει την πριγκίπισσα Αυγή, να ξεπεράσει σε πονηριά όλα τα παράξενα και καταπληκτικά πλάσματα που θα συναντήσουν και να προσπαθήσει να αποδεχτεί αυτό το μικρό πράγμα που ονομάζεται «αλλαγή».