Brunello Cucinelli

Brunello Cucinelli, ο «βασιλιάς του κασμίρ»: Από τα χωράφια της Ούμπριας στην παγκόσμια αναγνώριση

Η ζωή του Brunello Cucinelli μοιάζει με παραμύθι που έγινε πραγματικότητα, μια ιστορία που ξεκινάει από τα απλά χωράφια της Ούμπρια στην Ιταλία και φτάνει μέχρι τα πιο λαμπερά σαλόνια της διεθνούς μόδας.

Το ντοκιμαντέρ «Brunello: the Gracious Visionary», που μόλις κυκλοφόρησε, δεν περιορίζεται σε μια απλή βιογραφία, αλλά μέσα από αρχειακό υλικό, συνεντεύξεις με την οικογένεια και τους συνεργάτες του και σκηνές αναπαράστασης, μας μεταφέρει στην καρδιά της ζωής του. Τρεις ηθοποιοί υποδύονται τον Brunello Cucinelli σε διαφορετικές φάσεις της ζωής του -παιδί, έφηβο και νεαρό ενήλικα- και μας επιτρέπουν να ακολουθήσουμε την πορεία του από τα χωράφια της Ούμπρια μέχρι τα διεθνή σαλόνια της μόδας.

Ο Brunello Cucinelli γεννήθηκε το 1953 στο Castel Rigone, σε μια μεγάλη οικογένεια που ζούσε κοντά στη φύση και τις παραδόσεις της αγροτικής ζωής. Η καθημερινότητά του ήταν γεμάτη από απλά αλλά βαθιά διδάγματα, όπως ο σεβασμός για τη δουλειά, η φροντίδα της κοινότητας, η σημασία της ακρίβειας και της προσοχής στη λεπτομέρεια. Μαζί με τα αδέλφια του και τους γονείς του, συμμετείχε στις καθημερινές εργασίες του αγροκτήματος, αναλαμβάνοντας κάθε φορά ό,τι του ταίριαζε. Ως λεπτός έφηβος, βοηθούσε στο μάζεμα των ελιών και στον οργωμό των χωραφιών, μαθαίνοντας ότι η σκληρή δουλειά και η επιμονή φέρνουν αποτέλεσμα.

Ο Brunello Cucinelli, δεύτερος από τα αριστερά, με τα αδέρφια του κι έναν ξάδερφό του, στο Castel Rigone

Η ζωή στα χωράφια δεν ήταν μόνο σκληρή, αλλά γεμάτη τελετουργίες και αξίες που τον διαμόρφωσαν. Από το να δίνουν το πρώτο δεμάτιο σιτάρι στην κοινότητα, μέχρι τη φροντίδα των ζώων και την παρατήρηση της φύσης, ο μικρός Brunello μάθαινε τα πρώτα διδάγματα ανθρωπιάς και σεβασμού για τον κόσμο γύρω του.

Στα 15 του χρόνια, η οικογένειά του μετακόμισε στην πόλη για να εργαστεί σε εργοστάσιο, μια αλλαγή που σήμαινε περισσότερες ανέσεις, αλλά και απώλεια της ελευθερίας της υπαίθρου. Παρά τη δυσκολία προσαρμογής, ο Brunello Cucinelli ξεχώριζε για την περιέργεια και την παρατηρητικότητά του.

Ο Brunello Cucinelli στα 16 του

Ήδη από τότε έδειχνε ευρηματικότητα και αίσθηση δικαίου, όπως στο γνωστό επεισόδιο με τα κλεμμένα σάντουιτς ενός φίλου του. Ο φίλος του, που είχε χάσει πρόσφατα τη μητέρα του, έπεφτε συχνά θύμα άλλων παιδιών που του έπαιρναν το πρωινό. Ο Brunello Cucinelli αποφάσισε να αναλάβει δράση με έναν έξυπνο τρόπο: ζήτησε από τη μητέρα του να φτιάξει δύο σάντουιτς και έβαλε μέσα ένα καθαρτικό. Τα τοποθέτησε εκεί που συνήθιζε να αφήνει τα σάντουιτς ο φίλος του, και σύντομα τα παιδιά που τα έκλεβαν βρέθηκαν σε άσχημη κατάσταση. Από εκείνη τη μέρα, κανείς δεν τόλμησε ξανά να τα πάρει.

Η ζωή στην πόλη έφερε και τη γνωριμία με τη φιλοσοφία. Σχολικές συζητήσεις και οι ώρες που περνούσε σε καφετέριες παρατηρώντας τους ανθρώπους τον οδήγησαν σε στοχασμούς γύρω από την ηθική, την ανθρωπιά και την ισορροπία ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. Από τον Σωκράτη και τον Αριστοτέλη μέχρι τον Καντ και τον Σπινόζα, οι πρώτες επαφές με τη σκέψη των φιλοσόφων διαμόρφωσαν την κοσμοθεωρία του και τον βοήθησαν να κατανοήσει τη σημασία της ηθικής στη ζωή και την εργασία.

Ο Brunello Cucinelli

Στα 17 του γνώρισε τη Federica, που αργότερα έγινε σύζυγός του και μαζί απέκτησαν δύο κόρες, την Καρολίνα και την Καμίλα. Η αγάπη του για εκείνη τον έφερε πιο κοντά στον κόσμο της ραπτικής και της μόδας. Στα μικρά καταστήματα του Solomeo, όπου η Federica εργαζόταν, άρχισε να διαμορφώνει την αισθητική του, συνδυάζοντας τη φιλοσοφία, την αγροτική καταγωγή και την πρώτη του εμπειρία με τη μόδα. Αυτή η περίοδος αποτέλεσε μια εσωτερική «αναγέννηση» που θα καθόριζε τη μελλοντική του πορεία.

Ο Brunello Cucinelli και το υλικό κασμίρ είναι σχεδόν συνώνυμα. Από τη στιγμή που, στα 25 του χρόνια τότε, άφησε τις σπουδές του για να ασχοληθεί με το πλεκτό -ο Brunello Cucinelli έθεσε ως στόχο του να μετατρέψει αυτό το υλικό σε κάτι σύγχρονο, διαχρονικό και προσιτό σε όσους εκτιμούν την ποιότητα.

Επέλεξε κασμίρ γιατί πίστευε πως είναι «το πιο ευγενές νήμα» -είναι εξαιρετικά απαλό, ελαφρύ και αντέχει στο χρόνο. Ο Cucinelli σχολίασε πως δεν ήθελε να δημιουργεί ρούχα που «πετιούνται», αλλά κομμάτια που μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά, υπενθυμίζοντας ότι το πραγματικό luxury δεν έχει να κάνει με το έντονο λογότυπο, αλλά με την ποιότητα, την ανθεκτικότητα και την αξία του χρόνου.

The Cucinelli family. Από τα αριστερά Riccardo, Camilla, Penelope, Vittoria, Alessio, Carolina, Federica και Brunello

Η ιστορία ξεκινάει στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν με δάνειο μόλις 500.000 ιταλικές λιρέτες -το αντίστοιχο λίγων εκατοντάδων ευρώ σήμερα- εμπιστεύτηκε το κασμίρ σε τοπικούς τεχνίτες για να φτιάξουν μερικές πρώτες ζακέτες και πουλόβερ. Τα κομμάτια αυτά, βαμμένα σε ζωντανά χρώματα για να απευθύνονται και στο γυναικείο κοινό, γνώρισαν άμεση επιτυχία. Μέσα σε λίγους μήνες, πουλήθηκαν δεκάδες -και σύντομα εκατοντάδες- κομμάτια.

Από εκεί ξεκίνησε το χτίσιμο του brand -κασμίρ ως βάση μιας αισθητικής που συνδυάζει την απλότητα με την κομψότητα, την παράδοση με το σύγχρονο design.

Η εταιρεία που δημιούργησε, γνωστή ως «το βασίλειο του κασμίρ», δεν είναι μόνο μια επιχείρηση πολυτελών ρούχων. O Brunello Cucinelli πίστευε ότι μπορείς να κάνεις επιχειρήσεις με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Στο Solomeo, το εγκαταλελειμμένο χωριό μεταμορφώθηκε σε ζωντανό κέντρο χειροτεχνίας, τέχνης και κοινότητας, όπου οι τεχνίτες εργάζονται με αξιοπρέπεια και η ανάπτυξη συνδυάζεται με σεβασμό για τον άνθρωπο και τη φύση. Ο «ανθρωπιστικός καπιταλισμός» του συνδυάζει κερδοφορία με ηθική και κοινωνική ευθύνη, προωθώντας την εργασία που σέβεται τη μέθοδο, την τέχνη και τη φύση, αλλά και τη δημιουργία αξίας για την κοινότητα.

Το έργο του έχει αναγνωριστεί διεθνώς με πλήθος βραβείων, ανάμεσά τους η τιμητική διάκριση «Cavaliere del Lavoro», καθώς και διεθνή βραβεία στον χώρο της μόδας, της φιλοσοφίας και της αρχιτεκτονικής. Το ντοκιμαντέρ «Brunello: The Gracious Visionary» παρουσιάζει τη ζωή του Brunello μέσα από αναδρομές, συνεντεύξεις και αναπαραστάσεις σημαντικών στιγμών. Ο ίδιος μοιράζεται την παιδική του ηλικία, τις φιλοσοφικές αναζητήσεις, τις πρώτες εμπειρίες στη μόδα και το όραμά του για έναν «ανθρωπιστικό καπιταλισμό». Στόχος του είναι να αφήσει τη φωνή του στις επόμενες γενιές, ώστε να κατανοήσουν την ηθική και την ανθρώπινη διάσταση του έργου του.