Ο Φρανσουά Οζόν βάζει στο στόχαστρο την Εκκλησία και δημιούργει μια επιδραστική ταινία που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε κοινωνικό επίπεδο, το εμβληματικό- κι ανορθόγραφο- «Νεκρωταφίο ζώων» του Στίβεν Κινγκ επιστρέφει, o Tζιμ Κάμινγκς εξελίσσει τη μικρού μήκους ταινία που τον έκανε διάσημο, και δύο ελληνικές παραγωγές- η «Επαφή» και ο «Σερβιτόρος»- πρωταγωνιστούν στις επιλογές της εβδομάδας.
Θέλημα Θεού (Grâce à Dieu/ By the Grace of God)
Σκηνοθεσία: Φρανσουά Οζόν
Παίζουν: Μελβίλ Πουπό, Ντενίς Μενοσέ, Σουάν Αρλό, Ζοσιάν Μπαλασκό, Ερίκ Καραβακά
Περίληψη: Ο Αλεξάντρ ζει στη Λυών με την οικογένειά του. Μια ημέρα μαθαίνει τυχαία ότι ο ιερέας που τον κακοποίησε, όταν ήταν πρόσκοπος, εξακολουθεί να δουλεύει με παιδιά. Αποφασίζει να αναλάβει δράση και τον ίδιο δρόμο ακολουθούν άλλα δύο θύματα του ιερέα, ο Φρανσουά και ο Εμμανουέλ. Οι τρεις τους ενώνονται για να «σηκώσουν το πέπλο της σιωπής», αλλά οι επιπτώσεις και οι συνέπειες δεν θα αφήσουν κανέναν ανεπηρέαστο.
Ο Φρανσουά Οζόν κερδίζει την Αργυρή Άρκτο στο 69ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου και συνταράσσει τη Γαλλία, μεταφέροντας στη μεγάλη οθόνη την αληθινή ιστορία παιδεραστίας στη Λυών.
Ένας επιτυχημένος άνδρας, πιστός καθολικός και πατέρας πέντε παιδιών, ο Αλεξάντρ, συγκλονισμένος ανακαλύπτει πως ο ιερέας που τον κακοποιούσε όταν ήταν μικρός, εξακολουθεί να ασχολείται με παιδιά. Έτσι ξεκινάει τον δικό του αγώνα για δικαίωση, κρατώντας χαμηλούς τόνους. Στην πορεία θα συναντηθεί με τον Φρανσουά, ακόμα ένα θύμα του παιδεραστή ιερέα, ο οποίος με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα θα δώσει δημοσιότητα στο θέμα. Στο πλευρό τους θα ενωθούν πολλά ακόμα κακοποιημένα θύματα, που θα ανακαλύψουν πως τελικά η Εκκλησία γνώριζε την περίπτωση του πατέρα Πρεϊνά, αλλά εθελοτυφλούσε προκειμένου να μην θίγει το γόητρό της.
Ο Μπερνάρ Πρεϊνά κατηγορήθηκε τον Ιανουάριο του 2016 για σεξουαλική επίθεση και τέθηκε υπό δικαστική εποπτεία. Περισσότερα από 70 άτομα εμφανίστηκαν, δηλώνοντας ότι είναι θύματά του. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων έχει επέλθει παραγραφή λόγω του χρόνου που έχει παρέλθει από το αδίκημα. Η θύελλα όμως αντιδράσεων που ξεσήκωσε η ταινία οδήγησε τελικά στη καταδίκη του καρδινάλιου Μπαρμπαρέν, ο οποίος κρίθηκε ένοχος για την συγκάλυψη σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, αλλά και της ψυχολόγου της Επισκοπής,
Κι αυτό συνέβη κυρίως επειδή ο Γάλλος δημιουργός εξετάζει την υπόθεση όχι μόνο μέσα από τα μάτια των θυμάτων αλλά κυρίως μέσα από μια κονωνικο-πολιτική οπτική, μένοντας πιστός στα γεγονότα και βάζοντας εμφανώς στο στόχαστρο όχι το πρόσωπο- τον Πρεϊνά, δηλαδή που εδώ παρουσιάζετε περισσότερο ως ένας άρρωστος άνθρωπος, έτοιμος να παραδεχτεί τις πράξεις του- αλλά τον θεσμό της Εκκλησιάς και τον ρόλο που διαδραμάτισε στην όλη ιστορία.
Οι χειριστικές μέθοδοι του καρδινάλιου, η παραπλάνηση που δέχτηκαν τα θύματα και οι ψευδείς υποσχέσεις ότι ο ιερέας θα απομακρυνθεί από το αξίωμά του, πράγμα που τελικά δεν έγινε, καθώς και η υποκριτική συμπεριφορά των υπευθύνων αποτελούν τον βασικό άξονα του Οζόν, που με ντοκιμαντερίστικη διάθεση ακολουθεί λεπτό προς λεπτό μια συγκλονιστική υπόθεση. Ταυτόχρονα όμως εστιάζει στις συνέπειες της κακοποίησης που βιώνουν οι κεντρικοί του ήρωες, δημιουργώντας ενδιαφέροντες κινηματογραφικά χαρακτήρες, οι οποίοι όμως δεν καταφέρνουν να ολοκληρωθούν.
Ξεκινώντας την ταινία ως μια μορφή ανοιχτής επιστολής- συνεχώς ακούμε σε voice over την αλληλογραφία που αντάλλασσαν οι εμπλεκόμενοι- και αποσπασματικές σκηνές της καθημερινότητας του Αλεξάντερ, ο Οζόν σταδιακά περνάει σε μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση, που διακόπτεται με σκληρά φλας μπακ από το παρελθόν, που όμως περιγράφουν κάπως σχηματικά την αρρωστημένη ατμόσφαιρα που επικρατούσε στην ενορία του Πρεϊνά.
Παρόλα αυτά το μαύρο χιούμορ του Οζόν σε ό,τι αφορά στις τακτικές της Εκκλησίας και στον τρόπο που αντιμετωπίζεται μια τόσο σοβαρή υπόθεση προσθέτουν ένα σατιρικό στοιχείο στην ταινία, ελαφραίνοντας τη βαριά ατμόσφαιρα, κι έτσι τελικά καταφέρνει για δυόμιση ώρες να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή. Το πιο σημαντικό όμως είναι πως ο Γάλλος δημιουργός καταφέρνει με ένα καλλιτεχνικό έργο να επηρεάσει την κοινή γνώμη και τελικά να επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές, επαναπροσδιορίζοντας επί του πρακτέου τον ρόλο της τέχνης μέσα στην κοινωνία, υπογράφοντας έτσι την καλύτερη ταινία της καριέρας του.