Οι ταινίες της εβδομάδας: Η καλύτερη ταινία τρόμου της χρονιάς και ένα «Νησί» με αστέρες και προσδοκίες
Αυτή την εβδομάδα, ένα all cast συγκεντρώνεται στο «Νησί» του Ρον Χάουαρντ, ο Ζακ Κρέγκερ («Barbarian») υπογράφει το καλύτερο θρίλερ της χρονιάς με τους αδερφούς Φιλίππου εξ Αυστραλίας να ακολουθούν με το δικό τους σκοτεινό παραμύθι, ο Σεντρίκ Κλαπίς ευφυώς συνδέει το παρόν με το παρελθόν στα «Χρώματα του Χρόνου» και ο Ρομπέρτο Μινερβίνι με τους «Καταραμένους» του επανεξετάζει την Αμερικανική Ιστορία.
Το Νησί (Eden)
Σκηνοθεσία: Ρον Χάουαρντ
Παίζουν: Τζουντ Λο, Άνα ντε Αρμας, Βανέσα Κίρμπι, Σίντνεϊ Σουίνι, Ντάνιελ Μπρυλ, Φέλιξ Κάμερερ, Τόμπι Γουάλας, Ρίτσαρντ Ρόξμπεργκ
Περίληψη: Μια ομάδα Ευρωπαίων αναζητούν μια νέα ζωή σε ένα ακατοίκητο νησί στο αρχιπέλαγος Γκαλαπάγκος. Αυτοί και όσοι τους ακολουθούν πιστεύουν ότι έχουν βρει τον παράδεισο – μόνο για να ανακαλύψουν ότι η κόλαση είναι άλλοι.
Ο Ρον Χάουαρντ («Ένας Υπέροχος άνθρωπος») μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη μια απίστευτη ιστορία, που συνέβη στα νησιά Γκαλαπάγκος τη δεκαετία του ’30.
Ένας Γερμανός ιδεαλιστής γιατρός, ο Φρίντριχ Ρίτερ, επηρεασμένος από τον Νίτσε και τον Σοπενχάουερ και αηδιασμένος από την άνοδο του ναζισμού, καταφεύγει στη νήσο Φλορεάνα στο Εκουαδόρ μαζί με τη σύντροφό του, Ντόρε, η οποία πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας. Εκεί, ολομόναχοι οραματίζονται έναν επίγειο παράδεισο επί γης, χωρίς βία. Ο Ρίτερ, που γράφει μανιωδώς το μανιφέστο του, επικοινωνεί με γράμματα με τη Γερμανία και έχει αποκτήσει φανατικούς θαυμαστές. Ένας από αυτούς μαζί με τον γιο του που πάσχει από φυματίωση και τη νέα του σύζυγο, αποφασίζει να τα παρατήσει όλα και να μετοικήσει στην Φλορεάνα, ακολουθώντας τα διδάγματά του. Κι ενώ οι Ρίτερ προσπαθούν να χωνέψουν την άφιξη της νέας οικογένειας, μια ψευτοβαρόνη με τους υπηρέτες-εραστές της έρχεται στο νησί, αποφασισμένη να δημιουργήσει ένα πολυτελές θέρετρο. Η ουτοπία του Ρίτερ καταστρέφεται, τα ένστικτα επιβίωσης σε αυτό το σύγχρονο Survivor λειτουργούν ως τροχοπέδη σε κάθε ιδεολογία και η ονειρική Εδέμ διαλύεται εις τα ων συνετέθη από τις φιλοδοξίες, τους ανταγωνισμούς, την εκδίκηση και τη ζήλια.
Αυτή η απίθανη ιστορία, που την έχουν καταγράψει οι δυο γυναίκες που την έζησαν με εντελώς διαφορετικό τρόπο στα βιβλία τους, εμπνέει τον Ρον Χάουαρντ, που την παρακολουθεί μέσα από διαφορετικές οπτικές γωνίες, χωρίς να έχει ακριβώς αποφασίσει αν θέλει να σκηνοθετήσει ένα θρίλερ επιβίωσης, μια τελολογική αλληγορία, ή μια βιτριολική σάτιρα. Κι ενώ προσπαθεί να αφήσει πίσω του τη χολιγουντιαν συνταγή και να εμβαθύνει στα ζωώδη ένστικτα, επενδύοντας την αφήγησή του με αρκετές σκηνές βίας και γυμνού, η Άνα Ντε Αρμάς, η Βανέσα Κίρμπι και η Σίντνεϊ Σουίνι κυκλοφορούν στο έργο λες και έχουν πάει σε κομμωτήριο, με μόνο τον Τζούντ Λο τελικά να θυμίζει κάτι από πρωτόπλαστο.
Κι αυτό δεν το μοναδικό σημείο που δυσκολεύει τον Χάουαρντ να ξεπεράσει τις επιταγές των στούντιο: προσπαθώντας ταυτόχρονα να πειραματιστεί και μαζί να φτιάξει μια crowdpleaser ιστορία, δεν καταφέρνει να μπει σε βαθιά νερά, το πολιτικό κομμάτι που εμπνέει τον Ρίτερ και το ακούμε μόνο ως voice over μοιάζει να μην αφορά τον Αμερικανό δημιουργό, ενώ τα στοιχεία θρίλερ με τα οποία προσπαθεί να μπολιάσει την πλοκή του προκειμένου να προσδώσει σασπένς, αποδεικνύονται ελλιπή. Οι δε χαρακτήρες σκιαγραφούνται με ευκολία, χωρίς σκληρές γωνίες, μάλλον ως περίεργες περιπτώσεις παρά ως αρχέτυπα, και μιλούν με κάθε είδους προφορά, χωρίς να υπάρχει πραγματικά λόγος.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν κάποιες στιγμές, όπως η γέννα της νεαρής Γερμανίδας, που διατηρούν μια αρχέγονη δυναμική, την οποία πιθανόν ο Χάουαρντ είχε οραματιστεί για την ταινία του, ενώ ταυτόχρονα αυτό το παράδοξο χρονικό διατηρεί από τη φύση του ένα ειδικό ενδιαφέρον, που σίγουρα αξίζει κανείς να ανακαλύψει.
Weapons
Σκηνοθεσία: Ζακ Κρέγκερ
Παίζουν: Τζος Μπρόλιν, Τζούλια Γκάρνερ, Όλντεν Έρενραϊχ, Έστιν Έιμπραμς, Κάρι Κρίστοφερ, Μπένεντικτ Γουόνγκ, Έιμι Μάντιγκαν
Περίληψη Δεκαεπτά παιδιά από την ίδια τάξη εξαφανίζονται μυστηριωδώς μέσα στη νύχτα, εκτός από ένα. Ένα μυστήριο αναζητάει απαντήσεις.
Το πολυαναμενόμενο θρίλερ τρόμου του Ζακ Κρέγκερ («Barbarian»), που όλοι αποθεώνουν.
Mια δασκάλα βλέπει ξαφνικά ολόκληρη την τάξη της, εκτός από ένα μόνο παιδί να εξαφανίζεται μέσα στη νύχτα. Στις 2:17 π.μ. ακριβώς, κάθε μαθητής σηκώνεται από το κρεβάτι του, βγαίνει από το σπίτι... και δεν επιστρέφει ποτέ. Ένας πατέρας γεμάτος θυμό και αγωνία, απαιτεί εξηγήσεις, θέτοντας το εύλογο ερώτημα: γιατί συνέβη αυτό μόνο σε εκείνη την τάξη;
Ο Κρέγκερ έκανε το θαύμα και έδωσε στο σινεμά το φιλί της ζωής , που όλοι προσπαθούσαν, με ένα καθαρά πρωτότυπο σενάριο, που δεν είναι remake, δεν βασίζεται κάπου, ούτε αναπαράγει παλιότερες ιδέες, και μάλιστα κάνοντας μια ταινία τρόμου. Αυτό από μόνο του είναι ένα από τα σημαντικά πλεονεκτήματα μιας ταινίας που και μόνο από την υπόθεσή της κεντρίζει την περιέργεια.
Επηρεασμένος από την απώλεια ενός αγαπημένου φίλου του, ο Κρέγκερ έπλασε μια horror παραβολη πάνω στην απώλεια, το πένθος και το τραύμα, καταφέρνοντας να συγκεράσει το προσωπικό με το συλλογικό, προσθέτοντας παράλληλα κωμικά στοιχεία, που λειτουργούν ως από μηχανής θεοί την κατάλληλη στιγμή. Την πολύπλοκη ιστορία του, την παρακολουθεί μέσα από τα μάτια έξι διαφορετικών χαρακτήρων, χωρίς να καταφεύγει σε φτηνά τρικ και κλισέ, κρατώντας συνεχώς το σασπένς. Οι γρίφοι που θέτει είναι ανοιχτοί σε απαντήσεις και οι συμβολισμοί του σε ερμηνείες, όπως κάνουν τα καλά σκοτεινά παραμύθια, για να καταλήξει σε μια εικοσάλεπτη σεκάνς, όπου μέσα από τη βία έρχεται η κάθαρση, όπως θα την οραματίζονταν οι αδερφοί Γκριμ.
Η φωτογραφία, το μουσικό σκορ και η αισθητική της σκηνογραφίας δημιουργούν μια ατμόσφαιρα συνεχούς απειλής, που δεν αποσαφηνίζεται, αν και έχει πρόσωπο, την οποία υποστηρίζουν και οι καλές ερμηνείες. Κι αν κάπου η πολύπλοκη ιστορία του «Weapons» μπορεί κάποιους να μπερδέψει, αναμφίβολα αυτό το ευφυές πάντρεμα τρόμου και κοινωνικού σχολίου, που δεν βιάζεται και δεν θέλει να προσφέρει εύκολα ένα «μήνυμα», δημιουργεί μια εμπειρία, που δεν θα σας αφήσει ατάραχους.
Τα Χρώματα του Χρόνου (La Venue de l'Avenir /Colours of Time)
Σκηνοθεσία: Σεντρίκ Κλαπίς
Παίζουν: Σουζάν Λιντόν, Αβραάμ Βάπλερ, Βενσάν Μακαίν, Ζουλιά Πιατόν, Ζινεντίν Σουαλέμ, Πολ Κιρσέ, Βασίλι Σνάιντερ, Σαρά Ζιροντώ, Σεσίλ ντε Φρανς, Ολιβιέ Γκουρμέ, Φρεντ Τεστό, Πομ, Φρανσουά Μπερλεάν, Φιλιπίν Λερούα-Μπολιέ, Βενσάν Πέρεζ, Φρανσουά Σατό.
Περίληψη: Οι άγνωστοι μεταξύ τους κληρονόμοι ενός παλιού σπιτιού στη Νορμανδία επανενώνονται και ξεκινούν ένα ταξίδι στο παρελθόν.
Η τρυφερή κομεντί του Σεντρίκ Κλαπίς, που έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Καννών.
Τέσσερις μακρινοί συγγενείς έρχονται κοντά χάρη στην απροσδόκητη κληρονομιά ενός εγκαταλελειμμένου σπιτιού στην αγροτική Νορμανδία, που μια πολυεθνική θέλει να εξαγοράσει για να το αξιοποιήσει εμπορικά. Έτσι, αναγκάζονται να επισκεφτούν το οίκημα, όπου ανακαλύπτουν μια μυστηριώδη οικογενειακή ιστορία. Το 1895, η πρόγονός τους, η Αντέλ, τότε 21 ετών, εγκαταλείπει την επαρχία της για να αναζητήσει τη μητέρα της στο Παρίσι. Ανακαλύπτει μια πόλη στα πρόθυρα της νεωτερικότητας, που σφύζει από καλλιτεχνική δημιουργικότητα, με την άνοδο της φωτογραφίας και τη γέννηση της ιμπρεσιονιστικής ζωγραφικής. Καθώς οι απόγονοί της ακολουθούν τα βήματά της μέσα από τα αντικείμενα και τις φωτογραφίες της, ξετυλίγουν το εκπληκτικό παρελθόν της πρόγονής τους.
Η ακριβής μετάφραση του τίτλου είναι «Ο δρόμος του μέλλοντος» και ο Κλαπίς («Ο Τελευταίος Χορός», «Επιστροφή στη Βουργουνδία»), μεταπηδάει υπέροχα από το 1895 στο 2024, φέρνοντας σε αντιπαράθεση τις αντιλήψεις των σύγχρονων ανθρώπων με εκείνες του 19ου αιώνα, αποδεικνύοντας πως το παρελθόν μας συλλογικά και προσωπικά δημιουργεί το παρόν. Κινηματογραφώντας το Παρίσι της Μπελ Επόκ σαν ιμπρεσσιονιστικό πίνακα και το σήμερα γεμάτο από σοσιαλμιντιακές ανησυχίες, δημιουργεί ένα πολύχρωμο παραμύθι, που λειτουργεί ως ωδή στη τέχνη και στη μνήμη, τέρποντας το μάτι. Οι χαρακτήρες του όμως, αν και διαθέτουν στυλ, ευθραυστότητα και μια αδιόρατη μελαγχολία, στερούνται αλήθειας, κι ενώ η σκηνοθεσία του Κλαπίς έχει κομψότητα και μια τρυφερή ματιά δεν ξεπερνάει τη νοσταλγική διάθεση, προτείνοντας μια πιο ρηξικέλευθη αντιμετώπιση της ιστορικής μνήμης.
Οι Καταραμένοι(I Dannati /The Damned)
Σκηνοθεσία: Ρομπέρτο Μινερβίνι
Παίζουν: Ρενέ Σόλομον, Τζερεμάια Κναπ, Νόα Κάρλσον, Τιμ Κάρλσον
Περίληψη: Εν μέσω του Εμφυλίου Πολέμου, ο αμερικανικός στρατός στέλνει έναν λόχο εθελοντών στρατιωτών στις δυτικές περιοχές, με αποστολή την περιπολία στις αχαρτογράφητες παραμεθόριες περιοχές.
Μια αλληγορική ταινία για την αιματοβαμμένη ταυτότητα του αμερικανικού έθνους, που απέσπασε το βραβείο σκηνοθεσίας στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» του Φεστιβάλ των Καννών.
Χειμώνας του 1862, στην καρδιά του Αμερικανικού Εμφυλίου. Μια ομάδα αποτελούμενη από στρατιώτες των Βορείων έχει αναλάβει την αποστολή να ιχνηλατήσει μια αχαρτογράφητη περιοχή, στις εσχατιές των δυτικών πολιτειών. Σε ένα απόκοσμο τοπίο τυλιγμένο στη σιωπή, οι περιπλανώμενοι άνδρες σταδιακά βυθίζονται σε έναν τόπο φασματικό και ομιχλώδη, όπου τα διαχωριστικά όρια ανάμεσα στην ηθική και στη βαρβαρότητα, ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο, μοιάζουν θολά και ασαφή. Καθώς η αποστολή τους αλλάζει τελικά πορεία, το νόημα πίσω από την εμπλοκή τους αρχίζει να τους διαφεύγει και έρχονται αντιμέτωποι με διλήμματα που δοκιμάζουν την πίστη και την αφοσίωσή τους.
Γεννημένος στην Ιταλία, αλλά μόνιμος κάτοικος Αμερικής από το 2000, ο Ρομπέρτο Μινερβίνι στις προηγούμενες ταινίες συνδυάζει τη μυθοπλασία με το σινεμά τεκμηρίωσης, δημιουργώντας καίρια σχόλια σχετικά με τη σύγχρονη Αμερική. Αυτή τη φορά βασισμένος στα ιστορικά μεν ντοκουμέντα, μας μεταφέρει στην εμπόλεμη ζώνη, όπου παρακολουθεί μια ομάδα διαφορετικών χαρακτήρων, που περιμένουν μια μάχη. Κινηματογραφώντας μικρές στιγμές της καθημερινότητάς τους και τους διαλόγους τους, καταγράφει ουσιαστικά πώς μια νέα γενιά αντιμετωπίζει έναν πόλεμο που δεν ήθελε και δεν κατανοεί γιατί έπρεπε να γίνει.
Χωρίς να ορίζει επακριβώς τον χρόνο μέσα από τα κοστούμια, αν και αναφέρεται στον αμερικανικό Εμφύλιο, και χωρίς ποτέ να αποσαφηνίζει ποιος είναι ο εχθρός, φτιάχνει μια άχρονη ταινία όπου νικητές και νικημένοι είναι τελικά ένα και το αυτό, υπογράφοντας με αυτό τον τρόπο ένα αντιπολεμικό διαχρονικό μανιφέστο. Η δράση, δηλαδή η μάχη καθυστερεί, όμως ο Μινερβίνι πετυχαίνει να δείξει τη ματαιότητα ενός διχασμού, που κρατεί υποδόρια μέχρι σήμερα, αλλά και μια άλλου είδους βία που φέρνει κάθε πόλεμος, αυτή που κρύβεται βαθιά στις ψυχές των ανθρώπων.
Φερ' την Πίσω (Bring Her Back)
Σκηνοθεσία: Ντάνι και Μάικλ Φιλίππου
Παίζουν: Μπίλι Μπάρατ, Σόρα Γουόνγκ, Τζόνα Ρεν Φίλιπς, Σάλι Χόκινς
Περίληψη: Δύο αδέρφια, ένα κορίτσι και ένα αγόρι, ανακαλύπτουν μια τρομακτική τελετουργία στο απομονωμένο σπίτι της ανάδοχης μητέρας, που αναλαμβάνει την κηδεμονία τους.
Θρίλερ τρόμου των αδελφών Φιλίππου («Μίλα Μου»).
Δυο ετεροθαλή αδέρφια- ο έφηβος Άντι που έχει προβλήματα επιθετικής συμπεριφοράς, και η μικρή Πάιπερ που δεν βλέπει καλά- μετά από τον θάνατο του πατέρα τους, παραδίδονται σε μια ανάδοχη κηδεμόνα, που έχει χάσει την κόρη της από πνιγμό. Η νέα μητέρα είναι προστατευτική και τρυφερή, όμως κάτι παράξενο συμβαίνει στο σπίτι της, όπου φιλοξενείται κι ένα κακοποιημένο αγόρι, ο Όλι με επιλεκτική αλαλία, το οποίο περνάει τις ώρες του στην άδεια πισίνα αγκαλιά με μια γάτα. Όταν τα πράγματα αρχίζουν να παίρνουν μια παράξενη τροπή, ο Άντι θα ανακαλύψει πως η νέα τους μητέρα επιδίδεται σε επικίνδυνες τελετουργίες, με στόχο να ξαναδώσει ζωή στη νεκρή της κόρη.
Οι αδερφοί Φιλίππου, μετά από το πολύ επιτυχημένο «Μίλα της», επιστρέφουν με ένα σκοτεινό παραμύθι, που παίζει μεταξύ της ψυχικής διαταραχής και του μεταφυσικού, αποδεικνύοντας ότι μπορούν να παράξουν τρόμο, χωρίς να καταφεύγουν σε κόλπα και φτηνά jumpscares. Δυστυχώς όμως αυτή τη φορά, η αλληγορία τους σε σχέση με το πένθος δεν λειτουργεί απολύτως σεναριακά, κυρίως στο μεταφυσικό κομμάτι της ιστορίας, κι ενώ καταφέρνουν να δημιουργήσουν πολλές σκηνές που θα σας κάνουν να τιναχτείτε από το κάθισμα, δεν καταφέρνουν να διατηρήσουν το σασπένς σε μια ταινία, που πολύ νωρίς ανοίγει τα χαρτιά της.
Το Παγώνι (Pfau – Bin ich echt? /Peacock)
Σκηνοθεσία: Μπέρνχαρντ Βένγκερ
Παίζουν: Άλμπρεχτ Σουχ, Τζούλια Φραντς, Ρίχτερ, Άντον Νούρι, Τερέζα Φρόσταντ Έγκεσμπε, Μπράνκο Σαμάροβσκι, Μαρία Χοφστάτερ, Σάλκα Βέμπερ
Περίληψη: Ένας άντρας που προσλαμβάνεται για να αντικαθιστά τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη οι πελάτες του, βιώνει μια έντονη κρίση ταυτότητας, όταν διαπιστώνει πως έχει ξεχάσει ποιος είναι.
Η μαύρη κωμωδία του Μπέρνχαρντ Βένγκερ, που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στην Εβδομάδα Κριτικής του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας.
Ο Ματίας είναι εξαιρετικός στο επάγγελμά του: προσποιείται καθημερινά ότι είναι κάποιος άλλος στο πλαίσιο μιας ιδιόμορφης «ενοικίασης» ανθρώπων για διάφορες κοινωνικές ανάγκες. Μπορεί να γίνει ο ιδανικός φίλος, ο αξιαγάπητος γιος που θα εντυπωσιάσει τους συνεργάτες σας, ή να υποδυθεί τον σύζυγό σας για να κάνετε μια πρόβα διαζυγίου. Ο ίδιος όμως δυσκολεύεται σε ένα μόνο πράγμα: να είναι απλώς ο εαυτός του. Όταν η κοπέλα του τον αφήσει για τον λόγο αυτό, θα αναγκαστεί να κοιτάξει κατάματα το αληθινό του πρόσωπο.
Ο Μπέρνχαρντ Βένγκερ, στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο, εμπνέεται από πραγματικά πρακτορεία «ενοικίασης φίλων» και σατιρίζει την τάση μας συνεχώς να υποδυόμαστε ρόλους ανάλογα με τη συνθήκη στην οποία βρισκόμαστε. Το χιούμορ του Αυστριακού σκηνοθέτη όμως δεν στερεί από την ταινία του ένα πικρό σχόλιο για τη μοναξιά του σύγχρονου τρόπου ζωής και την ανάγκη μας για βαθύτερη σύνδεση. Στα χνάρια του Γιώργου Λάνθιμου και του Ρούμπεν Έστλουντ, ο Βένγκερ κινηματογραφεί τους ήρωές του σε ένα αψεγάδιαστο ψυχρό περιβάλλον, αν και ακόμη δεν έχει την τόλμη να φτάσει στην πλήρη αποσάθρωση της τέλειας εικόνας, όπως οι προκάτοχοί του.
Παίζονται ακόμα:
Η Μεγάλη Μέρα (Day of the Fight)
Σκηνοθεσία: Τζακ Χιούστον
Παίζουν: Μάικλ Πιτ, Νικολέτ Ρόμπινσον, Τζον Μαγκάρο, Στιβ Μπουσέμι, Ρον Πέρλμαν, Τζο Πέσι
Περίληψη: Μια κλασική ιστορία αουτσάιντερ, ένας αγώνας πυγμαχίας και μια αναμέτρηση ενός άντρα με τον εαυτό του.
Το ασπρόμαυρο δράμα του Τζακ Χιούστον, που διερεύνα πόσο μακριά είμαστε διατεθειμένοι να φτάσουμε για αυτούς που αγαπάμε.
Ο Μάικι, ένας άλλοτε διάσημος πυγμάχος, κάνει ένα λυτρωτικό ταξίδι στο παρελθόν και το παρόν του. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, επισκέπτεται σημαντικές προσωπικότητες από τη ζωή του, που τον ενθαρρύνουν να ξεπεράσει όσα άσχημα έχουν συμβεί. Μετά από έναν επικό αγώνα, μια ανατρεπτική ακολουθία γεγονότων αποκαλύπτει ότι αυτή η μέρα δεν ήταν ποτέ πραγματικά για την πυγμαχία, αλλά για κάτι πολύ βαθύτερο.
Στρουμφάκια: Η Ταινία (Smurfs)
Σκηνοθεσία: Κρις Μίλερ
Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Λυδίας Σγουράκη, Ορέστη Χαλκιά, Τάκη Σακελλαρίου, Βαγγέλη Χαλκιαδάκη, Μυρτώς Ναούμ, Μαριλένας Λιακοπούλου κ.α
Περίληψη: Τα Στρουμφ αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη πρόκληση της ζωής τους, αφού καλούνται να φύγουν από το αγαπημένο τους δάσος, για να σώσουν τον αρχηγό τους από τους κακούς μάγους.
To νέο reboot της αγαπημένης σειράς κινουμένων σχεδίων.
Όταν ο Μπαμπαστρούμφ απάγεται μυστηριωδώς από τους κακούς μάγους Δρακουμέλ και Φρικουμέλ, η Στρουμφίτα αναλαμβάνει να καθοδηγήσει τα Στρουμφάκια σε μια αποστολή στον πραγματικό κόσμο για να τον σώσουν. Με τη βοήθεια νέων φίλων τους, τα Στρουμφάκια πρέπει να ανακαλύψουν τι ορίζει το πεπρωμένο τους, ώστε να σώσουν το σύμπαν.
Ως αναπόσπαστο κομμάτι της ποπ κουλτούρας εδώ και σχεδόν 70 χρόνια, τα Στρουμφάκια έχουν μαγέψει θαυμαστές σε όλον τον κόσμο με την παιδική τους εμφάνιση, τον αλέγκρο χαρακτήρα τους, τη σκανταλιάρικη φύση τους και την αφοσίωση που δείχνουν το ένα στον άλλο. Η νέα ταινία τα οδηγεί σε άγνωστα μέρη, σε μια μοναδική περιπέτεια, που τα συσπειρώνει και τα οπλίζει με θάρρος.
Επαναπροβολές:
Χειμωνιάτικο Φως (Nattvardsgästerna /Winter Light)
Σκηνοθεσία: Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
Παίζουν: Γκούναρ Μπγιορνστράντ, Ίνγκριντ Θούλιν, Γκούνελ Λίντμπλομ, Μαξ φον Σίντοφ, Άλαν Έντβαλ, Κόλμπιορν Κνούτσεν, Ούλοφ Τούνμπεργκ, Έλσα Έμπεσεν
Περίληψη: Ένας ιερέας που έχει χάσει τη γυναίκα του, βρίσκεται σε υπαρξιακή αναζήτηση, αμφισβητώντας τα πάντα.
Η αγαπημένη και αρκετά σπάνια ταινία του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, στην οποία αναμετριέται με την έννοια της Πίστης.
Ένας μεσήλικας ιερέας, που έχει χάσει τη γυναίκα του, αντιμετωπίζει μια κρίση πίστεως και ταυτότητας τόσο σφοδρή, ππου επηρεάζει την ίδια του την προσωπικότητα και τις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους γύρω του, όπως με μια δασκάλα που τον πολιορκεί ερωτικά και ένα βασανισμένο ανδρόγυνο που αναζητά λύτρωση στον Θεό. Πλέον, δεν υπηρετεί το λειτούργημά του, απλά διεκπεραιώνει. Η επικοινωνία του με το ποίμνιο είναι κενή περιεχομένου και η επαφή με τους ανθρώπους της ενορίας τον βασανίζει.
Γιος πάστορα και µεγαλωμένος σε αυστηρό θρησκευτικό περιβάλλον και ο ίδιος, ο Μπέργκμαν εξερεύνησε όσο κανείς την ανθρώπινη ύπαρξη και στάθηκε από νωρίς απέναντι στο μέγα ερώτημα αν υπάρχει Θεός. Στο «Χειμωνιάτικο φως» πραγματεύεται την ιστορία ενός πάστορα που έχει πάψει να πιστεύει στην ύπαρξη του Θεού, κι ενώ αποδέχεται την απουσία του, δεν ξέρει πώς να προχωρήσει στη ζωή του.
Πρόκειται για τη δεύτερη από τις τρεις ταινίες του που ανήκουν στην ονοµαζόµενη από τους κριτικούς «Τριλογία της αναζήτησης του Θεού» (οι άλλες δύο είναι το «Μέσα από το σπασµένο καθρέφτη» και η «Σιωπή»). Ο ίδιος ο Μπέργκμαν θεωρεί πως πρόκειται για την καλύτερη ταινία του. Όπως λέει: «Είναι η µόνη µου ταινία για την οποία αισθάνομαι ότι ξεκίνησα από ένα συγκεκριμένο σηµείο και κατέληξα σε ένα άλλο κι ότι τα πάντα στην πορεία µε υπάκουσαν. Όλα έχουν γίνει ακριβώς όπως τα ήθελα».
Οι Δώδεκα Ένορκοι (12 Angry Men)
Σκηνοθεσία: Σίντνεϊ Λιούμετ
Παίζουν: Χένρι Φόντα, Λι Τζ. Κομπ, Ε.Τζ. Μάρσαλ, Μάρτιν Μπάλσαμ, Τζακ Γουόρντεν
Περίληψη: Δώδεκα ένορκοι συνεδριάζουν για να εκδώσουν απόφαση σε μια υπόθεση ανθρωποκτονίας. Κι ενώ όλοι είναι πεπεισμένοι πως ο νεαρός κατηγορούμενος είναι ένοχος, ένας απ’ αυτούς προσπαθεί να τους πείσει να επανεξετάσουν τα στοιχεία.
Ίσως το καλύτερο δικαστικό δράμα όλων των εποχών, βασισμένο στο θεατρικό έργο του Ρέτζιναλντ Ρόουζ, που απέσπασε τη Χρυσή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου και τρεις υποψηφιότητες για Όσκαρ.
Στο επιβλητικό Δικαστικό Μέγαρο μιας αμερικανικής πόλης κάπου στον Νότο, βρίσκεται σε εξέλιξη η δίκη για τον ειδεχθή σφαγιασμό ενός μεσήλικα ισπανικής καταγωγής. Κατηγορούμενος ο δεκαοχτάχρονος γιος του, που τον περιμένει η θανατική ποινή σε περίπτωση που καταδικαστεί. Καθώς η διαδικασία έχει ολοκληρωθεί, ο Πρόεδρος καλεί το Σώμα των Ενόρκων να αποσυρθεί για να εκδώσει την ετυμηγορία του. Η αίθουσα συσκέψεων, ένα δωματιάκι με ένα μεγάλο τραπέζι στη μέση, ίσα ίσα χωράει τους δώδεκα ενόρκους, με τους εντελώς διαφορετικούς μεταξύ τους χαρακτήρες. Η κατάσταση στον χώρο γίνεται δραματικότερη από την παντελή έλλειψη κλιματισμού, καθώς η αποπνικτική ζέστη και η υγρασία της ατμόσφαιρας δημιουργούν ασφυκτικές συνθήκες. Αλλά ευελπιστούν πως θα τελειώσουν πολύ σύντομα, μιας και η δουλειά τους φαίνεται εκ πρώτης όψεως εύκολη και απλή. Τα στοιχεία που έχουν κατατεθεί από αστυνομία και μάρτυρες είναι συντριπτικά για τον κατηγορούμενο.
Ο ένας μετά τον άλλον, οι 11 ένορκοι χωρίς πολλή σκέψη αποφαίνονται: «Ένοχος». Όταν όμως φτάνει η σειρά του τελευταίου, η φωνή του ηχεί σαν πυροβολισμός στο μικρό χώρο: «Αθώος»! Οι υπόλοιποι αιφνιδιάζονται. Καθώς η συζήτηση ανάβει, τα στοιχεία κάτω από το πρίσμα του απρόβλεπτου υπερασπιστή φωτίζονται από άλλη γωνία, αναπροσδιορίζονται, επανεξετάζονται προσεκτικότερα. Ένας ένας οι μέχρι τότε απόλυτα σίγουροι για την ενοχή του νεαρού ένορκοι, αρχίζουν να επανεξετάζουν τη θέση τους. Το βάρος της ευθύνης να στερήσουν τη ζωή από έναν άνθρωπο, βασισμένοι σε σαθρά στοιχεία, αποδεικνύεται ασήκωτο για να τους ακολουθεί στην υπόλοιπη ζωή τους.
Ο οξυδερκής Σίντνεϊ Λουμέτ, στην πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, ταυτίζει απόλυτα τον φιλμικό με τον πραγματικό χρόνο και παρακολουθεί λεπτό προς λεπτό την πορεία προς την ετυμηγορία των ενόρκων. Εμβαθύνει στην ψυχολογία τους, ανασύρει με δεξιοτεχνία βαθειά κρυμμένα μυστικά, φωτίζει αδιόρατες λεπτομέρειες, αποκαλύπτει ανθρώπινες αδυναμίες, στηλιτεύει βλακώδεις προκαταλήψεις και ρατσισμό και εντοπίζει τον υποσυνείδητο υποκειμενισμό. Μέσα από ένα πυκνό πλέγμα συζητήσεων, συνθέτει ένα αγωνιώδες θρίλερ, γεμάτο μυστήριο και ένταση, που κρατά τον θεατή με κομμένη την ανάσα μέχρι το τελευταίο καρέ.
Η Ετυμηγορία (The Verdict)
Σκηνοθεσία: Σίντνεϊ Λουμέτ
Παίζουν: Πολ Νιούμαν, Σαρλότ Ράμπλινγκ, Τζακ Γουόρντεν, Τζέιμς Μέισον, Μάιλο Ο’Σέι
Περίληψη: Ένας έκπτωτος δικηγόρος με σοβαρό πρόβλημα αλκοολισμού, θέλοντας να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη, φτάνει στα άκρα μια υπόθεση, που μπορούσε να διευθετηθεί άμεσα με έναν απλό συμβιβασμό.
Συναρπαστικό δικαστικό δράμα από τον μετρ του είδους Σίντνεϊ Λιούμετ με πρωταγωνιστή τον Πολ Νιούμαν.
Ο Φρανκ Γκάλβιν, ένας ξεπεσμένος αλκοολικός δικηγόρος, αναλαμβάνει να δικαιώσει τη νεαρή πελάτισσά του, Ντέμπορα Κέιτ, που πέφτει σε κώμα από ιατρικό λάθος στο νοσοκομείο της καθολικής εκκλησίας «Αγία Αικατερίνη» στη Βοστώνη. Εναγόμενοι στην υπόθεση είναι οι μεγαλογιατροί του νοσοκομείου, τους οποίους εκπροσωπεί ο αδίστακτος ισχυρός δικηγόρος Εντ Κονκάνον. Η αναζήτηση της αλήθειας και η ηθική δικαίωση του θύματος περνά μέσα από πολλά εμπόδια και ανατροπές. Ο Φρανκ Γκάλβιν θα τα βάλει με τη φαιδρότητα των θεσμών και την υποκρισία των ισχυρών. Η Ντέμπορα Κέιτ θα γίνει η αφετηρία μιας άλλης σχέσης με τον εαυτό του και την ουσία της ζωής του.
Ο Σίντνεϊ Λουμέτ με όχημά του το σενάριο του Ντέιβιντ Μάμετ καταγράφει τη σύγκρουση του διεφθαρμένου συστήματος εξουσίας και της ανθρώπινης μονάδας, που παλεύει με εντιμότητα και αξιοπρέπεια για έναν πιο δίκαιο και ανθρώπινο κόσμο.
Νύχτα Δολοφόνων (Cul-de-sac)
Σκηνοθεσία: Ρομάν Πολάνσκι
Παίζουν: Ντόναλντ Πλέζανς, Φρανσουάζ Ντορλεάκ, Λάιονελ Στάντερ, Τζακ ΜακΓκόουραν, Ζακλίν Μπισέ, Τζέφρεϊ Σάμνερ, Μαρί Κιν
Περίληψη: Δυο κακοποιοί εισβάλλουν σε μια απομονωμένη βίλα στην Ιρλανδία, αναστατώνοντας την ούτως ή άλλως προβληματική σχέση ενός νιόπαντρου ζευγαριού. Ωστόσο, οι ρόλοι εξουσιαστή-εξουσιαζόμενου θα ανατραπούν πολλές φορές ως την τελική έκρηξη βίας.
Η δεύτερη αγγλική ταινία του Ρόμαν Πολάνσκι, πριν αποχαιρετήσει την Ευρώπη για το Χόλιγουντ.
Ένα απομονωμένο κάστρο σε μια βρετανική νησίδα, ένας εκκεντρικός και συναισθηματικά εύθραυστος άντρας, η νεαρή και προκλητική σύζυγός του, και δύο κακοποιοί που βρίσκουν καταφύγιο μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα διαφυγής.
Το «Cul-de-sac» ξεδιπλώνεται ως μια κλειστοφοβική, απειλητική και παράδοξα κωμική συνθήκη εγκλεισμού, όπου τα όρια ανάμεσα στον κυρίαρχο και τον υποταγμένο, τον νορμάλ και τον διαταραγμένο, συνεχώς μετατοπίζονται.
Ο Πολάνσκι χτίζει έναν μικρόκοσμο εξουσίας, ταπείνωσης και παιχνιδιών ταυτότητας. Η ταινία, γυρισμένη σε αυστηρή ασπρόμαυρη φωτογραφία, καταγράφει με ακρίβεια και ειρωνεία τις λεπτές εντάσεις, διαμορφώνοντας ένα ιδιότυπο ψυχολογικό θρίλερ, που ισορροπεί ανάμεσα στο μπεκετικό παράλογο και το σαδιστικό παιχνίδι ρόλων.
Το Πάρτι (The Party)
Σκηνοθεσία: Μπλέικ Έντουαρντς
Παίζουν: Πίτερ Σέλερς, Κλοντίν Λονζέ, Χέρμπερτ Έλις
Περίληψη: Ένας Ινδός κομπάρσος, αφού τινάξει στον αέρα τα γυρίσματα μιας ταινίας, βρίσκεται εκ παραδρομής καλεσμένος σε ένα χολιγουντιανό πάρτι, στο οποίο σπέρνει επίσης τον πανικό.
Ο Πίτερ Σέλερς σε μία από τις καλύτερες κωμωδίες όλων των εποχών.
Ο Χρουντί Μπακσί είναι ένας Ινδός ηθοποιός. Η μικρή συμμετοχή του σε μια ταινία χολιγουντιανής παραγωγής δημιουργεί πολλά προβλήματα στους συντελεστές της, και κυρίως στον σκηνοθέτη της, που εξαγριωμένος τον διώχνει από τα γυρίσματα. Όμως η επιθυμία του δεν περιορίζεται απλά εκεί: θέλει να τον απομακρύνει από τα κινηματογραφικά στούντιο όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Και ενώ οι απαραίτητες κινήσεις για την απομάκρυνση του ευγενέστατου κατά άλλα Μπακσί από τα κινηματογραφικά πλατό είναι πλέον γεγονός, αυτός καταλήγει, από λάθος, καλεσμένος σ’ ένα από τα αποκλειστικά για διάσημους και αστέρες πάρτι του Χόλιγουντ. Και αυτό είναι μόνο η αρχή...
Με έναν πολύ χαλαρό σεναριακό κορμό (μονάχα 63 σελίδες σεναρίου) και επιρροή από τον Ζακ Τατί, το φιλμ στηρίζεται σε σειρά μικρών επεισοδίων, στα οποία ο Σέλερς κυρίως αυτοσχεδίαζε. Ο χαρακτήρας του Μπακσί βασίστηκε τόσο στον επιθεωρητή Κλουζό από τον «Ροζ Πάνθηρα», όσο και τον Δρ. Αχμέντ ελ Καμπίρ από το «Η Εκατομμυριούχος «(1960). Με τη σειρά του επηρέασε μια σειρά από μεταγενέστερους κωμικούς χαρακτήρες, με διασημότερο αυτόν του Mr. Bean.
Δεν ήταν λίγοι που κριτίκαραν το φιλμ, θεωρώντας ότι αναπαράγει αρνητικά στερεότυπα, αποδοκιμάζοντας επίσης κα την ερμηνεία ενός Ινδού από λευκό ηθοποιό με βαμμένο πρόσωπο. Παρόλα αυτά, η ταινία δεν ήταν μόνο δημοφιλής διαχρονικά στην Ινδία, αλλά ενέπνευσε και αρκετές παραγωγές του Μπόλιγουντ.
Τελευταία Παράσταση (Τhe Last Picture Show)
Σκηνοθεσία: Πίτερ Μπογκντάνοβιτς
Παίζουν: Τίμοθι Μπότομς, Τζεφ Μπρίτζες, Σίμπιλ Σέφερντ, Μπεν Τζόνσον, Κλόρις Λίτσμαν, Έλεν Μπέρστιν, Αϊλίν Μπρέναν, Κλου Γκάλαγκερ, Σαμ Μπότομς, Ράντι Κουέιντ, Τζον Χίλερμαν, Τζέσι Λι Φούλτον, Νομπλ Γουίλινγχαμ, Φρανκ Μάρσαλ
Περίληψη: Σε μια ερειπωμένη επαρχιακή πόλη του Τέξας, μια παρέα εφήβων ενηλικιώνεται μέσα από διαδοχικές απορρίψεις και ατιμώσεις.
Μια ανεπανάληπτη ωδή στα χαμένα όνειρα από τον Πίτερ Μπογκντάνοβιτς, που τιμήθηκε με το Όσκαρ Β΄ Αντρικού και Β΄ Γυναικείου Ρόλου.
Αναρέν, Τέξας, 1951. Ο Σόνι κι ο Ντουέιν είναι κολλητοί φίλοι. Περνώντας το δύσκολο στάδιο προς την ενηλικίωση, ασχολούνται με αυτά που γνωρίζουν καλύτερα: σινεμά, μπάσκετ και κορίτσια. Το κορίτσι του Ντουέιν είναι η Τζάσεϊ, μια κοπέλα που τη θέλουν όλοι στο σχολείο και εκείνη το γνωρίζει. Όμως, η πόλη αργοπεθαίνει, καθώς την εγκαταλείπουν οι κάτοικοί της, αναζητώντας την τύχη του κάπου άλλου. Οι δύο νέοι θα διχαστούν ανάμεσα στο κάλεσμα της μεγαλούπολης και στο να μείνουν στο Αναρέν, όπου τους περιμένουν μόνο ένα μπιλιαρδάδικο και το σινεμά.
Ο ταινιοφάγος Πίτερ Μπογκντάνοβιτς, πνευματικό παιδί της Νουβέλ Βαγκ, αφού ακολούθησε τα βήματα των Γάλλων ομολόγων του που μεταπήδησαν από την κριτική στη σκηνοθεσία, καταθέτει το πρώτο σπουδαίο δείγμα γραφής του στο φρέσκο ακόμη κίνημα του Νέου Χόλιγουντ. Μια συνεισφορά καθοριστική, που έθεσε ψηλά τον πήχη για τις μελλοντικές ιστορίες ενηλικίωσης, οι οποίες θα κατέκλυζαν το σινεμά, μέσα από την αδιέξοδη πορεία μιας παρέας εφήβων που βαλτώνουν σε μια παρακμιακή πόλη του αμερικανικού Νότου.