Ανδρέας Αγγελιδάκης: Ποιος είναι ο καλλιτέχνης που θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην 61η Μπιενάλε της Βενετίας
Ο καλλιτέχνης και αρχιτέκτονας Ανδρέας Αγγελιδάκης θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην 61η Μπιενάλε της Βενετίας, σύμφωνα με έγγραφο που αναρτήθηκε στην Διαύγεια.
Η 61η Διεθνής Καλλιτεχνική Έκθεση της Βενετίας θα πραγματοποιηθεί από τις 9 Μαϊου έως τις 22 Νοεμβρίου 2026, και ο Έλληνας δημιουργός θα παρουσιάσει το έργο «Δωμάτιο απόδρασης/ Escape Room», με επιμελητή τον Γιώργο Μπεκιράκη.
Η θεματική της επόμενης Μπιενάλε Τέχνης της Βενετίας έχει τίτλο «Σε Ελάσσονα Κλίμακα». Η Ελβετο-Καμερουνέζα επιμελήτρια Koyo Kouoh -η οποία πέθανε τον περασμένο Μάιο στα 57 της, μερικές μόνο ημέρες πριν την ανακοίνωση της θεματικής -οραματίστηκε την έκθεση ως μια αισθητηριακή εμπειρία, ενθαρρύνοντας τους επισκέπτες να αλληλεπιδράσουν με την τέχνη με έναν τρόπο ενδοσκοπικό και συναισθηματικά φορτισμένο.
Ποιος είναι ο εικαστικός και αρχιτέκτονας Ανδρέας Αγγελιδάκης
Όσοι βρεθήκαμε στα «Plasmata 3», την πρόσφατη έκθεση της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, στο Πεδίο του Άρεως, τον περασμένο Μάιο και Ιούνιο, το έργο του Ανδρέα Αγγελιδάκη ήταν ένα από αυτά που μας τράβηξαν την προσοχή.

Οι «πουφοκολώνες»-όπως τις ονομάζει -της εγκατάστασης «Αναρχαιολογική Αναπαράσταση», βρίσκονταν κάτω από τα πεύκα και τους ευκαλύπτους του πάρκου, μαζί με τις προβανδαλισμένες επιγραφές «ΞΕΣΠΑ», και προσέφεραν τον ιδανικό τόπο χαλάρωσης και μύησης στη φιλοσοφία του καλλιτέχνη.
Ο 57χρονος Ανδρέας Αγγελιδάκης δραστηριοποιείται ως καλλιτέχνης και αρχιτέκτονας, συνδυάζοντας την αρχιτεκτονική με την τέχνη, τη συγγραφή και την επιμέλεια εκθέσεων. Η δουλειά του εστιάζει σε θέματα όπως η φθορά, το ψηφιακό περιβάλλον και η θεσμική αναθεώρηση, τα οποία εξερευνά μέσω σκηνογραφικών εγκαταστάσεων και αφηγηματικών κατασκευών.

Συχνά, τα έργα του ξεκινούν ως ψηφιακά μοντέλα που μετουσιώνονται σε φυσικά αντικείμενα, τα οποία διερευνούν και υπονομεύουν τις κοινωνικές και ιδεολογικές πτυχές του χώρου. Μέσα από ένα συνδυασμό ειρωνείας και στοχασμού, προσεγγίζει την έννοια της μεταμόρφωσης -είτε πρόκειται για κτίσματα, είτε για πολιτισμούς, είτε για ταυτότητες.
Μεγάλωσε στα προάστια της Αθήνας τη δεκαετία του ’70 και του ’80, με εικόνες από εργοτάξια να γεμίζουν την παιδική του καθημερινότητα χάρη στον πατέρα του, που ήταν πολιτικός μηχανικός.
Αργότερα, σπούδασε Αρχιτεκτονική στις Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο η πορεία του δεν ακολούθησε την κλασική διαδρομή του σχεδιασμού κτιρίων. «Ποτέ δεν ήθελα πραγματικά να σχεδιάζω κτίρια», εξηγεί σε συνέντευξή του στο περιοδικό Elle Decor, «προτιμώ να σκέφτομαι για αυτά»
Μέσα από τα έργα του, διαμορφώνει έναν στοχαστικό διάλογο γύρω από το δομημένο περιβάλλον και τις αφηγήσεις που το συνοδεύουν. Ζει και εργάζεται σε διαμέρισμα-ατελιέ κοντά στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, έναν τόπο γεμάτο ιστορικούς συμβολισμούς.

Σε μια από τις δικές του δημιουργίες που έχει στο σπίτι του -μια αφρώδη καρέκλα που μοιάζει να τον τυλίγει σαν κιονόκρανο ιωνικού ρυθμού– -αποτυπώνεται καθαρά το πάντρεμα κλασικού και σύγχρονου, ενός μοτίβου που διατρέχει μεγάλο μέρος της δουλειάς του.

«Η Αθήνα είναι γνωστή ως η γενέτειρα του δυτικού πολιτισμού, αλλά ως σύγχρονη πόλη παραμένει εντελώς άλυτη», παρατηρεί με ειλικρίνεια. Το βλέμμα του στρέφεται συχνά στην ταυτότητα της πόλης, την οποία αντιλαμβάνεται ως ρευστή και δύσκολα οριζόμενη. «Το Παρίσι έχει ξεκάθαρη ταυτότητα, ένα ισχυρό brand. Η Αθήνα δεν είναι ακριβώς ευρωπαϊκή ούτε ακριβώς μεσανατολική -είναι κάτι ενδιάμεσο, μια μεταβατική ζώνη», λέει.
Αυτή η αίσθηση ενδιάμεσης κατάστασης, της μόνιμης μετάβασης χωρίς τελικό προορισμό, διαπερνά τη σκέψη και την πρακτική του Αγγελιδάκη. Οι εγκαταστάσεις του, τα ψηφιακά έργα και οι ερμηνείες του για την αρχιτεκτονική ενσωματώνουν ιστορικά θραύσματα, ψηφίδες πολιτισμών και σχόλια για τη συλλογική μνήμη. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, η Αθήνα αναδεικνύεται όχι ως «άλυτο» ζήτημα, αλλά ως ζωντανό, αντιφατικό σώμα που διαμορφώνεται συνεχώς.

Αν θα μπορούσε να υπάρξει ένας κοινός άξονας στο έργο του, αυτός είναι η αναζήτηση του «ανάμεσα». Η προσπάθειά του δεν είναι να δώσει απαντήσεις ή να επιβάλει αφηγήσεις, αλλά να ανοίξει χώρους για ερωτήματα -και η Αθήνα, με όλο της το βάρος και τις ρωγμές της, είναι ιδανικός τόπος για κάτι τέτοιο.
Έργα του έχουν εκτεθεί σε ιδρύματα και θεσμούς, όπως στο Ίδρυμα Ωνάση (Αθήνα), την documenta 14 (Αθήνα και Κάσελ), το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Σικάγου και το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Λουιζιάνα (Humlebæk, Δανία), ενώ περιλαμβάνεται στις συλλογές του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ), του Ιδρύματος Ωνάση, του MOCA (Τορόντο).