Το πολύκροτο διαζύγιο της Νταϊάνα με τον Κάρολο -Το δραματικό παρασκήνιο της βασιλικής ιστορίας
Σαν σήμερα, 29 χρόνια ολοκληρώνεται επίσημα ένα από τα πιο πολύκροτα διαζύγια του 20ού αιώνα.
Το 1981, ο κόσμος σταμάτησε για λίγες ώρες, στρέφοντας τα βλέμματά του προς τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο, όπου ο πρίγκιπας -τότε- Κάρολος και η 20χρονη Νταϊάνα Σπένσερ ενώθηκαν σε γάμο που έμοιαζε με παραμύθι.
Περισσότεροι από 750 εκατομμύρια άνθρωποι συντονίστηκαν τηλεοπτικά, μαγεμένοι από το σκηνικό, το νυφικό με την τεράστια ουρά ποδιών και την αθωότητα της νεαρής Νταϊάνα. Η εικόνα της, γεμάτη χάρη και νεανικότητα, έγινε σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής, ένας συνδυασμός ονείρου και βασιλικής μεγαλοπρέπειας.
Όμως πίσω από την εικόνα της τελειότητας, η αλήθεια ήταν πολύ διαφορετική. Η Νταϊάνα, σε συνεντεύξεις για το βιβλίο του Andrew Morton «Diana: Her True Story», αποκάλυψε ότι την ημέρα του γάμου της ένιωθε «θανατηφόρα ήρεμη», σαν να ήταν «πρόβατο για σφαγή». Είχε δει τον Κάρολο μόλις 13 φορές και η αίσθηση αβεβαιότητας και φόβου ήταν διάχυτη. Ο κόσμος έβλεπε ένα παραμύθι, αλλά η πραγματικότητα πίσω από τις κλειστές πόρτες ήταν γεμάτη μοναξιά, ανασφάλεια και πίεση.
Η ρήξη στη σχέση της Νταϊάνα με τον Κάρολο

Καθώς η ζωή τους προχωρούσε, τα πρώτα σημάδια ρήξης έγιναν εμφανή. Οι φήμες για εξωσυζυγικές σχέσεις, οι μακρές περίοδοι που περνούσαν χωριστά και οι επίσημες εμφανίσεις που συχνά φαινόταν άβολες δημιούργησαν την αίσθηση ενός γάμου σε κρίση. Η Νταϊάνα ένιωθε παγιδευμένη σε έναν κόσμο που δεν της άφηνε χώρο να αναπνεύσει ή να εκφράσει τα συναισθήματά της ελεύθερα, ενώ η διαρκής παρουσία της Καμίλα στη ζωή του Καρόλου δημιουργούσε τεράστιο στρες. Σε συνεντεύξεις της, περιέγραφε την καθημερινότητά της με λέξεις που μαρτυρούσαν τη βαθιά ψυχική πίεση: «Ήμουν μόνη, ακόμη και όταν ήμουν στο πλευρό του συζύγου μου».
Το καλοκαίρι του 1986, η Νταϊάνα γνωρίζει τον πρώην στρατιωτικό Τζέιμς Χιούιτ, με τον οποίο θα συνδεθεί για πέντε χρόνια. Η σχέση τους έγινε αντικείμενο δημοσιευμάτων, ενισχύοντας τις φήμες σχετικά με την πατρότητα του πρίγκιπα Χάρι, τις οποίες ο Χιούιτ διέψευσε κατηγορηματικά. Παρά τη διάψευση, η φημολογία παρέμεινε και έβαλε ακόμη περισσότερη πίεση στη Νταϊάνα, αναδεικνύοντας την τραγική πλευρά του γάμου της.

Το φθινόπωρο του 1987, η κατάσταση είχε φτάσει στο σημείο βρασμού. Τα μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι το ζευγάρι είχε περάσει μόλις μία νύχτα μαζί τους τελευταίους έξι εβδομάδες. Ο Κάρολος βρισκόταν στο κάστρο Μπαλμόραλ στη Σκωτία, ενώ η Νταϊάνα ταξίδετε ανάμεσα στο Κένσινγκτον και την εξοχική κατοικία Highgrove. Οι φήμες για ένταση και αντιπαλότητα γίνονταν ολοένα και πιο έντονες, με το κοινό να παρακολουθεί την πτώση του παραμυθιού σε πραγματικό χρόνο. Η ίδια η Νταϊάνα περιέγραφε αργότερα εκείνες τις μέρες ως «ένα συνεχές παιχνίδι υπομονής και προσποιητής ευτυχίας».
Το 1989, η Νταϊάνα αποφασίζει να αντιμετωπίσει την αλήθεια κατά πρόσωπο. Σε ένα πάρτι γενεθλίων, πλησιάζει την Καμίλα και της λέει με θάρρος: «Ξέρω τι συμβαίνει ανάμεσά σας και θέλω να ξέρεις ότι δεν είμαι χαζή. Θέλω τον σύζυγό μου».

Η ρήξη πλέον είχε γίνει δημόσια. Επιβεβαιώνοντας τις φήμες που ήθελαν τον γάμο τους να μην μπορεί να επιβιώσει ύστερα από τόσα σκάνδαλα και φημολογούμενες εξωσυζυγικές σχέσεις, στις 9 Δεκεμβρίου του 1992 ο πρίγκιπας Κάρολος και η επί 11 χρόνια σύζυγός του Νταϊάνα ανακοινώνουν τον χωρισμό τους, με το διαζύγιό τους να επισημοποιείται τέσσερα χρόνια αργότερα.
Και μπορεί μεν ο τότε πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, Τζον Μέιτζορ, να ανακοίνωσε τον επίσημο χωρισμό τους, ο ίδιος όμως δεν απέκλειε το ενδεχόμενο η Νταϊάνα να γίνει βασίλισσα, καθώς το Παλάτι δεν έκανε λόγο για διαζύγιο.
Το Παλάτι προσπάθησε να παρουσιάσει τον χωρισμό ως «φιλικό» και «αμοιβαία συμφωνημένο», τονίζοντας ότι δεν υπήρχε τρίτο πρόσωπο. Η Νταϊάνα θα παρέμενε στο Κένσινγκτον, ο Κάρολος θα μοιράζονταν τον χρόνο του μεταξύ του Clarence House και του Highgrove, αλλά η πραγματικότητα ήταν ότι η εμπιστοσύνη είχε χαθεί και η καρδιά της Νταϊάνα είχε πληγωθεί ανεπανόρθωτα.

Το 1994, ο Κάρολος παραδέχεται σε συνέντευξη ότι είχε εξωσυζυγική σχέση. «Ναι, μέχρι που ο γάμος μας διαλύθηκε ανεπανόρθωτα», λέει, αποκαλύπτοντας στον κόσμο την αλήθεια. Το κοινό αρχίζει να βλέπει τη Νταϊάνα όχι μόνο ως πριγκίπισσα αλλά και ως γυναίκα που υπέφερε σε έναν κόσμο γεμάτο περιορισμούς και προκαταλήψεις.
Το 1995, όταν ακόμα το διαζύγιο δεν είχε επισημοποιηθεί, η Νταϊάνα έδωσε μια από τις πιο αποκαλυπτικές συνεντεύξεις στη ζωή της, η οποία έμεινε στην ιστορία, στο BBC και τον δημοσιογράφο Martin Bashir «Θα ήθελα να είμαι μια βασίλισσα στις καρδιές των ανθρώπων, αλλά δε βλέπω τον εαυτό μου να γίνεται ποτέ βασίλισσα αυτής της χώρας. Δε νομίζω ότι πολλοί άνθρωποι θέλουν να γίνω βασίλισσα. Και με τη φράση “πολλοί άνθρωποι” εννοώ τον θεσμό μέσα στον οποίο παντρεύτηκα, γιατί εκείνοι αποφάσισαν ότι δεν είμαι από τους ανθρώπους που μπορούν να πετύχουν στη ζωή τους» λέει η ίδια και προσθέτι «Ήμασταν τρεις σε αυτόν τον γάμο». Η συνέντευξη παρακολούθησαν περίπου 200 εκατομμύρια τηλεθεατές παγκοσμίως, ενώ αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ο δημοσιογράφος Martin Bashir την παραπλάνησε για να εξασφαλίσει τη συνεργασία της.

Η πίεση από το Παλάτι κορυφώνεται τον Δεκέμβριο του 1995, όταν η βασίλισσα Ελισάβετ προτείνει την πρόωρη λύση του γάμου. Το μήνυμα είναι σαφές: το διαζύγιο είναι επιθυμητό και η βασιλική εικόνα πρέπει να προστατευτεί. Ο Κάρολος συμφωνεί και ενημερώνει τη Νταϊάνα, η οποία, παρά την αρχική αντίσταση, αποφασίζει να δεχθεί την απόφαση.
Στις 29 Φεβρουαρίου 1996, η Νταϊάνα συμφωνεί επίσημα στο διαζύγιο. Ο δικηγόρος της δηλώνει ότι πρόκειται για «μια εξαιρετικά δύσκολη απόφαση, που η Πριγκίπισσα της Ουαλίας πήρε με τεράστια λύπη και θλίψη». Το διαζύγιο ολοκληρώνεται στις 28 Αυγούστου 1996. Η Νταϊάνα διατηρεί τον τίτλο «Πριγκίπισσα της Ουαλίας» αλλά όχι το «Βασιλική Υψηλότης», ενώ η περιουσιακή της διανομή εκτιμάται γύρω στις 15 εκατομμύρια λίρες.
Μόλις ένα χρόνο αργότερα, η Νταϊάνα χάνει τη ζωή της σε τροχαίο δυστύχημα στο Παρίσι, αφήνοντας πίσω της μια κληρονομιά που θα παραμείνει ανεξίτηλη στη μνήμη του κόσμου.