Κώστας Βαρώτσος: «Ο "Δρομέας" μάλλον μου έκλεισε τον δρόμο»
Ο Κώστας Βαρώτσος έχει ταυτίσει το όνομά του με την πόλη: Τα γλυπτά του ανήκουν στον δημόσιο χώρο της Αθήνας, αλλά και κάθε τόπου όπου έχει καταθέσει και τοποθετήσει τα έργα του, απ΄τη μια άκρη του κόσμου ως την άλλη.
Ξεκίνησε με σπουδές αρχιτεκτονικής αλλά σύντομα κατάλαβε ότι ήταν μάταιο να προσπαθεί ν’αποφύγει την τέχνη, την γλυπτική -και της αφιερώθηκε. Απ΄τον «Δρομέα» ως την «Κιβωτό Εθνικής Μνήμης», παραμένει πιστός στη γοητεία της δημιουργικότητας, όπως την ανακάλυψε, ασυνείδητα, όταν ήταν παιδί. Και ονειρεύεται το αριστούργημα.

«Μεγάλωσα μέσα στη δικτατορία. Τα πρώτα μου χρόνια τα έζησα στην επαρχία, στην Πελοπόννησο, από εκεί είναι κι η καταγωγή μου. Μετά ο πατέρας μου πήρε μετάθεση στη Λιβαδειά, ύστερα στην Αθήνα. Ήταν τραπεζικός.
»Ξεκίνησα ανακαλύπτοντας πράγματα. Το γεγονός ότι ένα μικρό παιδί ανακαλύπτει ότι όταν βάλεις μέσα σ’ένα χρώμα ένα άλλο, θα σου βγει ένα τρίτο χρώμα, στα μάτια του μπορεί να είναι μαγικό. Θυμάμαι ακόμα την πρώτη φορά που ανακάλυψα το θέμα της σύνθεσης των χρωμάτων, μόνος μου, κατά την τύχη, παίζοντας. Και άρχισα να παλεύω μ’αυτή μου την ανακάλυψη, γιατί νόμιζα ότι μόνο εγώ το ξέρω αυτό και κανένας άλλος. Ούτε το έλεγα σε κανέναν για να μην μου κλέψουν την ιδέα...
»Η έννοια της δημιουργικότητας προστατεύτηκε στην πορεία της εξέλιξής μου γιατί ήταν τόσο γοητευτική στα μάτια μου που το σχολικό σύστημα και το σύστημα γενικότερα της αυστηρής κοινωνίας του τότε, δεν κατάφεραν να την μειώσουν. Κλεινόμουν στο δωμάτιό μου και ζωγράφιζα ή έφτιαχνα γλυπτά. Ηταν ένας τρόπος να ξεφεύγω, να γλιτώνω. Ήταν απελευθερωτικό. Δεν το αποφάσισα, ήταν ένα μέρος της ζωής μου, ένας τρόπος ζωής που υπήρχε πάντα.
»Το περιβάλλον μου δεν είχε καμία σχέση με την τέχνη, ούτε το οικογενειακό ούτε το κοινωνικό. Εκείνα τα χρόνια η ελληνική επαρχία και η σύγχρονη τέχνη δεν είχαν καμία απολύτως σχέση. Τα πράγματα καλυτερεύουν σιγά-σιγά.
»Τι σημαίνει έφτιαχνα γλυπτά; Δεν ήξερα την ύπαρξη του πηλού, δεν είχα πληροφόρηση. Είχα ένα φίλο που ο πατέρας του έφτιαχνε κεριά, κι “έκλεβε” απ’τον πατέρα του κερί και μου το’δινε. Τα πρώτα μου γλυπτά ήταν με κερί. Τα δώριζα. Ενας φίλος έχει κρατήσει ένα-δυο. Ετσι άρχισε η ιστορία.
»Μετά, όταν ήμασταν στην Πελοπόννησο, στην Κουρούτα, πηγαίναμε και φτιάχναμε γλυπτά στην άμμο, παιδιά, μαζί με την μητέρα μου. Ηταν κάτι που με γοήτευε πολύ. Η τέχνη ήταν πάντα κάτι ενστικτώδες -η δημιουργική πράξη. Δεν ήμουν ένας προνομιούχος. Αυτή η δημιουργική διαδικασία, υπάρχει σ’όλους τους ανθρώπους. Η έννοια της δημιουργικότητας είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση κι είναι αυτό που μας ξεχωρίζει απ’το ζωικό βασίλειο. Οτι ο άνθρωπος έχει την ικανότητα από κάτι να βγάλει κάτι άλλο -η αρχή του πολιτισμού.
»Κι εγώ, αυτό το προστάτευσα. Ελεγαν “ο Κωστάκης δεν διαβάζει, αλλά έχει ταλέντο”, είχα μια ευκολία. Οπότε ήταν ένας τρόπος να ξεφεύγω απ’τις πιέσεις του συστήματος της εποχής.
»Οταν συνειδητοποίησα τι σημαίνει να κάνεις τον καλλιτέχνη, ν’ασχοληθείς με αυτό που λέγεται τέχνη και πρωτογενής δημιουργία, δεν το κρύβω, ότι τρόμαξα. Για να κάνεις τέχνη πρέπει ν’αφιερώσεις την ζωή σου. Συνειδητοποίησα νέος ότι είναι πολύ δύσκολο πράγμα να μπορέσεις να φτάσεις σ’αυτές τις ποιότητες που φτάνουν κοντά στην τέχνη… Και είπα στον εαυτό μου “μα καλά τρελός είσαι;”. Και προσπάθησα να την κοπανήσω. Ετσι μπήκα στην αρχιτεκτονική, αφού τελείωσα την Καλών Τεχνών.
»Η αρχιτεκτονική μου φάνηκε ενδιαφέρουσα. Αρχισα ν’ανακαλύπτω πράγματα, όπως τον κοινωνικό χώρο, την οργανική υπόσταση της εξέλιξης της πόλης. Αρχισαν να μ’ενδιαφέρουν όλα αυτά, τα οποία αργότερα τα χρησιμοποίησα και μ’ένα συνθετικό τρόπο με το ίδιο μου το έργο. Τελικά όμως την τέχνη δεν την διαλέγεις, δεν την επιλέγεις. Εγώ πήγα στην αρχιτεκτονική κι άρχισα να δουλεύω -δούλευα περισσότερο τέχνη παρά αρχιτεκτονική, με τραβούσε. Οπότε αποφάσισα ότι δεν θα κάνω τον αρχιτέκτονα αλλά θ’αφοσιωθώ στο όνειρο του να φτάσω κοντά στο αριστούργημα.
»Η Ιταλία ήταν καταλυτική. Μου έδωσε πάρα πολλά πράγματα. Μου έμαθε ένα σωρό δεδομένα που είναι λίγο θολά στη δική μας κοινωνία, όπως η Αναγέννηση ή η πολυπλοκότητα των πληθυσμιακών δεδομένων. Η Ιταλία έχει μία πολυπλοκότητα εθνική μεταξύ Βορρά-Νότου και όλων των φέουδων που είχε τον Μεσαίωνα, μια πολιτισμική διαστρωμάτωση. Οι Ιταλοί είναι ένας λαός πολύ ιδιαίτερος, τρομερά δημιουργικός και πατάει σταθερά -έχει ρίζες ιστορικές. Η Ιταλία μου έδωσε και την ακαδημαϊκή υπόσταση. Εκεί ανακάλυψα και την Ελλάδα. Την αρχαία ελληνική γραμματεία την ανακάλυψα στην Ιταλία διότι στην Ιταλία υπάρχει πολλή Ελλάδα. Εκεί ανακάλυψα τον Πλάτωνα, τη σημασία της Ελληνικής Γραμματείας. Από εκεί αποφάσισα να ξαναγυρίσω εδώ. Γιατί ανακάλυψα και συνειδητοποίησα ότι εγώ ανήκω εδώ, όχι εκεί...

»Πολλές φορές σκέφτηκα να εγκατασταθώ στο εξωτερικό, είχα και προσκλήσεις -ακόμα έχω. Αλλά δεν πιστεύω στην πορεία των ανθρώπων που πήγαν και στο εξωτερικό και χάθηκαν, αντιπροσωπεύοντας άλλα πολιτισμικά δεδομένα. Οι Έλληνες του εξωτερικού ζουν μια τραγική υπόσταση γιατί προσπαθούν να διατηρήσουν τον ελληνικό πολιτισμό τους. Κι όταν γυρνάνε μετά στην Ελλάδα, η Ελλάδα έχει αλλάξει. Είναι χαμένοι στο διάστημα. Κι εγώ αυτό δεν ήθελα να το ζήσω. Ηθελα να έχω μία ισορροπημένη σχέση με τον τόπο μου και κατάλαβα πολύ νωρίς ότι αυτή είναι η δύναμή μου. Να κάνω ό,τι έχω να κάνω εδώ και μετά, αν ενδιαφέρονταν στο εξωτερικό, θα πήγαινα. Κι αυτό έγινε δηλαδή. Εγώ έφυγα απ’την Ελλάδα για να κάνω καριέρα στο εξωτερικό, όχι αντίθετα.
»Όταν γύρισα απ’την Ιταλία ήμουν αποφασισμένος να μείνω στην Ελλάδα. Επρεπε να δώσω τη μάχη μου εδώ και την έδωσα. Δεν πήγαν βέβαια όλα καλά. Ηταν συγκρουσιακές οι καταστάσεις. Ο “Δρομέας” δεν πέρασε καλά… Η συγκρουσιακή κατάσταση τότε με τον “Δρομέα”, μ’έσπρωξε κιόλας να κάνω και μια διεθνή καριέρα. Εγώ έφυγα για το εξωτερικό μετά τον αποκλεισμό που δέχτηκα λόγω του “Δρομέα”. Η συγκρουσιακή διάσταση τότε δεν ήταν με τον κόσμο. Ο απλός κόσμος το αγάπησε το έργο αμέσως και ταυτίστηκε, χωρίς να έχει γνώση της σύγχρονης τέχνης. Με το σύστημα της τέχνης υπήρξε πρόβλημα. Γιατί το σύστημα της τέχνης το ελληνικό δεν είναι συνηθισμένο ν’αντιμετωπίζει και ν’αποκωδικοποιεί πρωτογενή πράγματα. Πρέπει να έχεις μία αυξημένη κριτική σκέψη για να μπορέσεις ν’αντιληφθείς ένα πρωτογενές γεγονός. Δυστυχώς κριτική γενικότερα στην Ελλάδα, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν έχουμε. Και το σύστημα της τέχνης είναι συνδεδεμένο με μια μεταφραστική συμπεριφορά. Είναι μεταφραστές πολιτισμικών φαινομένων που γίνονται αλλού. Εδώ έχουμε σουρεαλιστές Έλληνες, κυβιστές Έλληνες, new British Ελληνες. Το πρόβλημά τους ήταν πως θα μεταφραστεί και πως θα εισαχθεί μια καινούργια πολιτισμική πρόταση της Αγγλίας, της Αμερικής κλπ.
»Όταν έγινε ο “Δρομέας” δεν ανήκε πουθενά. Ούτε σαν τεχνική, ούτε σαν έννοια, ούτε σαν τίποτα. Ηταν ο “Δρομέας”. Εκείνη την στιγμή ήταν σαν μια βόμβα εν αιθρίω… Βέβαια όταν δεν καταλαβαίνεις κάτι το φοβάσαι και του επιτίθεσαι. Ηταν φυσιολογικό να γίνει.
»Η δική μου η δουλειά είναι εξελικτική και έχει μια επιστημονικότητα πίσω. Δηλαδή δεν είμαι ένας καλλιτέχνης διαγώνιος -σήμερα κάνω κάτι και αύριο κάτι τελείως διαφορετικό ή ακολουθώ έναν άλλο δρόμο. Εγώ έχω κάποια δεδομένα, κάποιους δρόμους, οι οποίοι μ’ενδιέφεραν και άρχισα μεθοδικά να εμβαθύνω σ’αυτούς. Ο “Δρομέας” είναι το αποτέλεσμα μιας δουλειάς που ξεκίνησε απ’το Πανεπιστήμιο. Η έννοια της κίνησης, των γραφημάτων σε μια νέα ταχύτητα ήταν κάτι που με απασχολούσε απ’τα χρόνια της δεκαετίας του ’70. Το εφάρμοσα μετά από μία δεκαετία. Το έργο για το ΓΕΣ που έκανα τώρα είναι το αποκορύφωμα μιας έρευνας που ξεκίνησε εδώ και 30 χρόνια. Εχει βάσεις το έργο, δεν είναι μια ιδέα, μια καλή ιδέα που μου ήρθε… Είναι η φυσιολογική εξέλιξη κάποιων δρόμων που εγώ δουλεύω, διαφορετικών βέβαια, και που προσπαθώ να εξελίξω. Η έννοια της εξέλιξης είναι πολύ δύσκολο πράγμα, διότι πρέπει να πατήσεις σε κάτι που έχεις και να το εξελίξεις. Για να γίνει όμως αυτό είναι απαραίτητο να εξελιχθείς εσύ, αλλιώς δεν μπορεί να εξελιχθεί το αντικείμενο, οπότε αρχίζει και είναι απογοητευτικό…
»Ο “Δρομέας” δεν μπορώ να πω ότι μου άνοιξε κάποιο δρόμο. Μάλλον μου έκλεισε τον δρόμο γιατί δεν με καλούσαν πια σε εκθέσεις, πουθενά. Το σύστημα της τέχνης εδώ με έκλεισε. Είναι μια ομάδα από περίεργα ζώα που κυκλοφορούν όλα μαζί από έκθεση σε έκθεση, από γκαλερί σε γκαλερί, από μουσείο σε μουσείο, και γνωρίζονται μεταξύ τους. Ενας μικρόκοσμος για τον οποίο δεν ενδιαφέρεται κανένας βασικά. Οπότε αυτοθαυμαζόμαστε και λέμε “τι ωραίος που είσαι εσύ” και “τι ωραίος που είμαι εγώ”. Κι έτσι συχνά χάνεις την επαφή του με το πλατύ κοινό. Αυτό εμένα δεν μ’άρεσε.

»Τι μου αποκάλυψε όμως ο “Δρομέας”; Μου αποκάλυψε αυτή την καταπληκτική σχέση που θα πρέπει να έχει κάποιος καλλιτέχνης με το πλατύ κοινό. Εμείς οι εικαστικοί είμαστε μοναχικοί τύποι. Και μέσω του “Δρομέα”, ξαφνικά, μου αποκαλύφθηκε αυτή η συγκλονιστική σχέση με τον πλατύ κοινό. Και κατάλαβα ότι εκεί ήταν το αντικείμενο της δύναμης μου. Διότι δεν ήμουν εκβιάσιμος. Δεν μπορούσε το σύστημα να με εκβιάσει. Οπότε η πορεία ήταν ξεκάθαρη. Και συνέχισα να δουλεύω πάνω σ’αυτή την σχέση με το πλατύ κοινό, τα επόμενα χρόνια, διεθνώς. Οπου και εκεί συνέβη ακριβώς το ίδιο πράγμα. Ξαφνικά τα συστήματα της τέχνης, τα οποία κατέρρευσαν, καταρρέουν αυτή τη στιγμή, δεν μπορούσαν να μ’εκβιάσουν ή να με υποχρεώσουν ν’ακολουθήσω ακριβώς αυτά που ορίζουν.
»Για μένα η ελευθερία είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Γι’αυτό και δεν ανήκω πουθενά, δεν είμαι οπαδός -εκτιμώ ανθρώπους και καταστάσεις, αλλά δεν είμαι οπαδός κανενός κινήματος, κανενός ανθρώπου.

»Η τέχνη είναι αυτό το μικρό παιδάκι, που φτιάχνει κάτι -παίρνει ένα τουβλάκι και το βάζει πάνω στο άλλο, και ανακαλύπτει ότι το ένα τουλάχιστον στέκει πάνω στο άλλο και τρέχει στη μαμά του να της πει “Κοίτα τι έκανα”. Αυτό είναι φοβερό. Αυτό είναι η τέχνη. Αρα έχεις ανάγκη απ’την επικοινωνία με το πλατύ κοινό. Μ’αρέσει να μιλάνε για εμένα, για τη δουλειά μου, μ’αρέσει να συζητιέται, γιατί ανοίγω έναν διάλογο με το πλατύ κοινό. Αυτό είναι και μια πολιτική στάση, μια πολιτική πράξη. Κι εκεί κινδυνεύεις κιόλας. Δεν είναι αστείο. Οταν είσαι απέναντι στο πλατύ κοινό δεν μπορείς να πεις ψέματα, δεν μπορείς να κοροϊδέψεις, δεν μπορείς να κάνεις virtuosites. Στο σύστημα της τέχνης μπορείς να το κάνεις, γιατί σου συγχωρούνται όλα -όχι όμως στον κόσμο.
»Οι πόλεις είναι ένα φυσικό φαινόμενο, ζωντανοί οργανισμοί, φτιαγμένοι απ’τους ανθρώπους. Μοιάζουν πολύ με τη φύση, με τη ζούγκλα. Όταν περπατάς μέσα στη φύση δεν μπορείς να κάνεις λάθη. Πολλά λάθη μπορεί να είναι μοιραία. Θα σε φάνε τα θηρία. Πρέπει να είσαι προετοιμασμένος, να ξέρεις που βρίσκεσαι. Οταν κάνεις κάτι μέσα στην πόλη και μάλιστα στον δημόσιο χώρο, που είναι η επέκταση του σαλονιού των σπιτιών των ανθρώπων, δεν μπορείς να το κάνεις με το έτσι θέλω. Αν αυτό τον αφορά είναι ΟΚ. Αν όμως αρχίζεις να μιλάς για τον εαυτό σου, να αυτό-προσδιορίζεσαι και να αυτοπροβάλλεσαι, τότε κινδυνεύεις να το πληρώσεις πολύ ακριβά.
»Το έργο του μνημείου της “Κιβωτού” δεν είναι έργο του Βαρώτσου. Εγώ ήμουν το μέσον. Δεν μιλάω για τον εαυτό μου εκεί. Εγώ είχα στα χέρια μου 121.692 νεκρούς απ’τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας, απ’το 1830 μέχρι τον πόλεμο της Κύπρου, που έδωσαν τη ζωή τους για να υπάρχουμε εμείς. Και έπρεπε να το αντιμετωπίσω μ’έναν τρόπο και να γίνω φορέας ενός ενωτικού μηνύματος, το οποίο έπρεπε να δω και ποιο θα ήταν. Ποιος θα ήταν ο στόχος του μνημείου αυτού. Ο στόχος ήταν η αποκορύφωση του μηνύματος της ειρήνης, κατά τη γνώμη μου. Οταν περπατάς μέσα σ’αυτό το μνημείο πρέπει να καταλάβεις τη μεγάλη σημασία της ειρήνης. Και να καταλάβεις ότι η ενότητα είναι και το πιο σημαντικό πράγμα. Δηλαδή ότι τελικά για όλους αυτούς δεν ξέρουμε τι ιδεολογία είχαν, τι πίστευαν, ποια θρησκεία είχαν. Αλλά ότι έδωσαν το αίμα τους για να υπάρξει αυτή η γεωγραφική περιοχή που λέγεται Ελλάς.
»Επρεπε όλοι να είναι παρόντες και να ταυτιστούν μ’αυτό το μνημείο. Και επίσης αυτό μνημείο να μην είναι ταφικό αλλά ζωντανό. Οπότε έβαλα όλα αυτά τα ονόματα να αιωρούνται στον χώρο. Ετσι όταν μπαίνεις μέσα, λούζεσαι απ’αυτά τα ονόματα. Πετάνε γύρω σου. Αυτό σου δίνει μια αίσθηση εμπειρίας, εγκατάστασης, η οποία σ’επηρεάζει πάρα πολύ ψυχολογικά, Και βγαίνοντας από εκεί πρέπει να’χεις ένα αίσθημα συνδεδεμένο με τον στόχο, το μήνυμα της ειρήνης. Και πόσο σημαντικοί ήταν όλοι τους.
»Ημουν τυχερός γιατί αυτό το μνημείο έγινε μέσα στο ΓΕΣ. Οι μόνοι που μπορούν να μιλήσουν για ειρήνη είναι αυτοί που ξέρουν από πόλεμο. Δηλαδή ο στρατός. Αυτοί που ξέρουν, επί της ουσίας, τι είναι ο πόλεμος. Όχι εκείνοι που κάνουν πόλεμο απ’τον καναπέ.
»Μιλούσα πρόσφατα μ’έναν επιστήμονα, έναν ερευνητή του εγκεφάλου, και μου έλεγε ότι κάνουν έρευνες για την δημιουργική διαδικασία του εγκεφάλου και ψάχνουν να βρουν ποιο σημείο του εγκεφάλου είναι αυτό που ενεργοποιείται και δημιουργεί την έννοια της δημιουργικότητας. Η δημιουργικότητα είναι ένα πράγμα φευγαλέο -κάτι που σου προσφέρεται. Δεν είναι κάτι που, ακολουθώντας μια μεθοδολογία, μπορεί να φτάσεις. Οι αρχαίοι Ελληνες το είχαν καταλάβει όταν παρακαλούσαν τη Μούσα να τους ευλογήσει για να μπορέσουν να γράψουν ή να κάνουν κάτι. Όπως οι παλιοί αγιογράφοι έκαναν νηστείες πριν ζωγραφίσουν, προετοιμαζόντουσαν ν’αντιμετωπίσουν τη Μούσα τους. Ώστε να μπορέσουν ν’αντιμετωπίσουν τη δημιουργία μιας εικόνας που έπρεπε να’χει κάποια χαρακτηριστικά, κάποια δεδομένα, να είναι μαγική. Ολη αυτή την ιστορία δεν θα την έλεγα επίπονη. Εχει γύρω της ένα ηθικό πλαίσιο, έχει μια τάση απέναντι στη ζωή, απέναντι στη έννοια της ελευθερίας, στην έννοια των αξιών, στην έννοια πολλών πραγμάτων. Για να μπορέσεις να ευλογηθείς, να σ’ευλογήσει. Γιατί αν δεν είσαι σωστός, μπορεί να σε τιμωρήσει.
»Δεν με απασχόλησε ποτέ η έννοια της ιστορικότητας -αν θα μείνω στην ιστορία. Από πολύ νωρίς ήξερα τι με χαλαρώνει και τι θέλω. Κι έτσι το ακολούθησα. Δεν ακολούθησα κάτι για να μείνω στην ιστορία. Δεν είμαι τόσο ματαιόδοξος. Η πορεία που έχω ακολουθήσει εγώ είναι μια πορεία τεράστιας αγωνίας του αριστουργήματος. Οταν έκανα τον “Ποιητή” στην Κύπρο ήμουν 27 χρόνων, παιδί, και θυμάμαι μου λέγανε τότε, “τι άλλο θα κάνεις; Εχεις φτάσει οροφή”. Η αγωνία του αριστουργήματος. Μετά έκανα τον “Δρομέα”, μετά έκανα έργα στην Ιταλία, στην Ελβετία, στην Αμερική. Κάθε φορά όταν γινόταν ένα μεγάλο έργο, ήταν η αγωνία ότι φτάσαμε εκεί. Τελικά, συνειδητοποίησα ότι δεν τελειώνει αυτό και δεν έχει σχέση με την ιστορικοποίηση, αν μπορώ να το πω έτσι. Η ιστορικοποίηση είναι κάτι ποταπό. Το έργο είναι να μείνει -εμείς θα φύγουμε.
»Πάντα υπάρχει μια διαδικασία. Πάντα έλεγα κάποια στιγμή να σταματήσω, να φύγω απ’όλα αυτά και ν’ασχοληθώ με τελείως άλλα πράγματα. Δεν το κατάφερα. Αλλά είναι ένα όνειρο μου. Να μπορέσω τελικά ν’αγοράσω ένα ιστιοπλοϊκό και να φύγω στις θάλασσες -να μην τα σκέφτομαι όλα αυτά. Αλλά δεν νομίζω να το κάνω. Εμεινε όνειρο».