ακτιβιστές με σούπα
Φωτογραφία: AP Images
ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΑΚΤΙΒΙΣΜΟΣ

Είναι το να πετάς φαγητό σε έργα τέχνης πετυχημένος ακτιβισμός;


«Μα τι έπαθαν ξαφνικά όλοι και πετούν φαγητά σε έργα τέχνης»;

Μέσα σε 10 ημέρες, δύο εμβληματικοί πίνακες και ένα κέρινο ομοίωμα έγιναν αποδέκτες ιπτάμενης τροφής, στο όνομα ενός καλού σκοπού.

Πιο συγκεκριμένα, τον χορό έσυραν δύο νεαρές ακτιβίστριες της ομάδας Just Stop Oil, οι οποίες πέταξαν ντοματόσουπα στον πίνακα «Ηλιοτρόπια» του Βίνσεντ Βαν Γκογκ που εκτίθεται στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου.

Στη συνέχεια κόλλησαν τα χέρια τους στον τοίχο κάτω από τον πίνακα και άνοιξαν τη συζήτηση με επίμονες ερωτήσεις. «Τι αξίζει περισσότερο, η ζωή ή η τέχνη; Ανησυχείτε περισσότερο για την προστασία ενός πίνακα ή για την προστασία του πλανήτη μας και των πολιτών του; Το πετρέλαιο είναι απλησίαστο για εκατομμύρια οικογένειες που κρυώνουν και πεινούν. Δεν μπορούν ούτε να ζεστάνουν μία κονσέρβα σούπας», είπαν μεταξύ άλλων.

Λίγες μέρες αργότερα, δύο μέλη της γερμανικής περιβαλλοντικής οργάνωσης Letzte Generation μπήκαν στο μουσείο Μπαρμπερίνι, στο Πότσνταμ και εκτόξευσαν πουρέ πατάτας στον πίνακα «Σωροί πατάτας» του Κλοντ Μονέ.

«Μετατρέπουμε αυτόν τον πίνακα του Μονέ σε σκηνή και το κοινό σε ακροατήριό μας. Αν χρειάζεται να πετάξουμε πουρέ πατάτας ή ντοματόσουπα σε έναν πίνακα για να κάνουμε την κοινωνία να θυμηθεί ότι η κατάσταση με τα ορυκτά καύσιμα μας δολοφονεί όλους, τότε σας δίνουμε πουρέ πατάτας πάνω σε έναν πίνακα», έγραψαν στο Twitter, «κλείνοντας το μάτι» στη διαμαρτυρία της Just Stop Oil που προηγήθηκε.

Και πριν καν κλείσει 24ωρο, τα μέλη της τελευταίας χτύπησαν ξανά, αυτή τη φορά πασαλείφοντας το πρόσωπο του κέρινου ομοιώματος του βασιλιά Καρόλου με τούρτα σοκολάτας μπροστά στους έκπληκτους επισκέπτες του μουσείου Μαντάμ Τισό.

«Βιώνουμε την κλιματική καταστροφή κι εσείς φοβάστε μια ντοματόσουπα ή έναν πουρέ πάνω σε πίνακα. Ξέρετε τι φοβάμαι εγώ; Φοβάμαι, γιατί η επιστήμη μάς λέει πως το 2050 δε θα είμαστε σε θέση να ταΐζουμε τις οικογένειές μας» δήλωσε η ακτιβίστρια των Letzte Generation στον Guardian.

Η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου έσπευσε να κατακρίνει τις διαμαρτυρίες, μιλώντας για βανδαλισμό, ενώ οι χρήστες των social media, με το σαρκαστικό χιούμορ τους ειρωνεύτηκαν την αφέλεια της πράξης.

«Όλοι γνωρίζουν ότι ο Βαν Γκογκ ήταν CEO της Shell πριν γίνει ζωγράφος», έγραψε κάποιος, ενώ άλλοι διατύπωναν με ειλικρινή απορία πώς είναι δυνατόν να διαμαρτύρεσαι για τις κυβερνητικές πρακτικές διαχείρισης του πετρελαίου βανδαλίζοντας ένα έργο τέχνης που δημιούργησε κάποιος που πέθανε φτωχός και περιθωριοποιημένος.

Αυτό είναι πράγματι ένα εύλογο ερώτημα.

Ωστόσο, καθώς απομακρυνόμαστε χρονικά από το συμβάν, η άποψη μιας μερίδας του κοινού άρχισε να αλλάζει.

Σε ένα βίντεο που έκανε τον γύρο του διαδικτύου, η Phoebe Plummer, μία από τις δύο διαδηλώτριες της Just Stop Oil εξηγεί το «παρασκήνιο» της πράξης.

Συγκεκριμένα, δηλώνει ότι παραβρέθηκε στο δικαστήριο όπου τη βεβαίωσαν ότι ο πίνακας δεν είχε υποστεί καμία ζημιά, λέει ότι δεν υπήρχε περίπτωση να κάνουν κάτι τέτοιο αν δεν γνώριζαν ήδη από πριν ότι ο πίνακας προστατευόταν από γυαλί.

Συνεχίζει με την παραδοχή πως «ναι, ήταν ελαφρώς γελοίο, ήταν μια γελοία πράξη» για να καταλήξει ότι «η ερώτηση που θέλουμε να θέσουμε δεν είναι το αν πρέπει όλοι να πετάμε σούπες σε πίνακες. Είμαστε εδώ για να συνεχίσουμε τη συζήτηση, για να μπορούμε να κάνουμε τις ερωτήσεις που πραγματικά έχουν σημασία».

Τα ζητήματα στα οποία ήθελαν να στρέψουν τη συζήτηση οι ακτιβίστριες ήταν μεταξύ άλλων ο μεγάλος αριθμός αδειών ορυκτών καυσίμων που παραχώρησε η (πρώην) πρωθυπουργός της Βρετανίας, Λιζ Τρας, και το μέγεθος των επιχορηγήσεων που δίνονται στα ορυκτά καύσιμα συγκριτικά με την ανανεώσιμη ενέργεια.

Το βίντεο, το οποίο προβλήθηκε περίπου 7 εκατομμύρια φορές στο Twitter και πάνω από ένα εκατομμύριο στο Tik Tok έκανε αρκετούς από τους αρχικούς επικριτές να αναθεωρήσουν, αναγνωρίζοντας εν πολλοίς ότι η διαδηλώτρια «έχει ένα point».

Στην πραγματικότητα, οι συγκεκριμένη κίνηση δεν είχε ως στόχο την ευαισθητοποίηση, αλλά κυρίως το να τραβήξει την προσοχή, ώστε να τη στρέψει στη συνέχεια στα αληθινά σημαντικά ζητήματα.

Και φαίνεται να το κατάφερε, αφού όπως δήλωσε στον Guardian η Margaret Klein Salamon, διευθύντρια του Climate Emergency Fund, που χρηματοδοτεί το Just Stop Oil, «όσον αφορά την κάλυψη του Τύπου, η διαμαρτυρία του Βαν Γκογκ μπορεί να είναι η πιο επιτυχημένη δράση που έχω δει τα τελευταία οκτώ χρόνια στο κίνημα για το κλίμα. Ήταν πραγματικά πρωτοποριακό».

Αλλά και κάποιοι πιο «υποψιασμένοι» περί τέχνης, δεν είδαν με κακό μάτι τις συγκεκριμένες διαδηλώσεις -ή, τουλάχιστον, δεν τις καταδίκασαν.

Σε ένα εκτενές άρθρο της στον Guardian, η ιστορικός τέχνης και συγγραφέας Katy Hessel, παραθέτει μερικά παραδείγματα αντίστοιχου ακτιβισμού, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι, έχει χρειαστεί πολλάκις να επιστρατευθεί (ή και να καταστραφεί) ένα έργο τέχνης που θεωρείται κορυφαίας αξίας, προκειμένου ο κόσμος να «ακούσει».

Το έκανε πρώτη η Mary Richardson, όταν το 1914 κατάφερε αρκετά χτυπήματα με μπαλτά στην Αφροδίτη του Βελάσκεθ, μέσα στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, για να διαμαρτυρηθεί για τη φυλάκιση της πρωθιέρειας των σουφραζετών Έμελιν Πάνκχερστ.

Αλλά και αργότερα, όταν τα κραυγαλέα πανό των Guerilla Girls στα 80s κατέδειξαν την τρομακτική έλλειψη εκπροσώπησης καλλιτέχνιδων στα μουσεία.

Ακτιβισμός και τέχνη συναντιούνται συχνά και είναι αλήθεια ότι κάθε μουσείο που σέβεται τον εαυτό του θέλει να δημιουργεί χώρο για προβληματισμό και debates κάθε είδους.

Και είναι επίσης γεγονός ότι, σε μια εποχή που το διαδίκτυο διεκδικεί το κάθε δευτερόλεπτο προσοχή μας, το να τραβήξεις την προσοχή του μεγάλου κοινού δεν είναι εύκολο εγχείρημα.

Το ζήτημα είναι απλώς, αν τελικά η προσοχή αυτή διοχετεύεται σε γόνιμο κανάλι ή παραμένει στην πρώτη (κακή) εντύπωση.





SHARE