Inferno: Τελικά αυτή η μεταφορά βιβλίου στο πανί, πέτυχε; | 0 bovary.gr
Inferno: Τελικά αυτή η μεταφορά βιβλίου στο πανί, πέτυχε; | 0 bovary.gr
20|10|2016 15:18
SHARE
ΕΙΔΑΜΕ ΤΟ INFERNO

Inferno: Τελικά αυτή η μεταφορά βιβλίου στο πανί, πέτυχε;


Ο βραβευμένος με Όσκαρ Ρον Χάουαρντ επιστρέφει, σκηνοθετώντας το τρίτο μέρος της τριλογίας του Nταν Μπράουν, που θεωρείται από τα πιο επιτυχημένα best seller όλων των εποχών.

Αυτή τη φορά η ταινία με τίτλο «Inferno» παραπέμπει ευθέως στην «Κόλαση» του Δάντη, ορίζοντας και την εποχή που θα κινηθούμε για να λύσουμε το γρίφο που θα μας βάλει. Μέσα από τα γνωστά σενάρια συνομωσιολογίας, που χαρακτηρίζουν και τις δυο προηγούμενες ταινίες, ο καθηγητής Λάνγκτον αυτή τη φορά θα πρέπει να σώσει την ανθρωπότητα από μια μολυσματική ασθένεια, εφάμιλλη της Μαύρης Πανώλης, που ένας ψυχοπαθής δισεκατομμυριούχος θέλησε να σκορπίσει σε όλο τον πλανήτη προκειμένου να τον σώσει.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και μαζί μια σειρά από αμφιλεγόμενα ως προς τις προθέσεις τους πρόσωπα κυνηγούν τη λύση στο αίνιγμα σε τρεις πόλεις: Φλωρεντία, Βενετία και Κωνσταντινούπολη - μάλιστα θα έχετε την ευκαιρία να δείτε όλα τα σημαντικά αξιοθέατα που πρέπει να επισκεφτείτε, αν σας βγάλει ο δρόμος σας σε αυτά τα μέρη. Μέσα από γρίφους σε πίνακες,αλλά και κείμενα του Δάντη, ο Τομ Χανκς με τη βοήθεια αρχικά της γιατρού Σιένα Μπρουκς αναζητάει τη λύση, ενώ όλοι - στην αρχή δεν μπορείς να καταλάβεις ποιοι ακριβώς είναι όλοι αυτοί, σταδιακά όμως το τοπίο ξεκαθαρίζει- εξαπολύουν ένα κυνηγητό εναντίον του.

Η ταινία βρίθει λογοτεχνικών και ιστορικών αναφορών, που αρέσουν στον Νταν Μπράουν και ιντριγκάρουν το κοινό, αν και σε αρκετές περιπτώσεις οι πληροφορίες δεν είναι τόσο σπάνιες, όπως σε άλλα βιβλία του, αλλά οι ήρωες τις αγνοούν, γεγονός που δεν είναι και τόσο συνεπές με την επαγγελματική τους ιδιότητα. Προκαλεί σχεδόν εντύπωση το γεγονός, για παράδειγμα, ότι όλα αυτά τα φοβερά μυαλά δεν γνωρίζουν την Κινστέρνα στην Κωνσταντινούπολη. Και καλά ο Λάνγκτον έχει αμνησία, οι άλλοι όμως;

Το ενδιαφέρον όμως στην υπόθεση είναι πως σχεδόν όλοι οι ήρωες, ακόμα και οι φαινομενικά «κακοί»- έχουν επιχειρήματα υπαρξιακής φύσεως. Κι εδώ η ταινία θέτει ένα καίριο φιλοσοφικό θέμα: Αξίζει τελικά η ανθρωπότητα να σωθεί και να εξακολουθήσει τα ίδια λάθη, ή μήπως η καταστροφή της είναι η λύση. Ακόμα και το φινάλε με τον τρομερό καθηγητή Λάνγκτον και την πάλαι ποτέ αγαπημένη του Δρ. Σίνσκι να κερδίζουν, εμποδίζοντας τον ολέθριο ιό να εξαπλωθεί, αφήνει αναπάντητο το ερώτημα. Γιατί κάπου εκεί, κι ενώ όλοι είμαστε έτοιμοι να ανασάνουμε με ανακούφιση, ο Τομ Χανκς, σε μια πολύ καλή ερμηνεία, αναρωτιέται -για λίγα δευτερόλεπτα, είναι η αλήθεια- για το ποιος τελικά έχει δίκιο.

Πραγματικά σε αυτήν την ιστορία όλοι θέλουν να σώσουν τον κόσμο: έχουν μάλιστα ισχυρά κίνητρα και αν παρακολουθήσει κανείς την ταινία με αυτήν την οπτική , θα διαπιστώσει ότι τελικά τα όρια ανάμεσα στο καλό και το κακό είναι δυσδιάκριτα, με τον ίδιο τρόπο που μπερδεύεται η πραγματικότητα και η ψευδαίσθηση στο μυαλό του καθηγητή Λάνγκτον.

Οι σκηνές action πάντως είναι πολλές και θα αποζημιώσουν σίγουρα τους φαν των ταινιών δράσης. Οι εικόνες που σκάνε στο ταραγμένο μυαλό του καθηγητή , σαν οράματα, χρησιμοποιούν οπτικά εφέ, όμως δεν είναι και τα καλύτερα που έχουμε δει.

Δεν λείπει και το love story ανάμεσα στο Λάνγκτον και την Σίνσκι ( την ερμηνεύει η πολύ καλή Δανέζα ηθοποιός Σίντσε Μπάμπετ Κνούτσε) που αναπολούν τη νιότη τους και πώς άφησαν τη ζωή να ξεφύγει από τα χέρια τους, υποκύπτοντας στο σύστημα. Οι δύο τους αποτελούν ένα ακόμα παράδειγμα των τραγικών λαθών που κάνουν οι άνθρωποι, κάνοντας μας να αναρωτιόμαστε ακόμα μια φορά για το ποιόν τελικά της ανθρωπότητας που πρέπει πάση θυσία να σωθεί.

Αν και η ταινία δεν διεκδικεί δάφνες φιλοσοφικών αναζητήσεων, αλλά θέλει να είναι μια καλή περιπέτεια, τελικά βάζει το θεατή σε μια διαδικασία σκέψης. Σίγουρα πρόκειται για μια καλή μεταφορά του βιβλίου, αν και τα πράγματα ξεκαθαρίζουν πολύ γρήγορα. Καταλαβαίνεις αμέσως ποιο είναι το αίτημα - αυτό μειώνει το στοιχείο της έκπληξης- όποτε συγκεντρώνεσαι περισσότερο στη δράση, που όντως έχει ρυθμούς καταιγιστικούς.

Κάποιες στιγμές βέβαια υπάρχει μια επαναληπτικότητα στα μοτίβα, ενώ το θέμα της αμνησίας του Λάνγκτον δεν περιπλέκει τη υπόθεση, αντίθετα τραβάει τη διάρκεια της ταινίας, χωρίς λόγο, δημιουργώντας ένα πρόβλημα στο ρυθμό, που από ένα σημείο και μετά φαίνεται πως ξεφουσκώνει.

Πάντως, ακόμα κι αν δεν έχετε όρεξη για φιλοσοφικές αναζητήσεις, η ταινία θα σας διασκεδάσει, παρόλο που δεν πρόκειται για αριστούργημα.