Η Ευνοούμενη (The Favourite), Φωτογραφία: imdb.com
Η Ευνοούμενη (The Favourite), Φωτογραφία: imdb.com
31|01|2019 14:00
SHARE
ΤΗΕ FAVOURITE

«The Favourite» -Η πολυαναμενόμενη ταινία του Γιώργου Λάνθιμου βγαίνει στις αίθουσες


Αυτή την εβδομάδα, αναμφίβολα ξεχωρίζει η «Ευνοούμενη» του Γιώργου Λάνθιμου που μετά τη βράβευσή της στη Βενετία, έχει βάλει πλώρη για τα Όσκαρ με δέκα υποψηφιότητες, μια ταινία που δεν πρέπει να χάσετε για κανέναν λόγο.

Η Ευνοούμενη (The Favourite)

Σκηνοθεσία: Γιώργος Λάνθιμος

Παίζουν: Ολίβια Κόλμαν, Ρέιτσελ Βάις, Έμα Στόουν, Νίκολας Χουλτ, Τζο Άλγουιν

Περίληψη: Αρχές του 18ου αιώνα. Η Αγγλία βρίσκεται σε πόλεμο με τους Γάλλους. Παρόλα αυτά, οι αγώνες πάπιας και η κατανάλωση ανανά βρίσκονται στο απόγειό τους. Η φιλάσθενη Βασίλισσα Άννα βρίσκεται στον θρόνο και η στενή της φίλη Λαίδη Σάρα κυβερνά τη χώρα στη θέση της, ενώ ταυτόχρονα φροντίζει για την υγεία της. Όταν η νέα υπηρέτρια Άμπιγκεϊλ καταφτάνει, η γοητεία της την κάνει αμέσως αγαπητή στη Σάρα. Η Σάρα την παίρνει υπό την προστασία της και η Άμπιγκεϊλ βρίσκει μια ευκαιρία να επιστρέψει στις αριστοκρατικές της ρίζες.

Η πρώτη ταινία εποχής του Γιώργου Λάνθιμου είναι μια αντισυμβατική, καυστική μάτια πάνω στην εξουσία, που αποδεικνύει την ιδιοφυΐα του Έλληνα δημιουργού. Η ταινία έχει αποσπάσει δέκα υποψηφιότητες για τα Όσκαρ, τον αργυρό Λέοντα στη Βενετία και Χρυσή Σφαίρα για την ερμηνεία της Ολίβια Κόλμαν.

Αυτή τη φορά ο Λάνθιμος εμπνέεται από την αληθινή ιστορία της ασθενικής, ψυχικά και σωματικά, βασίλισσας Βασίλισσας Άννας, της τελευταίας της δυναστείας των Στιούαρτ, που ανεβαίνει στον θρόνο την εποχή που η Μεγάλη Βρετανία γίνεται παγκόσμια δύναμη. Κι ενώ μαίνεται ο πόλεμος με τη Γαλλία, η βασίλισσα παράλληλα έχει να αντιμετωπίσει τον εθνικό διχασμό, αλλά και τις προσωπικές της τραγωδίες, αφού κανένα από τα δεκαεφτά παιδιά της δεν κατάφερε να ζήσει πάνω από έντεκα χρόνια. Έρμαιο λοιπόν της ερωμένης της λαίδης Μάρλμπορο, η Άννα παλεύει με τους προσωπικούς της δαίμονες και με το αδηφάγο πρόσωπο της εξουσίας. Όταν εμφανίζεται στο παλάτι η Άμπιγκειλ η νεαρή ξαδέρφη της λαίδης Σάρα, κερδίζει την εύνοιά της. Όμως η φιλόδοξη καμαριέρα βλέπει σε αυτή τη σχέση τη μεγάλη της ευκαιρία να ανέλθει κοινωνικά, και τίποτα δεν πρόκειται να σταθεί εμπόδιο στον δρόμο της.

Η Ντέμπορα Ντέιβις και ο σεναριογράφος Τόνι ΜακΝαμάρα χρησιμοποιούν ως αφορμή την Ιστορία, εστιάζοντας κυρίως στους χαρακτήρες των τριών γυναικών και στις σχέσεις που δημιουργούνται μεταξύ τους, κι ο Λάνθιμος παίρνει ένα γνωστό θέμα στον κινηματογράφο αλλά το διαχειρίζεται με εντελώς διαφορετικό τρόπο, φτιάχνοντας μια ταινία που ξεπερνάει τα πλαίσια μιας τυπικής βιογραφίας. Κρατάει από τη μια την εποχή- όχι όμως στη γλώσσα και στη συμπεριφορά των χαρακτήρων- αλλά κυρίως στα γκροτέσκ κοστούμια και στο μακιγιάζ- και κινηματογραφώντας με ευρυγώνιο φακό σε 35 mm φιλμ δίνει συνεχώς μια διαστρεβλωμένη εικόνα της πραγματικότητας, αποκαλύπτοντας τελικά το τερατόμορφο πρόσωπο της εξουσίας.

Σε έναν κόσμο γυναικών όπου οι άνδρες λειτουργούν μόνο ως δορυφόροι, ο Λάνθιμος στήνει μερικές από τις πιο δύσκολες χορογραφίες που έχουμε δει, κινεί τις ηρωίδες του σε τεράστιους χώρους, αποκαλύπτοντας τη μοναξιά όχι μόνο των εξουσιαζόμενων αλλά και των εξουσιαστών, τις παραμορφώνει, τις κατανοεί, χωρίς να τις δικαιολογεί, κάνοντας έτσι ένα αιχμηρό πολιτικό σχόλιο για τη δυστυχία που κρύβουν οι σχέσεις εξουσίας, δηλαδή όλες οι ανθρώπινες σχέσεις.

Γιατί μέσα στο σύμπαν του Λάνθιμου, τα παιχνίδια στο παλάτι δεν είναι μόνο πολιτικά, αντίθετα επηρεάζουν κάθε κύτταρο αυτών των γυναικών, οδηγώντας τες στην απόλυτη καταστροφή. Γι’ αυτό φροντίζει να τις κινηματογραφεί με φυσικό φως, ενώ στις εσωτερικές σκηνές επιλέγει να φωτίζονται από κεριά , υπογραμμίζοντας έτσι την αντίθεση αυτού του σκοτεινού παλατιού με την πραγματική φύση του ανθρώπου.

Η τριπλέτα των πρωταγωνιστριών του υποδύεται στην κόψη του ξυραφιού, το πώς οι τρεις αυτές γυναίκες συνθλίβονται τελικά από τις δικές τους επιλογές, αλλά κι αυτό το αδηφάγο παιχνίδι, στο οποίο η μοίρα της την έχει καταδικάσει. Η Ολίβια Κόλμαν, που θεωρείται ένα από τα φαβορί για το Όσκαρ Α΄ γυναικείου ρόλου, υποδύεται την βασίλισσα Άννα , με κωμικοτραγική απελπισία, η Ρέιτσελ Βάις προσδίδει μια ευθραστότητα στην λαίδη Σάρα κι η Έμα Στόουν για πρώτη φορά κάνει την έκπληξη, ακολουθώντας έναν δύσκολο υποκριτικό δρόμο, χωρίς να αφήνεται στις ευκολίες της.

Η «Ευνοούμενη» θα σας θυμίσει πιθανόν τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ, όμως ταυτόχρονα έχει το δικό της προσωπικό στίγμα, αυτό που χαρακτηρίζει τον Γιώργο Λάνθιμο, καταξιώνοντάς τον ως έναν από τους πιο σημαντικούς και ρηξικέλευθους auteur της γενιάς του.

Αποδημητικά Πουλιά (Pajaros de Verano / Birds of Passage)

Σκηνοθεσία: Σίρο Γκέρα και Κριστίνα Γκαλέγκο

Παίζουν: Καρμίνα Μαρτίνεζ, Τζον Ναρβάεζ

 

 

Περίληψη: Η τραγική ιστορία μιας οικογένειας ιθαγενών που βρίσκονται αναμεμειγμένοι στην αναπτυσσόμενη επιχείρηση πώλησης μαριχουάνας σε νέους Αμερικανούς της δεκαετίας του ‘70. Το εύκολο χρήμα μοιάζει να τους χαρίζει όλα όσα ονειρεύονταν, ενώ παράλληλα διαβρώνει τους παραδοσιακούς θεσμούς της κοινότητας. Όταν η απληστία έρχεται σε σύγκρουση με τους άγραφους νόμους τιμής, ξεσπά ένας εμφύλιος πόλεμος που θέτει σε κίνδυνο τον πολιτισμό, τις προγονικές παραδόσεις τους, ακόμη και την ίδια τους τη ζωή.

Τρία χρόνια αφότου διεκδίκησε το ξενόγλωσσο Όσκαρ, ο Σίρο Γκέρα μαζί με την Κριστίνα Γκαλέγκο- παραγωγό του «Στην Αγκαλιά του Φιδιού» - ταξιδεύουν στις ερήμους της Κολομβίας, και υπογράφουν μια αντισυμβατική γκανγκστερική ταινία, που αποτέλεσε την επίσημη έναρξη του φετινού Δεκαπενθημέρου Σκηνοθετών στις Κάννες.

Χωρισμένη σε πέντε κεφάλαια – τραγούδια, η ταινία παρακολουθεί δυο φατρίες Κολομβιανών ιθαγενών από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 έως τις αρχές του ’80 και τις μεταξύ τους συγκρούσεις, που προκύπτουν όταν τα νεότερα μέλη τους εμπλέκονται με ένα καρτέλ ναρκωτικών. Η νέα τάξη πραγμάτων αλλάζει τις ισορροπίες στις κοινότητές τους, οι παραδοσιακές αξίες τους απειλούνται κι ένας εμφύλιος πόλεμος ξεσπάει ανάμεσά τους.

Σε αντίθεση με το ασπρόμαυρο «Στην αγκαλιά του Φιδιού», εδώ ο Γκέρα και η Γκαλέγκο επιλέγουν να κινηματογραφούν σε σινεμασκόπ και με ζωηρά χρώματα τους ήρωές τους, υπογραμμίζοντας το στοιχείο της παράδοσης, που κινδυνεύει. Στο άγριο τοπίο της ερήμου, οι δυο σκηνοθέτες στήνουν ένα νέο- γουέστερν φιλμ με εθνογραφικά στοιχεία , και με όρους αρχαίας τραγωδίας, μιλούν για την εγγενή αυτοκαταστροφική τάση του ανθρώπου και το πώς το εύκολο χρήμα διαβρώνει έναν ολόκληρο πολιτισμό, σχολιάζοντας εμμέσως πλην σαφώς την κατάσταση της χώρας τους. Παρά τις όποιες επαναλήψεις, ο Γκέρα και η Γκαλέγκο καταφέρνουν κι αντιμετωπίζουν ένα κοινότοπο θέμα με έναν εντελώς ξεχωριστό τρόπο, για να καταλήξουν σε μια μοναδική σκηνή που θυμίζει σχεδόν την σοφόκλεια «Αντιγόνη», η οποία στην ουσία συμπυκνώνει το νόημα της ταινίας τους.

Η Θετική Πλευρά της Ζωής (The Upside)

Σκηνοθεσία: Νιλ Μπέργκερ

Παίζουν: Μπράιαν Κράνστον, Κέβιν Χαρτ, Νικόλ Κιντμαν

 

Περίληψη: Ένας τετραπληγικός δισεκατομμυριούχος προσλαμβάνει για βοηθό του έναν πρώην κατάδικο, που είναι ελεύθερος υπό όρους, και μια ιδιαίτερη σχέση αρχίζει να αναπτύσσεται μεταξύ τους.

Το αμερικανικό ριμέικ των «Άθικτων» που είχε σπάσει ταμεία στη Γαλλία, αυτή τη φορά με τους Μπράιαν Κράνστον και Κέβιν Χαρτ στους κεντρικούς ρόλους.

Δεν είναι η πρώτη φορά που οι Αμερικανοί παίρνουν μία μεγάλη επιτυχία την κόβουν και τη ράβουν στα μέτρα τους μένοντας πιστοί μεν στην ιστορία, αλλά όχι στο πνεύμα της. Το ίδιο συμβαίνει και σε αυτή την περίπτωση, οπότε έχουμε και πάλι ένα δισεκατομμυριούχο τετραπληγικό άνδρα, ο οποίος προσλαμβάνει έναν πρώην κατάδικο, πατέρα ενός μικρού παιδιού, για να τον βοηθάει. Ο πλούσιος άνδρας μυεί τον βοηθό του στον κόσμο της όπερας και του πολιτισμού, ενώ νεαρός άνδρας γίνεται για το αφεντικό του μία πηγή ζωής.

Ο Nιλ Μπέργκερ μένει όσο πιο κοντά μπορεί στην πρωτότυπη γαλλική ταινία και όσο αφορά στη σχέση των δύο κεντρικών ηρώων καταφέρνει να διατηρήσει το ύφος της. Όμως στη δική του εκδοχή λείπει το υποδόριο χιούμορ των Ερίκ Τολεντανό και Ολιβιέ Νακάς και τα υπαινικτικά σχόλια σχετικά με το ταξικό χάσμα των δύο ανδρών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να απουσιάζουν οι έντονες συγκρούσεις και οι κορυφώσεις, οπότε η τελική τους συμφιλίωση και συμβίωση δεν μοιάζει απίθανη, οπότε το όλο εγχείρημα χάνει το στοιχείο της έκπληξης αλλά και της τρυφερότητας που είχαν κατακτήσει οι «Άθικτοι».

Ο Μπράιαν Κράνστον και ο Κέβιν Χαρτ, που εδώ προσπαθεί να αποδείξει ότι διαθέτει και δραματική στόφα, έχουν καλή χημεία μεταξύ τους, αλλά οι ερμηνείες τους δεν απογειώνονται όπως οι αντίστοιχες των Φρανσουά Κλιζέ και κυρίως του Ομάρ Σι, οπότε πραγματικά είναι απορίας άξιο για ποιο λόγο κάποιοι αποφάσισαν αυτό το ριμέικ.

Σέρλοκ Χολμς & Δρ. Γουάτσον (Holmes & Watson)

Σκηνοθεσία: Έιταν Κόεν

Παίζουν: Γουίλ Φέρελ, Τζον Σ. Ράιλι, Λόρεν Λάπκους, Κέλι Μακντόναλντ, Ρέιφ Φάινς, Ρεμπέκα Χολ

Περίληψη: Όταν ένα πτώμα αποκαλύπτεται μέσα στην τούρτα γενεθλίων του Σέρλοκ Χόλμς, όλα δείχνουν ότι πίσω από τη νοσηρή έκπληξη κρύβεται το εγκληματικό μυαλό του Τζέιμς Μοριάρτι. Όμως, ο διάσημος ντετέκτιβ διατηρεί τις αμφιβολίες του. Όσο η έρευνα ανατρέπει όλα τα δεδομένα, ο Χολμς και ο Δρ. Γουάτσον αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη απειλή της συνεργασίας τους. To ντουέτο πρέπει να παραμείνει δεμένο για να βρει τον δολοφόνο, να σώσει τη Βασίλισσα και να αποκαταστήσει τη φήμη του. Όλα αυτά με την προϋπόθεση ότι δε θα χωρίσουν οι δρόμοι τους εξαιτίας αυτής της μυστηριώδους υπόθεσης.

Ο Γουίλ Φέρελ και ο Τζον Σ. Ράιλι ξανασυναντιούνται δέκα χρόνια μετά, αυτή τη φορά σε μια παρωδία του πασίγνωστου δίδυμου της κλασικής αστυνομικής λογοτεχνίας.

Ο Σέρλοκ Χολμς και ο δρ. Γουάτσον κυνηγάνε για ακόμα μια φορά τον Μοριάρτι, προσπαθώντας να αποτρέψουν τη δολοφονία της Βασίλισσα της Αγγλίας, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούν να λύσουν τον γρίφο του μεγαλύτερου ου μυστηρίου, του έρωτα, που θα βρουν στο πρόσωπο μιας Αμερικανίδας γιατρού και της βοηθού της.

Ο Έιταν Κόεν («Tropic Thunder», « Get Hart») μεταμορφώνει τον δαιμόνιο Σέρλοκ Χολμς και τον σταθερό του συνεργάτη, δρ. Γουάτσον σε παλιμπαιδίζοντες μεσήλικες, προτείνοντας μια κωμική εκδοχή των ηρώων του Σερ Άρθουρ Κόναν Ντόιλ. Δεν είναι η πρώτη φορά βέβαια που μια διάσημη ιστορία αντιμετωπίζεται με χιούμορ, όμως δυστυχώς εδώ ο Κόεν ανακατεύει φύρδην μίγδην την κλασική αλλά και τη σύγχρονη εκδοχή του διάσημου ντετέκτιβ, όπως τη γνωρίσαμε από την γνωστή σειρά του BBC, χρησιμοποιεί κλισέ αστεία που έχουμε ξαναδεί και μια σειρά από κακόγουστα σεξουαλικά γκανγκ σχετικά με την στύση και την ούρηση, κι έτσι καταστρέφει μια ομάδα καλών ηθοποιών που μετά βίας καταφέρνουν να μας κάνουν να γελάσουμε. Οι ελάχιστες καυστικές ατάκες σχετικά με την οπλοχρησία και την πολιτική κατάσταση της Βρετανίας που ετοιμάζεται για το Βrexit, δεν αρκούν για να σώσουν το όλο εγχείρημα που δικαίως απέσπασε έξι υποψηφιότητες για τα Χρυσά Βατόμουρα.

Flashback (Backtrace)

Σκηνοθεσία: Μπράιαν Α. Μίλερ

Παίζουν: Σιλβέρστερ Σταλόνε, Μάθιου Μοντίν

Περίληψη: Μία ληστεία πάει στραβά και τα θύματα είναι πολλά. Ο μόνος επιζών ληστής παθαίνει αμνησία και δεν θυμάται πού έκρυψε 500.000 δολάρια. Όταν μία μυστηριώδης ομάδα τον βγάζει από το νοσοκομείο για να βρει τα λεφτά, του χορηγεί ένα πειραματικό φάρμακο που του ξυπνάει το παρελθόν του, αποκαλύπτοντας κρυμμένα μυστικά. Όσο ένας ικανός αστυνομικός βρίσκεται στα ίχνη του, ο ληστής παλεύει να θυμηθεί, πριν ένας ξεχασμένος εχθρός τον ανακαλύψει και τον προλάβει.

Ο Σιλβέστερ Σταλόνε επιστρέφει σε μια άχαρη περιπέτεια δράσης με έναn αδιάφορο ρόλο.

Ο μόνος επιζών από μια σπείρα κακοποιών μετά από μια ληστεία νοσηλεύεται με αμνησία. Δεν μπορεί να θυμηθεί τίποτα: ποια είναι η οικογένειά του, την ταυτότητά του, ούτε φυσικά πού έχει τοποθετήσει τη λεία εκείνης της μοιραίας επιχείρησης. Τον προσεγγίζει λοιπόν μια μυστηριώδης ομάδα που τον απελευθερώνει και του χορηγεί ένα πειραματικό φάρμακο, με σκοπό να του επαναφέρει τη μνήμη. Ταυτόχρονα ένας αστυνομικός επιθεωρητής βρίσκεται στα ίχνη τους, προσπαθώντας να τους συλλάβει πριν πάρουν τα λεφτά.

Ο Μπράιαν Α. Μίλερ («Reprisal», «Vice», « House of the Rising Sun») με μια πολύ μικρή παραγωγή στην διάθεσή του- μάλλον το μεγαλύτερο μέρος του budget δόθηκε στον Σλάι για να συμμετάσχει - παίρνει μια απίστευτη βαρετή ιστορία, χωρίς ιδιαίτερες εντάσεις και κορυφώσεις, στήνει άνευρες σκηνές δράσης που μετά βίας περνάνε, και κινηματογραφεί άτσαλα τα flashback του κεντρικού ήρωα, καταλήγοντας σε ένα εντελώς κλισέ κι αναμενόμενο φινάλε.

Ο δε Σταλόνε απλώς περιφέρεται σε έναν ρόλο που θα μπορούσε να είχε παίξει ο οποιοσδήποτε δευτεραγωνιστής και δεν ρίχνει ούτε καν ένα κροσέ, έτσι για να ανάψουν τα αίματα.

Παίζεται ακόμα:

Τοσοδούλικα 2: Περιπέτεια στην Άκρη του Κόσμου

(Minuscule - Les mandibules du bout du mond/ Minuscules 2: Mandibles From Far Away)

Σκηνοθεσία: Ελέν Ζιρό, Τομά Ζαμπό

 

 

Περίληψη: Καθώς οι πρώτες νιφάδες πέφτουν στην κοιλάδα, είναι επιτακτική ανάγκη να γίνει ο εφοδιασμός για το χειμώνα! Δυστυχώς, κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας μια μικρή πασχαλίτσα παγιδεύεται σε ένα δέμα. με προορισμό την Καραϊβική! Μόνο ένας τρόπος υπάρχει να γυρίσει σπίτι: να ενωθεί για ακόμη μια φορά με την dreamteam. Οπότε η πασχαλίτσα, το μυρμήγκι και η αράχνη ενώνουν τις δυνάμεις τους για να φτάσουν στην άλλη άκρη του κόσμου.

Τρία χρόνια μετά από την «Κοιλάδα των Χαμένων Μυρμηγκιών», οι λιλιπούτειοι ήρωες επιστρέφουν και, μαζί με τους νέους τους φίλους, αναλαμβάνουν μια εξαιρετικά δύσκολη αποστολή στην άλλη άκρη του κόσμου.

Τα «Τοσοδούλικα» ξεκίνησαν ως μία μικρού μήκους ταινία, η οποία ενέπνευσε μία τηλεοπτική σειρά και μία ταινία μεγάλου μήκους. Τα σενάρια για τη σειρά και την ταινία ξεκίνησαν να γράφονται ταυτόχρονα, ενώ η σειρά μεταδόθηκε σε περισσότερες από 100 χώρες παγκοσμίως- στη Γαλλία μόνο, έχει πουλήσει περισσότερα από ένα εκατομμύριο DVD.

Επίσης, είναι η μόνη γαλλική παραγωγή των τελευταίων ετών που έχει παραχθεί εξ ολοκλήρου στη χώρα και η διαφορά της έγκειται στο ότι οι μικροσκοπικοί ήρωες της ταινίας είναι ψηφιακοί, ενώ τα σκηνικά απολύτως αληθινά, μιας κι η ταινία είναι μια ωδή στη φύση. Επειδή η σημερινή κοινωνία προσφέρει λίγες ευκαιρίες για να μεταδώσει αυτές τις αξίες στις νεότερες γενιές και να προωθήσει την ευαισθητοποίηση σχετικά με τη μικρο-πανίδα, στόχος των δημιουργών είναι να καλλιεργήσουν στους μικρούς τους θεατές την αγάπη για το περιβάλλον, μέσα από αυτόν τον «τοσοδούλικο» κόσμο, με έναν δημιουργικό και διασκεδαστικό τρόπο.