Γιατί διακόπτουμε τον άλλο όταν μιλάει;

Τι σημαίνει όταν κάποιος διακόπτει συνέχεια συζητήσεις, σύμφωνα με την ψυχολογία

Η ανάγκη να μιλήσουμε πριν ο άλλος ολοκληρώσει τη φράση του και να διακόψουμε τη συζήτηση δεν είναι πάντα αγένεια -η ψυχολογία αποκαλύπτει γιατί συμβαίνει.

Όλοι έχουμε βρεθεί σε συζητήσεις όπου κάποιος «πετάγεται» και διακόπτει τη ροή του λόγου. Μπορεί να φαίνεται αγενές ή σημάδι εγωκεντρισμού, όμως οι ψυχολόγοι εξηγούν πως πίσω από αυτή την παρόρμηση υπάρχουν κοινωνικοί, συναισθηματικοί, νευρολογικοί και πολιτισμικοί παράγοντες.

Ειδικοί και ερευνητικά ιδρύματα αναζητούν τι μας ωθεί να διακόψουμε μια σκέψη που δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς και τι είδους ψυχικοί μηχανισμοί ενεργοποιούνται εκείνη τη στιγμή.

Οι διακοπές αποτελούν κομμάτι της λειτουργίας του εγκεφάλου, της αγχώδους αντίδρασης, των μαθημένων επικοινωνιακών συνηθειών και της επιθυμίας να συμμετέχουμε -συχνά ασυνείδητα.

Για ποιον λόγο διακόπτουμε κάποιον πριν ολοκληρώσει τη φράση του

Σύμφωνα με άρθρο του Journal of Social Psychology, μια διακοπή δεν προκύπτει απαραίτητα από πρόθεση ή αδιαφορία, αλλά μπορεί να είναι «μια πολύπλοκη αντίδραση του νου στα ερεθίσματα της συζήτησης».

Όπως αναφέρει η μελέτη: «Η ανάγκη για ενεργή συμμετοχή, η σύνδεση αυτού που ακούμε με προσωπικά βιώματα και ο φόβος να χάσουμε την κατάλληλη στιγμή να παρέμβουμε είναι παρορμήσεις που συχνά μας οδηγούν στο να μιλήσουμε πάνω στον άλλο».

Υπολογίζεται ότι περίπου το 70% των διακοπών οφείλονται σε αυθόρμητο συσχετισμό ιδεών.

Πολλοί είναι οι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν κάποιον να διακόπτει μια συζήτηση/ Φωτογραφία: Unsplash

«Όταν ακούμε κάποιον να μιλάει, ο εγκέφαλός μας κινείται με ταχύτητα: προβλέπει το επόμενο, ανακαλεί παρόμοιες εμπειρίες και αξιολογεί αν η δική μας παρέμβαση έχει νόημα», εξηγούν οι ερευνητές. Αυτή η διαδικασία εντείνεται όταν συνοδεύεται από άγχος ή τον φόβο να ξεχάσουμε αυτό που θέλουμε να πούμε.

Από νευροψυχολογική σκοπιά, οι διακοπές συζητήσεων σχετίζονται με την ταυτόχρονη ενεργοποίηση διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου. «Όταν κάποιος μας μιλά, ο κροταφικός λοβός ενεργοποιείται για να κατανοήσουμε το περιεχόμενο, ενώ άλλες περιοχές εξετάζουν αν έχουμε κάτι να προσθέσουμε», σημειώνουν οι ειδικοί.

Το Behavioral Institute επισημαίνει πως η «πολλαπλή λειτουργία» του εγκεφάλου μάς κάνει να μεταβαίνουμε πολύ γρήγορα από την ενεργητική ακρόαση στην ετοιμασία της δικής μας απάντησης. Αυτό, λένε, είναι μια φυσική και αυτόματη διαδικασία. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι συνειδητοποιούν πως έχουν διακόψει κάποιον μόνο αφού το έχουν ήδη κάνει.

Τα μέλη του Ινστιτούτου εξηγούν ότι η ανάγκη να μιλήσουμε δεν προέρχεται πάντα από την επιθυμία να επιβληθούμε. Συχνά, είναι η παρόρμηση να προσθέσουμε κάτι που θεωρούμε «σημαντικό». Αν κάποιος μοιράζεται μια εμπειρία κι εμείς έχουμε ζήσει κάτι παρόμοιο, γεννιέται αμέσως η ανάγκη να το πούμε, γιατί ο εγκέφαλος ακούει και προετοιμάζει την απάντηση ταυτόχρονα.

Σε πολλές περιπτώσεις, η διακοπή σχετίζεται και με τη μνήμη εργασίας, δηλαδή την περιορισμένη ικανότητα του εγκεφάλου να συγκρατεί πληροφορίες για σύντομα χρονικά διαστήματα.

«Όταν κάτι μας φαίνεται σημαντικό, νιώθουμε την ανάγκη να το πούμε πριν μας ξεφύγει. Αυτός ο φόβος είναι εντονότερος σε αγχώδεις ανθρώπους και σε περιβάλλοντα με πολλά άτομα, όπως συναντήσεις ή δημόσιες συζητήσεις», προειδοποιούν οι ειδικοί του Behavior Institute.

Επιπλέον, σημειώνεται ότι πολλές φορές πίσω από την προτεραιότητα της δικής μας φωνής μπορεί να κρύβεται η -συνειδητή ή ασυνείδητη -επιθυμία να ελέγξουμε τη ροή της συζήτησης.

Στις προσωπικές σχέσεις, οι συνεχείς διακοπές μπορεί να ερμηνευτούν ως αδιαφορία ή έλλειψη σεβασμού. Στο πλαίσιο οικογενειακών ή ερωτικών δεσμών, αυτή η συνήθεια μπορεί να βλάψει σοβαρά την συναισθηματική επικοινωνία.

Το Berkeley Wellness Institute εξηγεί πως «όταν κάποιος νιώθει ότι οι ιδέες του δεν ακούγονται ή ότι ο χρόνος του στο λόγο παραβιάζεται, μπορεί να βιώσει απογοήτευση και συναισθηματική απόσυρση».

Γι’ αυτό και είναι κρίσιμο να καλλιεργηθεί η ενεργητική ακρόαση, μια δεξιότητα που περιλαμβάνει όχι μόνο το να ακούμε τι λέει ο άλλος, αλλά και το να σεβόμαστε τον χρόνο του και να αναγνωρίζουμε το δικαίωμά του να εκφραστεί χωρίς διακοπές.

Στο εργασιακό περιβάλλον, οι διακοπές μπορεί να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις. Οι ερευνητές του Berkeley Wellness παρατηρούν ότι οι συναντήσεις συχνά καταλήγουν να κυριαρχούνται από τις πιο δυνατές ή επιβλητικές φωνές. Οι πιο εσωστρεφείς ή υπομονετικοί συνάδελφοι αποσύρονται σιωπηλά όταν η συμμετοχή τους διακόπτεται συνεχώς, μειώνοντας έτσι την ποικιλία απόψεων και προοπτικών.

Επιπλέον, η διακοπή ανωτέρων ή πελατών μπορεί να εκληφθεί ως αντιεπαγγελματική συμπεριφορά. «Αυτές οι στάσεις δημιουργούν την εικόνα έλλειψης σεβασμού και εγωκεντρισμού, επηρεάζοντας αρνητικά τόσο τη φήμη του ατόμου όσο και τη δυναμική της ομάδας», αναφέρουν οι ερευνητές.