«Για να ξεφύγω από τον πραγματικό κόσμο, επισκεπτόμουν καθημερινά τον ζωολογικό κήπο», λέει η ηρωίδα, που ταυτίζεται με την αφηγήτρια. Το ζώο που γνώριζε καλύτερα και με το οποίο είχε αναπτύξει φιλική σχέση, ήταν μια ύαινα -περνούσε ώρες μαθαίνοντάς της γαλλικά, ενώ η ύαινα της μάθαινε τη γλώσσα της. Τον Μάιο, η μητέρα της έχει διοργανώσει τον επίσημο χορό των debutantes προς τιμήν της και η ίδια απεχθάνεται τη διαδικασία. «Για ολόκληρες νύχτες υπέφερα!», γράφει.
Όταν εξομολογείται τον πόνο της στην ύαινα, εκείνη την εκπλήσσει: «Είσαι τυχερή. Θα πήγαινα ευχαρίστως στη θέση σου! Δεν ξέρω βέβαια να χορεύω αλλά τουλάχιστον θα μπορούσα να κουβεντιάσω». Αυτό είναι το νέο σχέδιό τους, η ύαινα θα πάει στον χορό, στη θέση της αφηγήτριας. Μόνο που υπάρχει ένα πρόβλημα -δεν μοιάζουν αρκετά. «Άκου, το βράδυ κανείς δεν βλέπει τόσο καθαρά. Αν μεταμφιεστείς λίγο, κανείς δεν θα το προσέξει μέσα στον κόσμο. Εξάλλου, έχουμε σχεδόν το ίδιο μέγεθος. Είσαι η μόνη μου φίλη, σε ικετεύω!».
Νωρίς το πρωί, η ηρωίδα ελευθερώνει την ύαινα από τον ζωολογικό κήπο και την κρύβει στο δωμάτιό της. Εκεί, δοκιμάζει το φόρεμα, τα παπούτσια με τακούνι και τα μακριά γάντια της και περπατά γύρω γύρω στο δωμάτιο για να τα συνηθίσει, ώσπου η μητέρα χτυπά την πόρτα και αναγκάζεται να κρυφτεί. «Βγαίνει μια άσχημη μυρωδιά από το δωμάτιο. Πριν τον χορό πρέπει να κάνεις ένα αρωματικό μπάνιο με τα καινούρια μου άλατα».
Καθώς οι ώρες περνούν, οι δυο φίλες αποκτούν ένα σημαντικότερο πρόβλημα: πρέπει οπωσδήποτε να βρουν μια λύση για το πρόσωπο της ύαινας, αλλιώς θα καταστραφούν όλα. Τότε, η ύαινα προτείνει το εξής: να καλέσει η ηρωίδα την καμαριέρα της στο δωμάτιο, εκείνη να τη φάει και να φορέσει το πρόσωπό της σαν μάσκα. Η ηρωίδα συμφωνεί υπό έναν όρο -να τη σκοτώσει προτού αφαιρέσει το πρόσωπό της -αλλιώς θα είναι ιδιαίτερα δυσάρεστο.
Η διαδικασία ολοκληρώνεται γρήγορα, και η ύαινα κοιτάζεται ευχαριστημένη στον καθρέφτη. «Είχε φάει προσεκτικά γύρω γύρω από το πρόσωπο, αφήνοντας ακριβώς το κομμάτι που χρειαζόμασταν». Πεπεισμένη ότι το σχέδιο θα πετύχει, η ύαινα φεύγει για τον χορό, με μια προειδοποίηση: να μην καθίσει δίπλα στη μητέρα, που είναι η μόνη που θα καταλάβαινε αμέσως την απάτη. Οι δυο φίλες αγκαλιάζονται.
Εξουθενωμένη από την ημέρα, η ηρωίδα χώνεται στο κρεβάτι της και διαβάζει τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ πλάι στο παράθυρο. Σαν προάγγελος ενός κακού γεγονότος, μια νυχτερίδα μπαίνει ξαφνικά στο δωμάτιο και αρχίζει να φτερουγίζει. Ακολουθεί ένα χτύπημα στην πόρτα και η μητέρα μπαίνει εξαγριωμένη στο δωμάτιο. «Πηγαίναμε να καθίσουμε στο τραπέζι, όταν το πράγμα που ήταν στη θέση σου σηκώθηκε και φώναξε: "Μυρίζω λίγο έντονα, ε; Λοιπόν, όσο για μένα, δεν τρώω κέικ". Με αυτά τα λόγια έβγαλε το πρόσωπό της και το έφαγε. Έκανε ένα μεγάλο άλμα και εξαφανίστηκε από το παράθυρο».